Οι ζωντανές εμφανίσεις των Rotting Christ στην Ελλάδα έχουν ξεπεράσει προ πολλού το χαρακτήρα ενός απλού μουσικού γεγονότος, περνώντας σε αυτόν της μυσταγωγίας. Αυτό που έλαβε χώρα το βράδυ του Σαββάτου στην Πειραιώς, μόνο ως μια μεταλλική παγανιστική γιορτή συλλογικής εμπειρίας μπορεί να χαρακτηριστεί. Ο κόσμος συνέρρευσε από νωρίς στο χώρο και τον γέμισε (ευτυχώς, προς τιμήν των διοργανωτών, όχι ασφυκτικά), καθώς τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί προ ημερών. Η ατμόσφαιρα ήταν από την αρχή ηλεκτρισμένη, με το κοινό να αδημονεί για την έναρξη, η οποία ήρθε στην ώρα της, ακριβώς στις 21:30.
Ανταπόκριση: Γιώργος Ξενικουδάκης / Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες εδώ)
Με το “Ze Nigmar” από το πρόσφατο “Rituals” ξεκίνησε το πρώτο μέρος του setlist που περιέλαβε τραγούδια από τις τελευταίες κυκλοφορίες του σχήματος. Η συμμετοχή του ακροατηρίου σε κομμάτια όπως τα “Κατά τον Δαίμονα Εαυτού” και ”Nemecic” ήταν έντονη και ενεργητική από την πρώτη νότα. Το γεγονός αυτό είναι η ζωντανή επιβράβευση της απόφασης της μπάντας να μη φοβάται να πειραματιστεί στον ήχο της αλλά και στη δομή των συνθέσεων, δίνοντας συνεχώς ενδιαφέροντα και διαφορετικά μεταξύ τους album. Μετά τη μικρή ανάπαυλα από την ένταση και την ταχύτητα με το ατμοσφαιρικό “Άπαγε Σατανά”, περάσαμε στο δεύτερο μέρος της εμφάνισης, στο οποίο ακούσαμε κομμάτια από το θρυλικό “Thy Mighty Contract”, όπως τα “The Sign Of Evil Existence” και “The Forest of N’Gai”. Η μπάντα έδινε απλόχερα ενέργεια και το κοινό, με την παρότρυνση του Σάκη, τη μετέφραζε σε σωματική ανταπόκριση με ασταμάτητα mosh pits και συνεχές head banging, επιστρέφοντάς την στη σκηνή και ανατροφοδοτώντας την. Πραγματικά λίγες φορές έχω ζήσει τόσο συντονισμένη ανταπόκριση κοινού και συγκροτήματος μέσω της μουσικής.
Στο τρίτο μέρος είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε κυρίως τραγούδια από τη Century Media περίοδο του συγκροτήματος, η οποία χαρακτηρίζεται από περισσότερη μελωδία, αλλά και από doom και gothic στοιχεία. Μέσα όμως από τις άψογες εκτελέσεις αλλά και το φανταστικό ήχο που έφτανε στα αυτιά μας από τα ηχεία του venue, το υλικό εναρμονίστηκε με τις προηγούμενες αλλά και τις επόμενες κυκλοφορίες. Απολαύσαμε έτσι κομματάρες όπως τα “After Dark I Feel” και “Among two Storms”, ενώ το συγκρότημα αλλά και το κοινό δεν έδειχναν σημάδια κούρασης, παρά την περίπου μιάμιση ώρα που είχε περάσει.
Η βραδιά έμελλε να συνεχιστεί, περιλαμβάνοντας τελικά 30 τραγούδια με συνολική διάρκεια 2,5 ωρών. Το τελευταίο και με μεγαλύτερη ποικιλία μέρος της εμφάνισης, μας έδωσε φανταστικές εκτελέσεις αγαπημένων τραγουδιών από όλη τη δισκογραφία του συγκροτήματος. Οι διασκευές στα “Lucifer over London” (Current 93) και “Societas Satanas” (Thou Art Lord) χρωμάτισαν το set σε όλη τη διάρκειά του. Το ανελέητο κοπάνημα κορυφώθηκε με τα “In Yumen Xibalba”, “Grandis Spiritus Diavolos” και “Noctis Era”, καθώς και το “χξς” στο encore ενώ στο κλασσικό “Non Serviam” δεν ακούσαμε φωνητικά, καθώς πάνω από 100 άτομα ανέβηκαν στη σκηνή να συνοδεύσουν την μπάντα στη φοβερή κατά τα άλλα εκτέλεση, με τον κόσμο στο ρόλο του τραγουδιστή.
Η ανοιξιάτικη βραδιά του Σαββάτου πήρε ένα πιο ζοφερό χρώμα, με τη σύμπραξη του κοινού και του μεγαλύτερου ελληνικού metal συγκροτήματος και μας άφησε εξουθενωμένους, αλλά και χορτασμένους από δυνατούς ήχους και σκοτεινές αισθήσεις.