Πρώτα ήταν τα Σάββατα, στη συνέχεια οι καθημερινές· ακολούθησαν με απόλυτη επιτυχία οι Παρασκευές κι εκεί που όλα έβαιναν καλά, κάποιος επιτήδειος αχρείος, αποφασίζει, με κανένα ίχνος δημοκρατίας, να καθιερώσει τις Κυριακές, ως τη νέα “in” μέρα, ως προς τη διεξαγωγή συναυλιών. Και ποιοι είμεθα εμείς, στο κάτω κάτω, που θα υποδείξουμε στον καθέναν πότε και πώς να κάνει τη δουλειά του, απλά πρέπει κι αυτό το, άγνωστης, ακόμα, έκτασης κείμενο, να αποκτήσει μια κάποια εισαγωγή!
Aνταπόκριση: Δημήτρης Κοντορούσης / Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες εδώ)
Κυριακή βράδυ· η παρέα βρέθηκε, η όρεξη υπήρχε ήδη και η αμφιβολία περίμενε αγκαζέ με το εισιτήριο, στα εκδοτήρια του Gazi Music Hall. Αφού παρέλαβα το τελευταίο και φορτώθηκα την παρέα του στο σβέρκο, κατέβηκα τις λιγοστές σκάλες, για να καταλήξω σε μία αχανέστατη οχλαγωγία, η οποία, το μόνο που απέπνεε, ήταν αδημονία για όσα επρόκειτο να συμβούν.
Και ενώ γινόμουν ένα με χαρούμενους μπαμπάδες, ήσυχα πιτσιρίκια, παλαιών αρχών goth-άδες, industrial-άδες και κάθε λογής, παρόμοια, πλάσματα της φαντασίας, τα φώτα χαμήλωσαν και στη σκηνή ανέβηκαν οι ‘δικοί μας’, Mani Deum. Μετρώντας, περίπου, δέκα χρόνια παρουσίας στη μουσική σκηνή, έχουν πραγματοποιήσει αμέτρητα live, πολλά από αυτά ως opening act για μεγάλα ονόματα, έχουν παίξει σε φεστιβάλ του εξωτερικού και, διαμορφώνοντας και εξελίσσοντας, με το πέρας των χρόνων, τη μουσική τους, έχουν καταφέρει να αποκτήσουν μεγάλο κοινό εντός και εκτός συνόρων. Η εμπειρία αυτή, τους έκανε να ανταποκριθούν άπταιστα στους, περίπου, 3.000 θεατές και αναμφισβήτητα να κερδίσουν την προσοχή όσων δεν τους ήξεραν, μιας και οι επευφημίες και τα χειροκροτήματα διαδέχονταν το ένα το άλλο, μετά το πέρας κάθε κομματιού.
<iframe src=”https://www.facebook.com/plugins/post.php?href=https%3A%2F%2Fwww.facebook.com%2Frockinathens%2Fphotos%2Fa.992452874145142%2F992453424145087%2F%3Ftype%3D3&width=500″ width=”500″ height=”335″ style=”border:none;overflow:hidden” scrolling=”no” frameborder=”0″ allowTransparency=”true” allow=”encrypted-media”></iframe>
Ερμήνευσαν τα “Roses in an Endless Field” και “Love Like Berlin”, από την παρθενική τους δουλειά “Music For Your Local Church… Or Your Local Brothel”, ενώ από το τελευταίο τους πόνημα “When Beauty Ends”, ακούστηκαν τα “Summer Ocean Death”, “Every Kiss Is a Carcrash”, “Bloodbath in E minor”, “My Fears are Birds”, “The Storm is Coming” και μας αποχαιρέτησαν με το “They Murdered Your Youth”. Με πολύ καλή σκηνική παρουσία, με δύο φωνές (Περικλής, Μάνος) ζεστές και σκοτεινές, με ένα theremin, το οποίο γέμιζε τον χώρο τοπία και ιστορίες, με ένα φανταστικό drummer και έναν ογκώδες (ηχητικά) μπασίστα, το ‘infected folk n’ roll’ των Mani Deum, αποτέλεσε, ίσως, την καλύτερη δυνατή επιλογή, από τους ίδιους τους Sister of Mercy, για να δώσουν το εναρκτήριο λάκτισμα, στη συγκεκριμένη βραδιά.
<iframe src=”https://www.facebook.com/plugins/post.php?href=https%3A%2F%2Fwww.facebook.com%2Frockinathens%2Fphotos%2Fa.992452874145142%2F992453457478417%2F%3Ftype%3D3&width=500″ width=”500″ height=”335″ style=”border:none;overflow:hidden” scrolling=”no” frameborder=”0″ allowTransparency=”true” allow=”encrypted-media”></iframe>
Λίγη αναμονή για τα καθέκαστα και το ρολόι έδειξε 22:30, ακριβώς! Τα φώτα χαμήλωσαν και ο γράφων απόρησε· “πόσο θα τραβήξει πια αυτό το “αστείο” με την ακριβέστατη ακρίβεια;” Ο Andrew Eldritch, υπό τη συνοδεία των Catalyst, Cristo και του ¨γεια είμαι ο τύπος που έχω τρία mac μπροστά μου” (a.k.a χειριστής του Doctor Avalanche, συνοδοιπόρου των The Sisters of Mercy όλα αυτά τα χρόνια), ανέβηκαν στη σκηνή και χωρίς την παραμικρή υπόνοια για χαιρετούρες και χάσιμο χρόνου, οι πρώτες νότες του “More”, ήχησαν, νοσταλγικές, στα αυτιά και στην ψυχή. Το παρουσιαστικό της μπάντας, δεν θα κρύψω ότι μου φάνηκε να ξεπερνάει τα όρια του κωμικού, καθώς sportif outfit, του Eldritch σε συνδυασμό με τα cyber friendly outfits και τα κολλητά αμάνικα φανελάκια, κάπου συγκρούστηκε με τα καπέλα τις καμπαρντίνες, αλλά μιας που δεν είναι κάτι το οποίο συνέβη για πρώτη φορά το βράδυ της Κυριακής, σιωπηλά, θα το προσπεράσω. Τα “Ribbons”, από το “Vision Thing”, “Crash and burn” και ένα medley των “Doctor Jeep/Detonation Boulevard”, συντέλεσαν τη, σχετικά, ήπια συνέχεια. “Body Electic”, “Amphetamine Logic”, φανταστικό “Alice”, “Arms” και ανεπανάληπτη η εκτέλεση στο “No Time to Cry”, δεν ήταν, μιας και τη στιγμή εκείνη, επέλεξαν οι φωνητικές χορδές του Eldritch, για να θυμίσουν σε όλους μας, και μαζί σ’ αυτόν, το γεγονός ότι δεν είναι πιτσιρικάς πλέον. Παρόλα αυτά, δεν πτοήθηκε και η φωνή επανήλθε για να ακούσουμε τα “Dominion/Mother Russia”, “Summer”, “Jihad” (από το “The Gift” των “The Sisterhood”) και “Flood II”.
<iframe src=”https://www.facebook.com/plugins/post.php?href=https%3A%2F%2Fwww.facebook.com%2Frockinathens%2Fphotos%2Fa.992452874145142%2F992455227478240%2F%3Ftype%3D3&width=500″ width=”500″ height=”502″ style=”border:none;overflow:hidden” scrolling=”no” frameborder=”0″ allowTransparency=”true” allow=”encrypted-media”></iframe>
Το ατελείωτο fog machine, δεν σταμάτησε ποτέ, ως τη στιγμή εκείνη, κάτι το οποίο έκανε, μεν, το σκηνικό να θυμίζει κάτι από τους παλιούς Sisters of Mercy, από την άλλη, όμως, η ατμόσφαιρα γινότανε ολοένα και πιο αποπνικτική. Μετά από ελάχιστα λεπτά διαλείμματος, η μπάντα επανήλθε στη σκηνή, και η συνέχεια ήταν αναμενόμενη, μα άξια αναμονής! “Something Fast”, “Lucretia My Reflection” και “Vision Thing”, τον αμίλητο, ξινό Eldritch, να μετράει χιλιόμετρα πάνω στη σκηνή και, αν η μνήμη μου δεν με απατάει, κάπου στο σημείο αυτό, άναψε κι ένα τσιγαράκι, απ’ τα κομμένα, για την παρέα. Δεύτερο ολιγόλεπτο διάλειμμα, και τρίτη θερμή υποδοχή για να ακουστεί το φανταστικό ομώνυμο έπος από το “First and Last and Always”, το hit, μα πάντα ευπρόσδεκτο “Temple of Love”. Το τέλος πλησίαζε και ήρθε, ανατριχιαστικό, με τον καλύτερο τρόπο· “This Corrosion” και περίπου 3.000 άτομα να ωρύονται και να τραγουδάνε!
Προφανώς και χωρίς το παραμικρό ίχνος χαιρετούρας, η μπάντα αποχώρησε και φως κατέκλυσε το χώρο! Καθώς το 2006, απολάμβανα, από το πεζοδρόμιο του γήπεδου του Σπορτινγκ, την αστεία σαρδελοποίηση των όσων ήταν μέσα και την απόγνωση όσων είχαν μείνει έξω με το εισιτήριο στο χέρι, ενώ το 2009 δεν είχα την τύχη να παραβρεθώ, μπορώ, με σιγουριά, να πω ότι, παρά το γεγονός πως δεν επρόκειτο για συναυλία ζωής, ούτε καν για τη συναυλία της χρονιάς, οι δυόμισι ώρες που παραβρέθηκα στο Gazi Music Hall, κάρφωσαν, σε εμένα και στα 3.000, ακόμη, άτομα, τα οποία, ασταμάτητα, ξεχύνονταν έξω από το χώρο, ένα χαμόγελο ικανοποίησης.