Aρκετός είναι ο ντόρος που έχει δημιουργηθεί γύρω απ’ το όνομα της ανεξάρτητης τραγουδοποιού Molly Nilsson. Τόσο οι βιωματικοί και συναισθηματικοί στίχοι της, όσο και η DIY προσέγγιση της στη μουσική -αλλά και η προσβάσιμη και φιλική προσωπικότητα της- αποτελούν μερικούς μόνο από τους λόγους που την καθιστούν hot commodity, στη σύγχρονη Σουηδική pop μουσική, που γνωρίζει σημαντική άνθιση. Η πέραση που έχει στην Ελλάδα είναι τέτοια, ώστε λίγους μήνες μετά τη sold out συναυλία της, επέστρεψε στο Death Disco, προκειμένου να ικανοποιήσει τους εναπομείναντες fans που δεν είχαν κατορθώσει να την απολαύσουν ζωντανά, λόγω αυξημένης ζήτησης.
Aνταπόκριση: Μαρίλη Κουλολιά / Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη
Τη συναυλία ανέλαβαν να ανοίξουν οι Le Page, μια μπάντα που δεν είχε τύχει να παρακολουθήσω στο παρελθόν – χωρίς αυτό να με δυσαρεστεί ιδιαίτερα. Με “άγαρμπους” χειρισμούς κινήθηκαν σε indie pop μονοπάτια, χωρίς ωστόσο να κατορθώσουν να αποδώσουν αποτελεσματικά το ήχο τους. Λάθη τόσο στη μουσική, όσο και στα φωνητικά έδιναν μια πολύ πρόχειρη εικόνα που παρέπεμπε περισσότερο σε σχολική παράσταση παρά σε συναυλία (βλ. nerds που αποφασίζουν να ακολουθήσουν το όνειρό τους ενάντια στις “cool” κλίκες τους σχολείου, και αποτυγχάνουν… αλλά παραμένουν συμπαθείς στη μνήμη του θεατή της κλισέ αμερικάνικης εφηβικής κομεντί). Η μουσική τους ήταν αδιάφορη, δεδομένου ότι το εγχώριο επίπεδο έχει ανέλθει σημαντικά. Εκτέλεσαν, κυριολεκτικά, τόσο δικά τους κομμάτια και σα να μη τους έφτανε αυτό προχώρησαν και σε… διασκευές! Πάντως, για του λόγου το αληθές, οφείλω να ομολογήσω πως η παρουσία τους επί σκηνής ήταν ευχάριστη, όσο δεν έπαιζαν μουσική. Επικοινωνιακοί και κεφάτοι έκαναν αστειάκια με αυτοσαρκαστική διάθεση. Εν τέλει, αυτό που σου έμενε από το set τους δεν ήταν παρά μια βασανιστική επανάληψη του “I’m blue da ba dee da ba die”…
H ώρα είχε πάει 23:15 και ήταν σειρά της headliner, Molly Nilsson, να ανέλθει στη σκηνή. Ο χώρος φυσικά έσφυζε από κόσμο, που είχε σαρδελοποιηθεί προκειμένου να την απολαύσει. Με έντονη επικοινωνιακή διάθεση, η Molly δεν έχασε ευκαιρία να συνδεθεί με το κοινό της. Τόσο οι αφιερώσεις όσο και οι περιγραφικές εισαγωγές της πριν από κάθε κομμάτι, συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας ατμόσφαιρας πιο οικογενειακής – δεν υφίσταντο χάσμα μεταξύ του κόσμου και της τραγουδοποιού. Τα περισσότερα κομμάτια που ακούστηκαν προέρχονταν από την ύστατη δισκογραφική δουλειά της, που φέρει τον τίτλο “Zenith”.
H θεματολογία του εν λόγω δίσκου διαβαίνει κατά κύριο λόγο αρκετά συναισθηματικά μονοπάτια. Σε συνδυασμό και με την ημέρα του Αγ. Βαλεντίνου που κοντοζύγωνε απειλητικά, αποτέλεσε έρεισμα για πολλές συζητήσεις περί έρωτος κι άλλων τέτοιων κλισεδιάρικων γυναικουλίστικων υστεριών, διαποτισμένων ωστόσο με μπόλικη δόση χιούμορ και ειρωνείας δια χειρός Molly Nilsson. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, ακούσαμε κομμάτια όπως τα “I Hope You Die”, “Love My Body”, “H.O.P.E” και “Lovers Are Losers” μεταξύ άλλων, πάντα συνδυασμένων με την πρότερη αφήγηση των προσωπικών εμπειριών της που συνέβαλαν στην εκπόνηση τους. Το κοινό έδειχνε να απολαμβάνει κάθε λεπτό της συναυλίας. Οι περισσότεροι γνώριζαν τους στίχους των τραγουδιών με αποτέλεσμα να επιδίδονται σε ένα ανεπαίσθητο sing-along, ενώ δεν έλειψαν και οι χορευτικές εξάρσεις στα ευχάριστα -αλλά κατά σημεία πανομοιότυπα, ή ελάχιστα διαφοροποιημένα beats- των κομματιών.
Στο σύνολό της, κάνουμε λόγο για μια ευχάριστη συναυλία, που έληξε σε κλίμα πανηγυρικό με επευφημίες από μέρους του κοινού με απόκριση τις ευχές της καλλιτέχνιδος.