Ο Ty Segall, πέρα από το ότι είναι ένας υπερδραστήριος δισκογραφικά τύπος, θεωρείται το μεγαλύτερο ταλέντο της garage rock αναβίωσης στην California και όχι μόνο. Αυτή την τιμή ήρθε να αποδείξει το βράδυ εκείνης της Τετάρτης για ακόμη μια φορά στην πόλη μας, που παρά το ρίσκο της βραδιάς (ο περίεργος καιρός, το ντέρμπυ στο μπάσκετ αλλά και το αναμενόμενο από πολλούς Plissken στο τέλος της βδομάδας) η προσέλευση του κόσμου ήταν μεγάλη, αν και όχι ασφυκτική όπως την προηγούμενη επίσκεψη του.
Aνταπόκριση: Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος / Φωτογραφίες: Έλενα Πατσουράκου (περισσότερες φωτογραφίες εδώ)
Η βραδιά ξεκίνησε με τους εντυπωσιακούς The Callas οι οποίοι, για όσους δεν τους γνωρίζουν έχουν κυκλοφορήσει ένα εξαιρετικό άλμπουμ, το ‘’Am I Vertical?’’ σε παραγωγή του Jim Sclavunos (Nick Cave & the Bad Seeds), και μέρος αυτού μας παρουσίασαν στην σκηνή. Το σετ τους είναι πολύ δυνατό και με μια πρόχειρη ‘’αυτιά’’ ο ήχος τους γυροφέρνει τους Sonic Youth / Pixies, με αρκετές δόσεις punk, μα και krautrock grooves. Αν και αρχικά οι φωνές ‘’χάθηκαν’’, μετά το δεύτερο κομμάτι όλα πήραν τον σωστό το δρόμο και χωρίς πολλές φλυαρίες άφησαν τις καλύτερες των εντυπώσεων. Οι Callas ίσως είναι μία από τις πιο cool μπάντες εντός συνόρων, που αν ήδη βρίσκεις το album τους ενδιαφέρον, τότε πρέπει οπωσδήποτε να τους δεις live.
Μετά από ένα μικρό break για μπύρα, κούς κούς και βόλτα από το merch, είχε έρθει η ώρα για την εμφάνιση του βασικού καλεσμένου της βραδιάς. Ο υπερδραστήριος Ty Segall και η μπάντα του παίρνουν θέση, οι οποίοι αν και ερχόμενοι από το προ τριημέρου Primavera Festival έδειχναν ξεκούραστοι και να το διασκεδάζουν. Με ένα νεύμα τα ακόρντα του “Wave Goodbye” σηκώνουν το An Club στον αέρα. Και έτσι παρέμεινε έως το τέλος της βραδιάς.
Το βρώμικο, fuzzαρισμένο garage rock του, περιελάμβανε τα καλύτερα από την σόλο δισκογραφία του, χωρίς όμως να λείπουν κομμάτια από το “Slaughterhouse”, καθώς και από το album με τους Fuzz. Επιλογές από το ακουστικό album ‘’Sleeper’’ έμειναν απ’ έξω, πράγμα που δεν φάνηκε να στεναχωρεί κανέναν. Το κοινό απέδειξε για ακόμη μία φορά την αγάπη του και τον ενθουσιασμό του, μη σταματώντας στιγμή το moshpits και τα crowd surfing, στα οποία ‘’βούτηξε’’ και ο ίδιος ο Ty Segall δύο φορές στην διάρκεια του σετ. Λίγο πριν το τέλος η κιθάρα και το μικρόφωνο βρέθηκαν στα χέρια του κόσμου, με τον ίδιο τον Ty να προσπαθεί να ‘’δέσει’’ με μονωτική ταινία τον εαυτό του με δυο πιτσιρικάδες της πρώτης σειράς.
Παρά τις χαιρετούρες, μετά από λίγο η μπάντα επέστρεψε στην σκηνή για το καθιερωμένο encore. Στην προσπάθεια του να κουρδίσει την κιθάρα του μετά την ‘’κακοποίηση’’ της από το κοινό, κέρδισε χρόνο τραγουδώντας άτσαλα λίγες αράδες από Tom Waits, περνώντας απότομα σε μια εξωφρενική version του “Motorhead”. Το τελειωτικό “Girlfriend”, που είναι ίσως από τα πρώτα κομμάτια που ήρθε σε επαφή ο κόσμος με την δουλειά του, ήταν το ιδανικότερο για να κλείσει μια εξαιρετικά διασκεδαστική βραδιά.