Ο Jim Thompson ήταν ένας (κυρίως pulp fiction) Αμερικανός συγγραφέας νουάρ αστυνομικής λογοτεχνίας, ο οποίος σχεδόν παρέα με τον Raymond Chandler γνώρισε την επιτυχία κυρίως μετά θάνατον. Οι αστικής παραφροσύνης ιστορίες του έχουν επηρεάσει χαρακτηριστικά και τον κινηματογράφο, με κύριο πρεσβευτή τους, την άνευ προηγουμένου ματαιοδοξία των πρώτων film των αδερφών Cohen. Χαρακτηριστικά δείγματα της δουλειάς του είναι τα “Killer Inside Me” το “The Grifters”, και φυσικά το εξαιρετικής ατμόσφαιρας “pop.1280” του οποίου ο τίτλος αναφέρεται στον πληθυσμό μιας μικρής αμερικάνικης πόλης που εξακολουθεί να μειώνεται.
Οι pop.1280 έχοντας δανειστεί το όνομά τους από το βιβλίο του Thompson, αυτή την περίοδο κυκλοφορούν αισίως το τρίτο τους album υπό τον τίτλο Paradise και η μουσική τους δεν είναι φιλόξενη για τα ανεκπαίδευτα αυτιά. Η παραισθησιογόνα ατμόσφαιρα τους, συναντά το noise σύμπαν των πρόσφατων Swans, αλλά και την no – wave επιθετική punk συμπεριφορά των Flipper.
Στο Paradise, σε αντίθεση με την πειραματική εκκεντρικότητα των προηγούμενων albums, η συνθετική βάση τους κρύβεται περισσότερο στα ξεκούρδιστα synths και το rhythm section,παρά στα κιθαριστικά μέρη. Περιορίζοντας την αρρώστια της μουσικής τους σε φυσιολογικά επίπεδα, οι pop.1280 παραδίδουν μαθήματα post punk σύνθεσης που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την εφευρετικότητα των εξ’ αρχής δημιουργών του είδους, όπως τους Sonic Youth και Suicide. Η αφαιρετική λογική του album, ναι μεν υποστηρίζει κάποιες μονότονες industrial τεχνικές που σίγουρα έχεις συναντήσει και αλλού, αλλά σου δημιουργεί αυτό το καθολικό οριακό συναίσθημα που λίγες μπάντες μπορούν να καταφέρουν. Γι αυτό και μόνο τον λόγο αυτοί οι τύποι από το Brooklyn αξίζουν έστω και για λίγο την προσοχή σου.
Το ειρωνικό στον τίτλο “Paradise”, παρά τη μηδενιστική αισθητική του είναι αναγκαίο κακό με πλήρως δική σας ευθύνη και θα είναι ίσως μια από τις πιο δελεαστικές προτάσεις για τις μουσικές λίστες στο τέλος της χρονιάς που μόλις άρχισε.