Την ώρα που γράφονται αυτές οι λέξεις η ζαλάδα και το σοκ δεν έχουν ακόμα περάσει από αυτό που βιώσαμε, για άλλη μια χρονιά, στο Roadburn. Φέτος το φεστιβάλ μεγάλωσε ακόμα περισσότερο, αφαιρώντας μια μικρή σκηνή (το Extase, που αντικειμενικά δεν ήταν καλός χώρος), αλλά προσθέτοντας δύο νέες! Σε απόσταση περίπου 5 λεπτών από το 013, το βασικό venue του φεστιβάλ, εντάχθηκε ο χώρος του Koepelhal (προφέρεται κούπελχαλ), μια τεράστια αποθήκη όπου στήθηκε το merchandise και ένα stage μεγάλης χωρητικότητας, και ένας μικρότερος χώρος ακριβώς δίπλα το Hall of Fame. Συνολικά λοιπόν έχουμε πλέον δύο μεγάλους χώρους (Main Stage 013, Koepelhal), τρεις μεσαίου μεγέθους (Green Room 013, Het Patronaat, Hall of Fame) και έναν μικρό (Cul de Sac). Αυτά από το καινούριο set up, πάμε στο ψητό!\
Ανταπόκριση: Άρης Πολιτόπουλος
Πέμπτη 19 Απριλίου
Η πρώτη μέρα είναι πάντα κάπως χαλαρή, καθότι Πέμπτη, κόσμος ακόμα έρχεται από τις δουλειές του κτλ. Ωστόσο η έναρξη του φεστιβάλ δόθηκε με τρόπο εμφατικό στο main stage. Οι Waste of Space Orchestra είναι ένα πρότζεκτ που στήθηκε αποκλειστικά για το Roadburn. Οι Oranssi Pazuzu ένωσαν τις δυνάμεις τους με τους Dark Buddha Rising και έγραψαν μουσική μόνο για το φεστιβάλ. Και τι ΜΟΥΣΙΚΗ! Μια μίξη από το ύφος τις κάθε μπάντας, με τα χαρακτηριστικά φωνητικά των Pazuzu, μια εξαιρετική performance από τον τραγουδιστή των Dark Buddha Rising, και ήχος που πέρναγε από black metal σε Neurosis, καλύπτοντας ένα τεράστιο φάσμα του σκληρού ήχου. Απλά καταπληκτικοί, ενσάρκωσαν αυτό ακριβώς που είναι το Roadburn, σκοτεινή μουσική, special sets και πάθος, η ιδανική αρχή.
Όπως είπαμε ξεκινήσαμε χαλαρά, οπότε δεν κάτσαμε στην ουρά για Khemmis, οι οποίοι όμως μάλλον έσπειραν, αλλά πήγαμε να δούμε τους νέους χώρους. Επιστροφή στο main stage για να δούμε το πρώτο από τα 3 show των Earthless οι οποίοι ήταν πολύ καλοί, κι ας ήταν λίγο φλύαρη η κιθάρα ενίοτε. Ο ήχος κρύσταλλο, κάτι που θα συνέχιζε όλες τις μέρες, σε όλες τις μπάντες με μία εξαίρεση. Συνέχεια με το πρώτο show των Converge, που έπαιξαν ολόκληρο το καινούριο “The Dusk in Us” σε μια φανταστική εμφάνιση. Ο Jacob Bannon, ο προσκεκλημένος curator του φετινού Roadburn, βρίσκεται σε μια εμφανώς καλύτερη κατάσταση της ζωής του, παρά τις δυσκολίες, και αυτό βγαίνει και στην σκηνή όπου είναι σαφώς πιο ομιλητικός. Διάλειμμα για φαΐ γιατί η συνέχεια είχε κι άλλους ολόκληρους δίσκους.
Οι Cult of Luna μάγεψαν παίζοντας το “Mariner”, ενώ οι Hooded Menace διέλυσαν το Het Patronaat επιστρέφοντας στον δίσκο-ορόσημο “Fulfill the Curce”, έτσι για να θυμηθούμε και λίγο ότι δεν χρειάζεται η μουσική να είναι πάντα περίπλοκη. Το τελευταίο act της πρώτης μέρας στην κεντρική σκηνή ήταν οι Weedeater που μας παρουσίασαν ολόκληρο το “God Luck and Good Speed”, με τούμπανο ήχο και τσίτα τα γκάζια (όσο τσίτα πάνε εν πάση περιπτώση για Weedeater). Αφού τελείωσαν διαπίστωσα ότι οι Phurpa έπαιζαν ακόμα στο Green Room οπότε είπα να πάω να δω τι θα λέγανε οι τελετουργικοί λαρυγγισμοί τους, αλλά τα σχετικά δυνατά φώτα, καθώς και ο καταιγισμός κλασσικών δίσκων που είχε προηγηθεί τους έκανε εντελώς αδιάφορους. Ίσως σε πολύ μικρό χώρο με την κατάλληλη ατμόσφαιρα το show τους να έχει ένα ενδιαφέρον, αλλά δεν δούλεψε στο Roadburn.
Παρασκευή 20 Απριλίου
Η αρχική μου εντύπωση για την δεύτερη μέρα του φεστιβάλ ήταν ότι δεν θα έχω πολλά πράγματα να δω. Πόσο λάθος έκανα. Εκκίνηση στο Green Room με The Ruins of Beverast , οι οποίοι ήταν συγκλονιστικοί, και όσοι ασχολείστε με doom/black και δεν τους έχετε ακούσει ακόμα (αν υπάρχει κάποιος δηλαδή), καλό θα είναι να το κάνετε άμεσα. Πέρασαμα από Motorpsycho να χαλαρώσουμε λίγο, οι οποίοι ήταν τίμιοι και με φανταστικό ήχο.
Η προσπάθεια να μπούμε στο Patronaat για Panopticon ήταν αποτυχημένη, καθώς η ουρά ήταν τεράστια. Ευτυχώς εν τέλει γιατί έπαιξε όλα τα americana folk/country και απογοήτευσε πολύ κόσμο με τον έντονο ερασιτεχνισμό του. Θα τους βλέπαμε άλλωστε την επόμενη μέρα στο main stage. Η φίλη Αναστασία Παπαδάκη με είχε δασκαλέψει να πάω να δω Kikagaku Moyo, ένα ψυχεδελικό ροκ σχήμα από την Ιαπωνία, και πόσο δίκιο είχε. Άφησαν ένα κατάμεστο Koepelhal με το στόμα ανοιχτό με την εκτελεστική τους ικανότητα και τις καταπληκτικές τους συνθέσεις. Συνέχεια με Crowbar και ολόκληρο το “Odd Fellows Rest”. Φοβερός ήχος (το είπαμε ότι το main stage είχε τον καλύτερο ήχο ever;) και επαγγελματικό performance. Δεν έκατσα σε όλο το live ωστόσο καθώς ήθελα να δω λίγο από Kairon; IRSE! και πραγματικά άξιζε τον κόπο. Πιτσιρικάδες, παιχταράδες, με τσίτα psych rock/shoegaze, να βάλετε να ακούσετε, και αν έχετε την ευκαιρία να πάτε να τους δείτε.
Είχε έρθει η ώρα για το δεύτερο σετ των Converge, όπου αυτή τη φορά έπαιξαν το “You Fail Me” σε μια ακόμα καλύτερη εμφάνιση από την πρώτη μέρα, κάτι για το οποίο ίσως ευθύνεται και η ποιότητα του δίσκου. Ολιγόλεπτο πέρασμα από το τζαμάρισμα των Earthless με Damo Suzuki το οποίο είχε την πλάκα του, αλλά μας καλούσαν οι Godflesh που παρουσίασαν ολόκληρο το “Selfless” και μας πήραν τα κεφάλια με ήχο ογκόλιθο. Περπάτημα πάλι για Koepelhal γιατί το hype των IGORRR είναι πολύ δυνατό. Όταν είχα ακούσει το δίσκο δεν τρελάθηκα, όταν είδα τα βίντεο τους, τότε κατάλαβα πέντε πράγματα για την μουσική που παίζουν. Όταν τους είδα live όμως, μπήκαν όλα τα κομμάτια στη θέση τους. Απίστευτη θεατρική εμφάνιση, με άψογες εκτελέσεις των πολύ απαιτητικών συνθέσεων τους, με μια τραγουδίστρια που κλέβει την παράσταση με το έντονο χορευτικό performance της, ότι και να πω θα είναι λίγο, απλά καταπληκτικοί. Μετά από ένα τέτοιο σοκ, οι Grave Pleasures προσέφεραν ιδανικό τσιλάρισμα στο main stage για να κλείσουμε με μια τελευταία μπύρα.
Σάββατο 21 Απριλίου
Επιτέλους θα έβλεπα το “Mirror Reaper” των Bell Witch ζωντανά. Τι κι αν ήταν 2 η ώρα το μεσημέρι; Τι κι αν το Koepelhal παραήταν φωτεινό και η ζέστη πολλή; Οι Bell Witch δεν μάσησαν πουθενά. Μια κλινική εκτέλεση, ενός δίσκου-βίωμα, που πηγάζει από το τραγικό γεγονός του θανάτου του drummer της μπάντας Adrian Guerra. Ό,τι και να πω είναι λίγο πραγματικά, επί 84 λεπτά μας πήραν σε ένα ταξίδι από την άλλη πλευρά, μίλησαν για τον θάνατο, την ζωή, αλλά και την ελπίδα για τη συνέχεια. Το σχεδόν δεκάλεπτο χειροκρότημα που ακολούθησε από ένα αποσβολωμένο κοινό είναι η απόδειξη ότι ήταν το καλύτερο live του φεστιβάλ.
Χρειαζόταν ένα διάλειμμα για να συνέρθουμε, οπότε απλά περίμενα στον χώρο το σετ των Wear Your Wounds. Η περσινή τους εμφάνιση ήταν απογοητευτική από θέμα ήχου. Φέτος τα πράγματα ήταν σαφώς καλύτερα αλλά δεδομένου ότι είχαμε ξανακούσει το σετ, δεν μας είπε και πολλά. Δεύτερο σετ Panopticon με την ελπίδα ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα αφού θα παίζανε τα black metal κομμάτια τους. Δυστυχώς οι Αμερικάνοι δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες. Μέτριος ήχος (στο main stage μέτριος ήχος, μάλλον φταις), μέτριες εκτελέσεις, αρκετή αμηχανία και κάθε κομμάτι αφιερωνόταν σε διαφορετική ξαδέρφη του Lunn, δεν μας νοιάζει μαν πόσα ξαδέρφια έχεις! Εντυπωσιακά ερασιτέχνες, θέλουν πάρα πολύ δουλειά ακόμα για να αντεπεξέρθουν στο main stage του Roadburn. Αδιάφορο ωστόσο, γιατί ακολουθούσαν οι Mizmor παίζοντας ολόκληρο το “Yodh”. Έτσι παίζεται το doom black, απλά πράγματα, χωρίς φανφάρες. Ζόφος και μαυρίλα, χωρίς γραφικότητες και στολές. Άψογες εκτελέσεις, τέλειος ήχο, και ίδρωμα φανέλας. Ένας εκπληκτικός δίσκος και μια άψογη εμφάνιση. Η ανάγκη για φαγητό ήταν μεγαλύτερη από την ανάγκη να δούμε Borris με Stephen O’Malley, αλλά από όσο έμαθα ήταν πολύ καλοί.
Είχε έρθει η ώρα όμως για το πρώτο σετ των Godspeed! You Black Emperor. Τι εννοείτε δεν έχετε αγοράσει ακόμα εισιτήρια για το live τους στην Αθήνα; Με έμφαση στο καινούριο “Luciferian Tower” μας έστησαν σε έναν τοίχο από ηχοχρώματα και δεν μας άφησαν να πάρουμε ανάσα μέχρι να κλείσει και ο τελευταίος ενισχυτής Μιλάμε για τεράστια μπάντα, δεν ξέρω πραγματικά πως να περιγράψω ένα live τους πέρα από το να πω ότι είναι μια εμπειρία που πρέπει βιωθεί με μυαλό, ψυχή και σώμα. Το East Meets West Jam που ακολούθησε με μέλη των Earthless και Kikagaku Moyo ήταν πάρα πολύ εμπνευσμένο και τους αξίζουν συγχαρητήρια, αλλά προς το τέλος κάπου κουράστηκα με την ψυχεδέλεια, χωρίς να φταίνε οι μπάντες βέβαια. Οπότε μια βόλτα από Maggot Heart να ανεβάσουμε λίγο τους ροκ ρυθμούς μας και την ψυχολογία μας για να κλείσουμε την μέρα με αγνό σελτικ-φροστ-ικο black metal από τους Occvlta, που ήταν ακριβώς αυτό που είχαμε ανάγκη.
Κυριακή 22 Απριλίου
Η τελευταία μέρα του Roadburn είναι πάντα κάπως ιδιαίτερη. Ο κόσμος έχει αραιώσει αισθητά, η κούραση έχει αρχίσει και μας καταβάλει και ο αριθμός των σκηνών περιορίζεται στο 013 και πέριξ. Εκκίνηση με το δεύτερο commissioned show με μουσική αποκλειστικά για το Roadburn, αυτή τη φορά με συνεργασία black metal συγκροτημάτων από την Ισλανδία και συγκεκριμένα τους Misþyrming, Wormlust, Svartidauði και Naðra. Το σχήμα έπαιξε ένα σετ με την ονομασία Sόl An Varma, με θέμα τον θάνατο ενός άστρου και το επακόλουθο χάος. Ενδιαφέρον, δυνατή εκτέλεση, όχι τόσο καλοί όσο οι Waste of Space Orchestra.
Δεύτερο σετ Bell Witch αυτή τη φορά με κομμάτια από τους υπόλοιπους δίσκους τους, αλλά η υπερβολική ζέστη στο Patronaat δεν μας άφησε να το χαρούμε. Ένα πέρασμα από τους τζαζοψυχεδελικούς Watter που δεν μου είπαν και πολλά, για να ακολουθήσουν οι Wiegedood στο main stage με μια φανταστική εμφάνιση, κρατάς σημειώσεις Panopticon; Πάλι πίσω Patronaat για να δούμε τους φανταστικούς Hell από καλή θέση στον εξώστη και να πάρουμε ανάσες. Ο Zonal παρέα με τον Moor Mother ήταν ένα πολύ καλό ηλεκτρονικό διάλειμμα, και εμφανώς το έψαχνε ο κόσμος.
Το δεύτερο σετ των Godspeed! You Black Emperor ήταν η απόλυτη αποθέωση. Αυτό που λέμε τα παίξανε όλα, ε τα παίξαν όλα, είχαμε μείνει άφωνοι με αυτό που εκτυλισσόταν μπροστά μας. Να πούμε ένα μπράβο στους Hail Spirit Noir που είναι η πρώτη Ελληνική μπάντα που έπαιξε ποτέ στο Roadburn και να τους ζητήσω συγνώμη που έκατσα μόλις πέντε λεπτά στο σετ τους, αλλά αυτό που γινόταν με τους Godspeed! δεν είχε προηγούμενο. Ωστόσο οι Hail το γέμισαν το Green Room και απέσπασαν πολύ θετικά σχόλια. Οι κινέζοι Zuriaake ήταν τουλάχιστον γραφικοί με το απλώς ok black metal τους, αλλά είχαν και αυτοί την τιμή να είναι η πρώτη κινέζικη μπάντα του φεστιβάλ. Ο Gost ήταν πολύ καλύτερη επιλογή για το κλείσιμο στο Green Room με το dark techno του να ανεβάζει τους ρυθμούς πολύ ψηλότερα από ότι φανταζόμασταν ότι αντέχαμε.
Και όπως πάντα λίγα λόγια για το κλείσιμο. Άλλη μια χρονιά το merchandise το διαχειρίζεται το ίδιο το φεστιβάλ και οι τιμές έμειναν ψηλά. Ευτυχώς κάποιες μπάντες όπως οι Godspeed! απαίτησαν να πουλήσουν οι ίδιοι το merch τους σε φυσιολογικές τιμές. Θα πρέπει να επιστρέψει η διαχείριση του merch στις μπάντες, γιατί μόνο καλό θα κάνει τόσο στα συγκροτήματα, όσο και στο κοινό που θα μπορεί να αγοράσει περισσότερα πράγματα. Από κει και πέρα, το φεστιβάλ κάθε χρόνο μεγαλώνει και αυτό φαίνεται παντού. Χωρίς να είναι κάτι κακό, απλώς ορισμένα πράγματα που ήταν πιο χύμα τις προηγούμενες χρονιές, αρχίζουν και γίνονται πιο συγκροτημένα (βλέπε έλεγχο στις τσάντες την πρώτη μέρα, που παλιά δεν έπαιζε). Η επέκταση στους νέους χώρους είναι πολύ καλή επιλογή και πραγματικά δίνει χώρο στο φεστιβάλ αλλά και στον κόσμο να αναπνεύσει και δίνει τη δυνατότητα στους διοργανωτές να έχουν περισσότερα και μεγαλύτερα ονόματα. Αυτά τα ολίγα, ανανεώσαμε το ραντεβού μας για του χρόνου με την ελπίδα να δούμε την τριπλέτα Sleep, Om, High on Fire!