Ο νιχιλισμός είναι φιλοσοφικό ρεύμα, που τάσσεται υπέρ της καθολικής άρνησης κάθε αξίας, πνευματικής ή υλικής. Οι Nihilism από την άλλη είναι black metal εγχείρημα, που μας συστήνεται για πρώτη φορά. Είναι μία ιδέα, που πήρε σάρκα και οστά χάρη στις εμπνεύσεις του Χρήστου Μπόνου, καθώς τα πρώτα τους βήματα τα έκαναν ως one man band. Αν και σήμερα άλλοι τρεις μουσικοί έχουν μπει κάτω από την στέγη των Nihilism, ο δίσκος φέρει αποκλειστικά την σφραγίδα του Χρήστου.
Album που εύκολα εκτιμάς, αλλά δύσκολα γράφεις για αυτό, καθώς σε παρασέρνει σε υπερβολές. Ως ήχος δε θυμίζει σε τίποτα τη σκηνή μας και αν έπρεπε να βρω μία μπάντα να το παρομοιάσω, αυτοί θα ήταν οι Αμερικανοί Abigail Williams και αυτό κυρίως λόγω των φωνητικών. Παρά, λοιπόν, την μικρή του διάρκεια, σκάρτα τριάντα πέντε λεπτά, είναι χορταστικός και ολοκληρωμένος. Τα κομμάτια, ως τίτλο, φέρουν τον αύξοντα λατινικό τους αριθμό, πράγμα που συντελεί στην ατμόσφαιρα μυστηρίου, που χαρακτηρίζει την εν λόγω κυκλοφορία.
Θα ξεκινήσω από τα αρνητικά του δίσκου, τα τύμπανα δεν είναι παιγμένα, αλλά (εδώ έρχεται ένα τεράστιο αλλά), η τοποθέτησή τους μέσα στο album είναι ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ και ο ήχος τους δεν είναι κακός. Εκεί που καταλαβαίνεις ότι δεν είναι παιγμένα, είναι στο ότι είναι πολύ λιτά, καθότι ένας drummer θα τους έδινε πολύ μεγαλύτερο όγκο. Δεν ξέρω, όμως, αν κάτι τέτοιο θα ταίριαζε στη γενικότερη αισθητική του δίσκου. Μετά από αρκετές ακροάσεις, θα τολμήσω να πω ότι θα είχε ενδιαφέρον, αλλά εξακολουθώ να διατηρώ τις επιφυλάξεις μου.
Κιθαριστικά, το album είναι αυτό που λέμε hidden treasure. Πότε θυμίζουν τον παγωμένο ήχο των Νορβηγών πατέρων του είδους, πότε βγάζουν μία μελαγχολία και απελπισία, που συνειρμικά σε πάει σε άλλο υποείδος του black metal. Υπάρχουν σημεία, που ο ήχος τους είναι απίστευτα μελωδικός, χωρίς όμως γίνεται κουραστικός και φλύαρος, χωρίς να λείπουν και τα επιθετικά riffs, black metal είναι, άλλωστε.
Συνθετικά, έχει γίνει φοβερή δουλειά, αφού είναι σπάνιες οι φορές που τέτοιες δουλειές δεν έχουν κοιλιά και ο συγκεκριμένος δεν κάνει σε κανένα σημείο. Τα φωνητικά τώρα είναι ένα θέμα, η αλήθεια είναι ότι βρίσκονται πολύ πίσω, όμως είναι ένα concept album και προτού κρίνεις το οτιδήποτε, πρέπει να αφουγκραστείς το συναίσθημα του. Με την τοποθέτηση τους, ενισχύεται η ατμόσφαιρα και το συναίσθημα, δύο στοιχεία που κατέχουν περίοπτη θέση στην ημερήσια διάταξη της κυκλοφορίας. Μένοντας στα φωνητικά, μπορώ να πω ότι τα κατέληξα σαν τι μου μοιάζουν, σαν κάποιον που τραγουδάει, την ώρα που τον καταπίνει το σκοτάδι.
Εν ολίγοις, μιλάμε για ένα album που δείχνει πολλά για το παρόν και το μέλλον της σκηνής μας. Δεν τελειώνουν, όμως, εδώ τα θέματα για συζήτηση, που ανοίγει αυτός ο δίσκος, το κυριότερο είναι η ηλικία του συνθέτη του, που παρά το εξαιρετικά νεαρό της, στο album αυτό δεν ακούγεται καθόλου και μοιραία εγείρεται το εξής ερώτημα: θα μπορέσει να πιάσει το ίδιο συνθετικό επίπεδο και στο μέλλον; Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε και να μάθουμε την απάντηση. Ίσως πάρουμε μία πρώτη γεύση στην επερχόμενη εμφάνιση τους στο Temple, πλάι στους Grá και τους Order Of The Ebon Hand.