Σάββατο πρωί κι εγώ ετοιμάζομαι για μία ιδιαίτερη συνάντηση. Μία καινούρια γνωριμία, ιδίως με ένα είδος μουσικής που δεν ακούω και πολύ, μέσω ενός ανθρώπου, που απεδείχθη κάτι πολύ παραπάνω από ένας καλός μουσικός. Μετρημένος, σεμνός και σκεπτόμενος, ο Tom Yosi, περιβαλλόμενος από τους πολύ καλούς Νίκο Κόρπα (πλήκτρα), Κωνσταντίνο Ζέρβα (ντραμς) και Βαγγέλη Οικονόμου (μπάσο), ετοιμάζεται και προβάρει τα τραγούδια που θα παρουσιάσει τη Δευτέρα, 26/11, στο ειδικά διαμορφωμένο live stage του Red 96,3, στα πλαίσια του διαγωνισμού Red Live 3.
Φτάνω στο Matrix studio, συστηνόμαστε και τους ευχαριστώ που με αφήνουν να βρίσκομαι μαζί τους σε μία τόση προσωπική στιγμή μιας μπάντας: την πρόβα τους. Εδώ όλα είναι γυμνά και ειλικρινή, εδώ «γίνονται τα πράγματα» κυριολεκτικά. Εδώ βλέπεις όλη την προσπάθεια, τη σκληρή δουλειά, τον κόπο και το χτίσιμο τους αποτελέσματος, το πώς και τι δένει μια μπάντα και εν τέλει την ουσία τους και την αλήθεια τους. Πίσω από τα φώτα, πίσω από τον προσεγμένο ήχο, πίσω από το performance , πίσω από τα πέντε ή όσα λεπτά διαρκεί ένα τραγούδι σ’ ένα live, ακούς το «πάμε ξανά», το κλασσικό «όχι..;» που σηματοδοτεί ότι κάποια νότα χάθηκε και πάμε απ’ την αρχή.
Ρωτάω για το διαγωνισμό του Red 96,3. Πώς προέκυψε η επιλογή να βάλει τον εαυτό του στη διαδικασία ενός διαγωνισμού, τι αποκομίζει απ’ αυτό. «Είχα πάει στον πρώτο διαγωνισμό κι ήταν μια πολύ όμορφη εμπειρία. Γνώρισα την κριτική επιτροπή, άλλους μουσικούς. Τον Βαγγέλη (μπάσο) εκεί τον γνώρισα! Είχα πάει μόνος μου. Μου είπαν πολύ καλά λόγια, αλλά έψαχναν για μπάντα. Αποφάσισα να πάω και φέτος. Θα ήθελα να χρησιμοποιήσω την λέξη «αποφασίζω» αντί του «επιλέγω», υποδεικνύει μια απόλυτα προσωπική ευθύνη. Δε δίνω σημασία στο ότι είναι διαγωνισμός. Αποφάσισα να πάω να παίξω, για να με ακούσουν. Δεν με ενδιαφέρουν τα έπαθλα, όσο οι απόψεις που θα ακούσω και οι μουσικοί που θα γνωρίσω. Οι κριτές με αφορούν ως ακροατές και όχι ως βαθμολογητές. Εγώ παίζω blues. Κι η blues δεν βλέπει κριτές. Εξυμνεί τον δημιουργό, ακόμα κι αν αυτός είναι ένας απλός άνθρωπος. Σε αφήνει ελεύθερο και παίζεις για το συναίσθημα. Το συναίσθημα δεν μπορείς να το βάλεις σε «διαγωνισμό». Δε μου αρέσουν οι διαγωνισμοί. Υπονοούν αντικειμενικότητα, που για ‘μένα, λειτουργεί μαζικά και πλάθεται. Κι αυτό είναι ύπουλο.»
Η πρόβα ξεκινά με το “Loverman” του Jimmy Hendrix. Το παίζουν πρώτη φορά όλοι μαζί και το αποτέλεσμα είναι κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό. Ρωτάω τον Tom πόσων χρόνων είναι. Το «21» που μου απαντά, με αφήνει άφωνη, καθώς είναι δυσεύρετες τόσο μεστές φωνές σε τέτοιες ηλικίες. Σωστός τονικά, με ένα ηχόχρωμα καθαρό και βρώμικο ταυτόχρονα, με κερδίζει αμέσως. Οδηγίες για τον ήχο που θέλουν στα drums: «πιο Mitch Mitchell και όχι Buddy Miles». Είναι τόσο ωραίο ν’ ακούς μουσικούς να συζητούν και να μαθαίνεις απ’ αυτούς για τα στυλ παιξίματος, που θα δώσουν σ’ ένα τραγούδι το «κάτι παραπάνω» και το προσωπικό στίγμα της προσέγγισης αυτού που το διασκευάζει.
Ακολουθεί το σύνθεσης Yosi “Son of A Gun”. Είναι η πρώτη φορά που ακούω κάτι ουσιαστικά δικό του και αυτό που ακούω με συνεπαίρνει πραγματικά. Ένας άντρας ξυπνά στην έρημο της Αριζόνα με τη μνήμη του χαμένη και με μοναδικά υπάρχοντά του τη φωτογραφία της καλής του, τα κλειδιά ενός Ford Cortina του ’72 κι ένα ρεβόλβερ 44άρι… Το “Son of A Gun” είναι η ιστορία του, «το έγραψα με μία resonator. Είναι μια απλή blues φόρμα που πήρε πιο garage μορφή», μου λέει. Συζητάμε για τη διαχρονικότητα της μουσικής κι αναρωτιέμαι ποιο θα μπορούσε να είναι το μαγικό συστατικό που κρατά ένα τραγούδι για πάντα στις playlist μας. «Η λιτότητα. Όπως και στον άνθρωπο. Η μη επιβεβλημένη λιτότητα είναι ιερή. Πρέπει το αποτέλεσμα να είναι φυσικό. Η αίσθηση να είναι όπως όταν πίνεις ένα ποτήρι νερό, μα να μπορεί να ξυπνήσει μέσα σου ένα καταρράκτη.»
Συνεχίζουν με το “I Can’t Be Satisfied” από Muddy Waters. «Το’ χουμε παίξει εβδομήντα χιλιάδες φορές (γέλια) αλλά αυτή τη φορά θα το κάνουμε κάπως διαφορετικό». Στα δικά μου αυτιά, ωστόσο, αντηχεί ακόμα η περίεργη ιστορία του άντρα στην έρημο και δεν προσέχω και πολύ. «Μμμ δε μου αρέσει ο Muddy Waters», με πειράζει. Τον ρωτάω τι τον τράβηξε στα blues, ένα είδος «παλιό» (πολλά πολλά εισαγωγικά εδώ) και πολυπαιγμένο, μιας κι είναι μικρός. «Το ότι είναι πολυπαιγμένο δίνει μόνο του την απάντηση. Είναι φτιαγμένο έτσι ώστε να επιβιώσει. H blues σε αφήνει ελεύθερο να κάνεις οτιδήποτε, να παίξεις και να εξελιχθείς μέσα σ’ αυτήν. Όπως και η jazz. Στο τέλος της μέρας θα παίξεις αυτό που είσαι, μα όσο εξελίσσεσαι επιβιώνεις. Αν μείνεις στάσιμος, αν δεν κινείσαι, θα χαθείς»
Αναρωτιούνται αν θα πρέπει να παίξουν το “Feeling Good”. Έχω μεγάλη αγωνία να το ακούσω, αλλά κάπου εκεί τα παιδιά έπαθαν… Led Zeppelin! Τζαμάρουν και το γουστάρουν κι είναι για λίγο η ώρα του παιδιού. Όμως, ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί όταν αυθόρμητα κι ελεύθερα παίζεις και πειραματίζεσαι: το “Feeling Good” με συνοπτικές διαδικασίες πάει περίπατο και τη θέση του παίρνει μια γκρουβάτη διασκευή του αγαπημένου “Whole Lotta Love” μ’ ένα σφηνάκι “Dazed and Confused”!
Και τώρα ακολουθεί κάτι μαγικό. Κάτι που πάντα ήθελα να ζήσω. Η Δημιουργία. Ο Tom φέρνει ένα καινούριο τραγούδι. Πρώτη φορά το ακούει και η μπάντα. Αισθάνομαι τουλάχιστον προνομιούχος! This is when the magic happens! Ακολουθεί περίπου μία ώρα καθαρής απόλαυσης, όπου μπροστά στα μάτια και τα’ αυτιά μου ένα νέο τραγούδι γεννιέται και παίρνει μορφή. Η όλη διαδικασία μοιάζει με ταινία με τη ζωή ενός ανθρώπου σε fast forward, από τη γέννηση ως την ενηλικίωση τουλάχιστον. Τα παιδιά ξεκινούν να αλληλεπιδρούν, να συνδέονται και να «συνθέτονται», να μπλέκονται, γενόμενοι οι ίδιοι το παιδί που γεννούν. Σύνθεση. Βιώνω την πλήρη σημασία της λέξης αυτής. Προβληματίζομαι πάνω στο one man project, μιας κι είναι αυτός ο συνθέτης και ο οδηγός του οχήματος αυτού. «Κανένας άνθρωπος δεν κατάφερε τίποτα μόνος του. Κάτι τον βοήθησε: η φύση, ένας άλλος άνθρωπος… Μόνος εντελώς αποκλείεται να κάνεις τίποτα. Όταν γύρισα από την Αγγλία έπαιζα πολύ μόνος μου, με μια ακουστική, κι έτσι έμαθα να βγαίνω μόνος μου και να είμαι performer, που είναι πολύ δύσκολο. Να κάνεις τον κόσμο να σιωπά και ν’ ακούει τις ιστορίες σου. Όμως ήθελα να μάθω να παίζω και με άλλους. Θεωρώ όλους τους μουσικούς που είχα την τύχη να συνεργαστώ και η ζωή έφερε στον δρόμο μου, δώρο. Σίγουρα θέλω να έχω έναν τελευταίο λόγο στα πράγματα, για να έχει το αποτέλεσμα τη δική μου αισθητική. Όμως απολαμβάνω να παίζω με φίλους, με τα αδέρφια μου, με καθηγητές μου, γιατί νιώθω ότι διαρκώς με διδάσκουν. Το νιώθω πραγματικά δώρο αυτό.»
Ο Νίκος πηγαίνει στο πιάνο και αυτό που βγαίνει είναι ένα χάδι, τόσο απαλό και γλυκό, που μου γαλήνεψε όλο μου το είναι. Όταν ο Tom λέει «αυτό είναι παιδιά» νιώθω πληρότητα. Ίσως τελικά οι πιο ωραίες στιγμές είναι αυτές που μπορείς να πεις στον εαυτό σου ότι έφτιαξες κάτι όμορφο ή μάλλον ότι αυτό που φαντάστηκες, είναι στ’ αλήθεια κάτι όμορφο. Και κάπως έτσι έμαθα για την “ Broken Heart of Joan Sanchez”. Είναι το κορίτσι του Son of A Gun.
Πέρασμα τα κομμάτια ξανά. Η πρόβα τελειώνει. Συζητάμε περί ανέμων και υδάτων: για τη μουσική, για τους Socrates, για την ελληνική σκηνή, για το Μπονάτσο, την άποψη του Tom Robbins για την κατάθλιψη, τη σύγχρονη υπερκαταναλωτική νοοτροπία, τον Μπάμπη Τυρόπουλο και το Δημήτρη Αποστολάκη. Δε θέλω να φύγω. Πρέπει όμως. Πρέπει να γράψω γι’ αυτό που έζησα, για το υπέροχο πρωινό και prive μου live! Τους ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη, την ευγένεια, την υπέροχη συζήτηση και την μαγική μουσική. Ανυπομονώ να τους δω τη Δευτέρα στο live του Red 96,3 και τους εύχομαι από καρδιάς επιτυχία και τύχη στο διαγωνισμό και όχι μόνο!
************************
O Red FM 96.3 διοργανώνει για τρίτη χρονιά το διαγωνισμό Red Live, δίνοντας έτσι την ευκαιρία σε νέα ελληνικά συγκροτήματα και καλλιτέχνες να βρεθούν στο live stage του σταθμού και να παρουσιάσουν στην κριτική επιτροπή διασκευές αγαπημένων ροκ τραγουδιών, αλλά και δικό τους υλικό και να κερδίσουν πολλά μεγάλα βραβεία!
Ο μεγάλος νικητής που θα κατακτήσει το πρώτο βραβείο θα κερδίσει την παραγωγή, ηχογράφηση και διανομή ενός single από μεγάλη δισκογραφική εταιρία. Το 2ο βραβείο είναι μια Live εμφάνιση στο Rockwave 2019 (wow). Ο 3ος νικητής θα κερδίσει 300€ δωροεπιταγή για να προμηθευτεί όλο τον μουσικό εξοπλισμό που χρειάζεται, ενώ το 4o βραβείο έρχεται από τον χορηγό του RED LIVE 3, την Pils Hellas, που προσφέρει κιβώτια με τις μπύρες για όλη τη χρονιά. Το ένα καλύτερο απ’ τ’ άλλο μ’ ένα λόγο!