Ο παράδοξος καλλιτεχνικός κωλοπαιδισμός, που υπηρετούν οι Suuns είναι εντυπωσιακός. Συνδυάζοντας επικίνδυνα αταίριαστες μουσικές φόρμουλες, οι Καναδοί ακροβατούν φιλόδοξα μεταξύ Kraut ψυχεδέλειας και pop πειραματισμού, ξεφεύγοντας ταυτόχρονα από τα κλισέ του είδους. Χωρίς υπερβολές, η εμφάνιση των Suuns την περασμένη Τρίτη ήταν ένα αναπάντεχο ανοιξιάτικο (λέμε τώρα) συναυλιακό δωράκι, που δύσκολα θα ξεχάσουμε. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή.
Ανταπόκριση: Πάνος Παναγιωτόπουλος / Φωτογραφίες: Γιώργος Αργυρόπουλος (περισσότερες εδώ)
Οι Rattler Proxy συντόνισαν τους λιγοστούς, που είχαν έρθει από νωρίς, με ένα ενδιαφέρον ηλεκτρονικό set. Το αθηναϊκό ντουέτο συνδυάζει άψογα την dark wave αισθητική, μπερδεύοντας, ωστόσο, μοντέρνας σχολής χορευτικά beats και καλοστημένα noise περάσματα. Τα χαοτικά φωνητικά, σε παραπέμπουν άθελα τους (ή μήπως όχι;) στο κλειστοφοβικό σύμπαν των Suicide, αλλά και κατά τόπους στους Underworld των 90’s. Με τη σκηνή του Temple να τους ταιριάζει γάντι, η εμφάνιση τους ήταν άκρως επαγγελματική, κερδίζοντας σίγουρα τις εντυπώσεις.
Σειρά είχαν οι Scattered Clouds από το μακρινό Quebec, οι οποίοι μας παρουσίασαν ένα ενδιαφέρον, μα άνισο μουσικό set. Αν και σε πρώτη ανάγνωση, οι Καναδοί δείχνουν να υπηρετούν το noise/experimental ιδίωμα μια χαρά, τα πάντα στις συνθέσεις τους ήταν τόσο φορτωμένα και πειραγμένα, που κατά τόπους δεν έβγαζαν ιδιαίτερο νόημα. Λίγο από post punk, λίγο από μπλιμπλίκια, ενοχλητικά φωνητικά, και ένταση επί σκηνής. Η ρομαντική – σχεδόν κινηματογραφικής λογικής – άποψη τους περί μουσικής, κινείται οριακά μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, με αποτέλεσμα να κερδίζει μεν τις εντυπώσεις, αλλά ταυτόχρονα να χάνει και το στόχο της. Οι Scattered Clouds ίσως να βιάζονται πολύ να μας αποκαλύψουν όλα όσα έχουν στο κεφάλι τους και γι’ αυτό μας τα μπερδεύουν. Απ’ την άλλη, όλα τα στοιχεία, που μας παρουσίασαν, είχαν ενδιαφέρον, αρκεί μάλλον να τα βάλουν σε μια λογική σειρά. Το χειροκρότημα πάντως το κέρδισαν.
Χωρίς να χάνεται χρόνος, οι Suuns ανέβηκαν στη σκηνή και ανέλαβαν έργο. Υπό τους ήχους του εναρκτήριου “Control”, ακόμη και πιο ανυποψίαστος ακροατής ένιωσε πως πρόκειται να βιώσει κάτι σημαντικό. Το πρώτο μάλλον “εύκολο“ συμπέρασμα της βραδιάς, είναι πως η δισκογραφία των Καναδών εγκλωβίζει την live ενέργεια τους κατά πολύ. Κομμάτια όπως τα “X-ALT” και “2020” περιορίζονται σημαντικά στις studio version τους, σε σχέση με τις εντυπωσιακές ζωντανές εκτελέσεις τους. Παρά το ιδιαίτερο του ήχου τους, τα πάντα ακουγόντουσαν εξαιρετικά. Τα φωνητικά του Ben Shemie είναι όντως τόσο cool όσο νομίζεις, οι μπασογραμμές του Joe Yarmush υπνωτικές, με τα τύμπανα και τα ηλεκτρονικά effects να συντονίζονται άψογα. Η απόδοση του “Paralyzer” κέρδισε τις ήδη σίγουρες θετικές εντυπώσεις. Οι Suuns ήταν εξ’ ολοκλήρου καθηλωτικοί και αυτό φάνηκε και από τις αντιδράσεις του κοινού, που μάλλον θα κουβεντιάζουν αυτήν τους την εμπειρία για καιρό.
Η περίπτωση των Suuns είναι από αυτές που δυσκολεύεσαι να περιγράψεις. Είναι τόσο ιδιαίτερη μπάντα, και τόσο συγκλονιστική επί σκηνής, που δύσκολα βρίσκεις τις κατάλληλες λέξεις. Πάντως πρόκειται για μια από τις καλύτερες μπάντες, που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή και θα ήταν κρίμα να τους προσπεράσεις. Ας ελπίσουμε να τους ξαναδούμε απ’ τα μέρη μας σύντομα.