Σαββατόβραδο στο Γκάζι. Η περιοχή της Αθήνας , όπου η πλειοψηφία του κόσμου βγαίνει για να περάσει καλά και να ξεφαντώσει μέχρι το πρωί. Από την άλλη, στην ίδια γειτονιά, αρκετοί ήταν και αυτοί -αν και όχι πολλοί- που πήγαν να βιώσουν τον επί σκηνής ακραίο μισανθρωπισμό των The Body και των Uniform. Έχω την εντύπωση πως όσοι βρέθηκαν εκεί, δεν γύρισαν ποτέ σπίτια τους οι ίδιοι.
Ανταπόκριση: Πάνος Παναγιωτόπουλος / Φωτογραφίες: Ιωάννα Κίτρου (περισσότερες εδώ)
Γύρω στις 9:30, οι ντόπιοι Tugdam έκαναν την εμφάνιση τους μπροστά σε ελάχιστο κόσμο. Για καλή τους τύχη, μετά τις πρώτες εκκωφαντικές νότες τους, ο χώρος άρχισε κάπως να γεμίζει και να δείχνει αρκετά ζεστός για να τους υποδεχτεί. ΟΙ τύποι αυτοί, αν και σε πρώτη φάση δείχνουν εντυπωσιακοί, κάπου ίσως το χάνουν. Ή απλώς μπορεί να έχασαν εμένα. Αν και το sludge ιδίωμα φαίνεται να το έχουν μελετήσει καλά, οι συνθέσεις τους ανακυκλώνουν τις νόρμες του είδους, χωρίς να προσφέρουν κάτι ιδιαίτερα ελκυστικό. Μεγάλες συνθέσεις, αρκετά γυρίσματα, γρήγορα και αργά parts, φωνητικά σχολής Anselmo απ’ τα παλιά (και με τσιρίδες δηλαδή), τεχνικά σημεία που θυμίζουν Soilent Green σε πολύ χαμηλές στροφές -χωρίς τα σολίδια-, και γενικώς καλές ιδέες που μάλλον θέλουν λίγο δουλειά ακόμη. Το πάθος και την όρεξη την έχουν, ο καιρός θα δείξει αν μπορούν να τα καταφέρουν.
Η παρουσίαση της μουσικής των Uniform ήταν αυτό που λέμε “σκέτη αρρώστια”. Το χαοτικό industrial punk τους δεν είναι εύκολο να το περιγράψεις. Όσο εξοικειωμένος να είσαι με τη δισκογραφία τους, ο τρόπος που οι συνθέσεις τους παίρνουν σάρκα και οστά επί σκηνής είναι εντυπωσιακός. Ο Ben Greenberg (κιθάρα) και ο Michael Berdan (φωνητικά), με τη βοήθεια του απίθανου Greg Fox των Liturgy στα τύμπανα, μας παρουσίασαν ένα set βγαλμένο απ’ τους χειρότερους μας εφιάλτες. Το “δέσιμο” και ο ήχος τους ήταν σε εξαιρετικά επίπεδα. Χωρίς να μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω τους, το σχεδόν μονοκοπανιά setlist τους δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο. Ο Michael Berdan, έβγαζε τα σωθικά του χωρίς να στέκεται στη θέση του λεπτό, δημιουργώντας κλίμα από άλλες εποχές. Mε καλύτερες στιγμές τα “Tabloid” και “The Killing of America” , η απίθανη διασκευή του “Symptom of the Universe” απ’ το “Ghosthouse” E.P τους ήταν o επίλογος που έκλεψε την παράσταση. Όχι τόσο επειδή διασκευάζουν εξαιρετικά Black Sabbath, αλλά επειδή οι τύποι διασκευάζουν Black Sabbath και ακούγονται σαν τους Big Black του “Songs About Fucking” με μεταλλάδικη αισθητική.
Αν οι Uniform είχαν ένταση στον ήχο τους, οι The Body την ξέφυγαν την φάση. Το ντουέτο από το Providence ήθελε το λιγότερο να μας εξοντώσει. Η μουσική τους είναι αχαρακτήριστη, την λες απλώς ακραία. Μπολιάζουν noise / doom / sludge πειραματισμούς, ηλεκτρονικά στοιχεία και κάθε είδους samplers, δημιουργώντας μια εξαιρετικά ζοφερή ατμόσφαιρα -όχι πάντα με απόλυτη συνοχή- που σε κάνει να νιώθεις άσχημα χωρίς να καταλαβαίνεις απολύτως τον λόγο. Η μουσική τους σε κολλάει στον τοίχο και σε κάνει να νιώθεις σκουπίδι. Τους τύπους τους λες και Coil της φάσης τους. Το live τους είναι ένας ψυχαναγκασμός, με τα σκατένια ουρλιαχτά του Chip King να σε γεμίζουν άγχος και φοβίες. Δύσκολη φάση. Το φοβερό με τους τύπους είναι ότι παρά το γεγονός ότι χάνεις κάθε ελπίδα για αυτή τη ζωή -ίσως και για τις επόμενες-, είναι πως μετά το τέλος αυτής της περίεργης κατάστασης μια λύτρωση τη νιώθεις. Όχι τόσο επειδή ξέφυγες από τους The Body ζωντανός, αλλά επειδή η μουσική τους λειτουργεί και λίγο σαν ψυχοθεραπεία.
Και μετά απ’ όλα αυτά βγαίνεις στο δρόμο, βρέχει καταρρακτωδώς , κοπέλες με τακούνια ψάχνουν να κρυφτούν κάτω από φουσκωτούς, πουκαμουσάτοι τζιτζιφιόγκοι με ζελέδες στα μαλλιά προσπαθούν να μη χαλάσουν το στυλ τους, και τα αυτοκίνητα είναι παρκαρισμένα πάνω στα πεζοδρόμια και στα δέντρα. Καμία τύχη όντως.