Ο έβδομος δίσκος του καλλιτεχνικού οχήματος του Nick van Dyk και της παρέας του είναι ένα έργο αλλαγών και αντιφάσεων. Πρώτη και μεγαλύτερη αλλαγή αυτή του frontman καθώς ο Ray Alder παραχώρησε τη θέση του στον Tom Englund τον Evergrey. Η δεύτερη αλλαγή, τουλάχιστον στα αυτιά μου είναι η απόφαση του van Dyk να αφήσει τις δύσκολες μέρες που πέρασε στο παρελθόν και να κάνει τον ήχο των Redemption πιο ματζόρε και uplifting.
Η αλλαγή αυτή φαίνεται από το πρώτο σκάσιμο του “Eyes you Dare Not Meet In Dreams” με τον thrash χαρακτήρα και τις ανατολίτικες shred-αριστές κιθάρες, και συνεχίζεται στο single του δίσκου “Someone Else’s Problem”. Κάπου εδώ φαίνεται και η αισθητική αντίφαση που έχει να κάνει με την απόδοση των φωνητικών, καθώς έχω συνηθίσει την φωνή και κυρίως την χροιά του Englund να συνοδεύει το σκοτεινό prog της κύριας μπάντας του και εδώ μου ακούγεται λίγο εκτός κλίματος. Μπορεί να επηρεάζομαι από το γεγονός ότι είμαι άρρωστος fan του Alder, δεν μπορώ όμως να μην παρατηρήσω ότι σε κάποια σημεία ο αντικαταστάτης του ακούγεται σαν να βαριέται, ή τουλάχιστον να μην ξέρει πώς να αποδώσει αισθητικά το υλικό.
Από την άλλη βέβαια εδώ έχουμε μάλλον την καλύτερη παραγωγή που έχουμε ακούσει σε album των Redemption, ενώ η συνθέσεις είναι ανώτερες ποιοτικά από τα τελευταία δύο πονήματά τους που δεν μου “έκατσαν” ποτέ μουσικά. Ξεχωρίζουν το δυναμικότατο “Impermanent”, το “Indulge in color” με την υπέροχη μελωδία, αλλά και το “The Last of Me” στο οποίο λάμπει η δουλειά που έχει κάνει στα τύμπανα ο Chris Quirarte. Πραγματικά ο άνθρωπος έχει γράψει σε κάθε τραγούδι την δική του σύνθεση μέσα στη σύνθεση και βγάζει μάτια, τόσο τεχνικά όσο και αισθητικά. Δεν πάει πίσω βέβαια και η εκπληκτική κιθαριστική δουλειά η οποία πότε κινείται σε μονοπάτια των Dream Theater και πότε των Symphony X αλλά δεν διστάζει και να πειραματιστεί όπως στο αισθαντικό “And Yet” και στο σκοτεινό “Little Men”.
Το album, μετά από μία μάλλον αχρείαστη διασκευή στο “New Year’s Day” των U2 κλείνει πανηγυρικά με το 10λεπτό ομώνυμο τραγούδι το οποίο είναι μάλλον η καλύτερη σύνθεση και δικαιολογεί απόλυτα τη διάρκειά του. Δεν μπορώ να μην το φανταστώ όμως ρε γαμώτο με τον Alder στη φωνή. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι το “Long Night’s Journey into Day” αποτελεί μία ιδιαίτερα αξιόλογη κυκλοφορία στο χώρο του prog metal, παρά τις αδυναμίες της. Όσοι όμως δεν έχουν προγενέστερη επαφή με το υλικό της μπάντας καλύτερα να ξεκινήσουν με το αριστουργηματικό “Snowfall on Judgment Day” (2009).