Οι The Dranks μετρούν πάνω από 10 χρόνια ιστορίας στην εγχώρια σκηνή και ανανεωμένοι πια, κυκλοφορούν νέο δίσκο και “οργώνουν” τις Αθηναϊκές σκηνές. Διαβάστε τι είπαν στο Γιώργο Χούλλη σχετικά με το DIY, τις μουσικές επιρροές τους και τα μελλοντικά τους σχέδια.
Καλησπέρα! Ξεκινάω με την κλισέ αλλά απαραίτητη ερώτηση μιας και μιλάμε για πρώτη φορά. Πότε ξεκίνησαν οι Dead Dranks;
Η μπάντα ξεκίνησε κάπου στο 2005 με το όνομα Τhe Drunks και υπήρχε αρχικά ως τρίο, πάρα πολύ σύντομα όμως γίναμε τέσσερεις και το όνομα πλέον άλλαξε σε The Dead Dranks.
Γιατί χρειάστηκαν 10 χρόνια γα να κυκλοφορήσει ο πρώτος σας δίσκος;
Οι συχνές αλλαγές μελών, πιο συγκεκριμένα των drummer, καθώς και το βαρύ οικονομικό βάρος που αδυνατούσαμε να σηκώσουμε για μια αξιοπρεπή ηχογράφηση, υπήρξαν οι κύριοι λόγοι της μεγάλης καθυστέρησης της κυκλοφορίας του ντεμπούτο album μας.
Πιστεύεις ότι σας βοήθησε αυτή η αναμονή στο τελικό αποτέλεσμα;
Θεωρούμε ότι όλη αυτή η αναμονή τελικά έπαιξε θετικό ρόλο στο αποτέλεσμα του υλικού, γιατί σίγουρα η μπάντα στα χρόνια που μεσολάβησαν έδεσε περισσότερο και απέκτησε την απαραίτητη εμπειρία που χρειαζόταν για ένα τόσο σημαντικό βήμα. Επίσης, αρκετά μέρη των τραγουδιών άλλαξαν σε σχέση με την πρωταρχική τους μορφή και ευτυχώς αποτυπώθηκαν όπως έπρεπε κατά την ηχογράφηση, συγκρινοντάς τα με το πως θα γράφονταν αν γινόταν το όλο πράγμα νωρίτερα.
Ο δίσκος κυκλοφορεί απο εσάς τους ίδιους. Ναι μέν το λεγόμενο DIY έχει το θετικό για μία μπάντα οτι διαχειρίζεται μόνη της τη μουσική της αλλά έχει και κάποιες δυσκολίες. Ποιές είναι αυτές κατά τη γνώμη σου;
Κυρίως, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζεις όταν κάνεις κάτι DIY θα λέγαμε πως είναι ότι χρηματοδοτείς τα πάντα από την τσέπη σου και ειδικά σε τέτοιους καιρούς της οικονομικής δυσχέριας που ζούμε όλοι, μπορούμε να φανταστούμε το πόσο δύσκολο είναι. Επιπλέον, άλλη μία μεγάλη δυσκολία, είναι η διανομή του υλικού. Μια μπάντα σίγουρα δεν έχει το απαραίτητο δίκτυο διανομής που διαθέτει μία εταιρεία, με αποτέλεσμα να αυξάνεται και το τρέξιμο που έχεις να κάνεις.
Πιστεύεις οτι η DIY φάση στις μέρες μας μπορεί να γίνει δυνατότερη εδώ στην Ελλάδα;
Κατά τη γνώμη μας είναι εφικτό να συμβεί, γιατί εκτός της ιδεολογικής σκοπιάς του DΙΥ, διαπιστώνουμε κάθε μέρα και πιο πολύ ότι η έννοια της εταιρείας η οποία και θα χρηματοδοτούσε την ηχογράφηση, κοπή και διανομή ενός δίσκου, έχει σχεδόν εκλείψει στη χώρα μας. Με αυτά τα δεδομένα, είναι σχεδόν μονόδρομος το να αναλάβει ένας δημιουργός, επιπρόσθετα και όλο αυτό το διαδικαστικό κομμάτι του έργου του. Τελευταία, θα λέγαμε πως βλέπουμε ότι όλο και περισσότεροι ακολουθούν αυτό το δρόμο.
Πόσο σας εμπνέουν στη μουσική σας τα όσα συμβαίνουν γύρω μας με την οικονομική, την προσφυγική κρίση και γενικά;
Είναι αδύνατον με όλα αυτά τα δραματικά γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας να μένεις ανεπηρέαστος σαν άνθρωπος. Θεωρούμε ότι το να ζούμε καταστάσεις, όπου ουσιαστικά διωκόμενοι άνθρωποι, πνίγονται στη θάλασσα ή σκοτώνονται στη στεριά αναζητώντας ένα καλύτερο και ασφαλέστερο αύριο ή το ότι άλλοι συνάνθρωποί μας φτάνουν στο σημείο να τρώνε από τα σκουπίδια για να επιβιώσουν, είναι πολύ λογικό οι εικόνες αυτές να αφήνουν το στίγμα τους μέσα σου και σίγουρα περνάει υποσυνείδητα και στην οποιαδήποτε τέχνη κάνεις. Σίγουρα μας έχει επηρεάσει και εμάς σε μεγάλο βαθμό όλη αυτή η τραγικότητα και θέλοντας και μη, περνάει στη μουσική μας.
Επιστροφή στη μουσική. Η πρώτη μου επαφή μαζί σας ήταν η support εμφάνιση στους Buzzcocks το 2011. Τι έχετε να θυμάστε απο τότε;
Η συναυλία με τους Buzzcocks ήταν ουσιαστικά για εμάς, το πρώτο μεγάλο live που θα δίναμε ως τότε. Οπότε καταλαβαίνεις ότι επικρατούσε μεταξύ μας ένα σχετικό άγχος, με την έννοια του ότι θέλαμε να ανταποκριθούμε όσο το δυνατόν καλύτερα σε μία τέτοια πρόκληση. Ήταν μεγάλη τιμή και σημαντική εμπειρία για εμάς, το να μοιραστούμε το stage με ένα τόσο θρυλικό συγκρότημα. Δώσαμε τον καλύτερό μας εαυτό και θέλουμε να πιστεύουμε ότι την φέραμε όσο καλύτερα γινόταν εις πέρας, κρίνοντας και από την θετική ανταπόκριση του κόσμου.
Στα παρασκηνιακά, σίγουρα δε θα ξεχάσουμε την αστεία στιγμή που ο Danny Farrant μας ζήτησε μια παραμάνα και εμείς του δίναμε πένα (!) και επίσης το ότι τραγουδήσαμε το “happy birthday to you” στον Steve Diggle, παρέα με τους υπόλοιπους Buzzcocks, ο οποίος τύχαινε να έχει γενέθλια εκείνη τη μέρα και γενικά αράζαμε μαζί τους σε ένα ευχάριστο κλίμα.
Εκτός αυτού έχετε εμφανιστεί και με ορισμένες παλιές και επιδραστικές καραβάνες της Ελληνικής σκηνής όπως είναι οι Τhe Last Drive, τα Αρνάκια και οι Panx Romana. Τι σημαίνει αυτό για εσάς και πόσο πιστεύεις οτι βοήθησε να διαδοθεί τo όνομα της μπάντας;
Νιώθουμε πραγματικά ευγνώμονες που τα έφερε έτσι η ζωή να παίξουμε μαζί με αυτούς τους θρύλους της ελληνικής rock σκηνής, τους οποίους εμείς ως νεώτεροι ακούγαμε και σε μεγάλο βαθμό μας επηρρέασαν με τη μουσική και τη στάση τους, σε αυτό που διαμορφωθήκαμε ως άτομα αλλά και ως μπάντα. Ακόμη, είναι σημαντικό το να γνωρίζεις σε προσωπικό πλέον επίπεδο, ανθρώπους που μέχρι πρότινος ήξερες μόνο μέσα από τη μουσική τους και να αντιλαμβάνεσαι το πόσο υποστηρικτικά, αληθινά και ανιδιοτελή άτομα είναι και έτσι να εξυψώνονται ακόμη περισσότερο στα μάτια σου. Όσο για το κατά πόσον η όποια σύνδεση του ονόματός μας με αυτές τις ιστορικές μπάντες έπαιξε ρόλο στην διάδοση του ονόματός μας, θα λέγαμε ότι σίγουρα βοήθησε αρκετά διότι μας δόθηκε η ευκαιρία να ακουστούμε σε ένα πιο ευρύ και στοχευμένο κοινό, στο οποίο και εμείς κυρίως απευθυνόμαστε.
Ποιές είναι οι μπάντες που επηρέασαν τον ήχο σας;
Ανάμεσα σε πάρα πολλές, είναι οι The Ramones, The Stooges, Sex Pistols, Nirvana, Wipers, Dead Moon, Social Distortion, Radio Birdman, The Misfits, Buzzcocks, Dead Boys, The Clash, Motorhead, Damned, Hellacopters, Nomads, Bad Religion, Husker Du… and the list goes on and on!
Εμπνέεστε από άλλα διαφορετικά ακούσματα;
Eννοείται ότι ακούμε πολύ και διαφορετική μουσική πέρα από τα στενά πλαίσια του punk rock, όπως Beatles, The Who, The Doors, Zombies, Black Sabbath, Iron Maiden, Joy Division, The Cure, David Bowie, Tom Waits, Nina Simone, Chet Baker, blues, 50’s pop, 60’s gagare, power pop, grind, hardcore, new wave, post punk, ska, garage revival και ό,τι έχει να κάνει με την ελληνική underground rock σκηνή.
Ποιά τα μελλοντικά σας σχέδια;
Πολλά live σε Αθήνα αλλά και σε επαρχία, καθώς και σιγά σιγά την ηχογράφηση του δεύτερού μας δίσκου γιατί ήδη υπάρχει πολύ νέο και επεξεργασμένο υλικό.