Οι Magic De Spell είναι ένα συγκρότημα που έχει γράψει την δική του ιστορία στο ελληνικό rock εδώ και περίπου 4 δεκαετίες. Λίγο πρίν την εμφάνιση τους στο Κύτταρο την Παρασκευή, 12 του μηνός, ο Γιώργος Χούλλης κουβέντιασε με τους Θοδωρή Βλαχάκη (τύμπανα) και Γιώργο Αρχοντάκη (μπάσο) γύρω απο το παρελθόν, το παρόν αλλά και τα μελλοντικά πλάνα της μπάντας.
Πρώτα απ’ όλα, ας ξεκινήσουμε με τα τελευταία νέα των Magic De Spell.
Θοδωρής: Τα τελευταία νέα είναι οτι μετά την δική μου αποθεραπεία γιατί είχα σπάσει το χέρι μου το καλοκαίρι, είχαμε μία παύση στις συναυλιακές μας δραστηριότητες και το χειμώνα παίξαμε μόνο δύο συναυλίες κι αυτό απο λίγο. Οπότε αυτή τη στιγμή είμαστε έτοιμοι και ξεκινάμε full συναυλιακά. Εχουμε να πάμε στο Ηράκλειο Cine Studio 29/4, 5/5 στη Λευκωσία στον Εξάντα, 6/5 στο Alot Live στην Αγία Νάπα, 7/5 στον Κύκλο στην Λεμεσό. Μετά ερχόμαστε στην Αθήνα, φορμαρισμένοι και γκαζωμένοι για το Κύτταρο στις 12/5 μαζί με τα Μωρά στη Φωτιά, τους Απροσάρμοστους, τον Δημήτρη Πουλικάκο, τον Λήτη και τους Στίγμα 90 και νομίζω οτι αυτή θα είναι μία ιστορική συναυλία. Μετά απ’αυτό θα παρευρεθούμε στις 14/5 σ’ ένα αφιέρωμα στον Νίκο Βοσδογάνη, πρώην μπασίστα μας απο την εποχή του “Διακοπές στο Sarajevo” που δεν είναι πια κοντά μας. Στις 19/5 θα είμαστε στην Πάτρα, στη φοιτητική εστία και έπεται συνέχεια. Αυτές είναι μέχρι στιγμής οι ημερομηνίες που έχουμε μπροστά μας όσον αφορά τα live. Όσον αφορά το studio, ετοιμάζουμε νέα τραγούδια σιγά-σιγά. Έχουμε ετοιμάσει 2-3 νέα κομμάτια και προσπαθούμε να τα ολοκληρώσουμε, ώστε να κυκλοφορήσουν γρήγορα, να τα ακούσετε και ελπίζουμε να σας αρέσουν.
Σε ποιά κατεύθυνση θα κινούνται ηχητικά τα καινούρια σας τραγούδια;
Θοδωρής: Ο τελευταίος δίσκος που κάναμε το 2014 έγινε μαζί με τον Γιάννη Παλαμίδα και ήταν λίγο διαφορετικός απ’ ό,τι συνήθως κάναμε, οπότε τώρα θα κινηθούμε στα γνώριμα rock μονοπάτια, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει οτι έφυγε απο πάνω μας το “μικρόβιο” του πειραματισμού.
Τι μπορούμε να περιμένουμε απο το live σας στο Κύτταρο; Περισσότερα παλιά, καινούρια, ή λίγο απ’ όλα;
Θοδωρής: Δεν μπορούμε βέβαια σε αυτό το live να μην συμπεριλάβουμε τα γνωστά κομμάτια που μας έχουν καθορίσει. Eίναι μια συναυλία-ιστορία απο μόνη της αυτή και δεν πρέπει να λείψουν αυτά τα κομμάτια απο τις προηγούμενες δεκαετίες, όπως επίσης δεν πρέπει να λείψουν κι απο τις άλλες μπάντες που θα συμμετέχουν μαζί μας στο Κύτταρο, αλλά έχουμε σκοπό να υπάρχουν στο setlist και δύο ή τρία καινούρια.
Ποιό τα συναίσθημα σας σε κάθε live που δίνετε συγκεκριμένα στο Κύτταρο, μιάς και έχετε παίξει πάρα πολλές φορές εκεί απο παλιά;
Θοδωρής: Το Κύτταρο έχει μια δική του ενέργεια και ουσιαστικά είναι το ελληνικό rock. Ξεκίνησε με αυτή τη σημασία απο τις αρχές της δεκαετίας του ’70, έχει φιλοξενήσει όλα τα μεγάλα ονόματα που διαμόρφωσαν την ιστορία του ελληνικού rock, όπως τον Παύλο Σιδηρόπουλο, τους Socrates, τη Δέσποινα Γλέζου, τον Διονύση Σαββόπουλο και πάρα πολλούς άλλους. Εμείς παίζουμε εκεί απο τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και πάντα αισθανόμαστε ανάμικτα συναισθήματα, δηλαδή απο τη μιά οτι είναι κάτι σαν το σπίτι μας, η βάση μας, μέχρι και κάποιο δέος μερικές φορές για όλους αυτούς που έχουν παίξει εκεί. Μια συναυλία στο Κύτταρο δεν είναι σαν τις άλλες, είναι διαφορετική για εμάς.
Πες μου λίγο για εκείνες τις συναυλίες που δώσατε στα φεστιβάλ του Κυττάρου στις αρχές των 80’s με τους Metro Decay.
Θοδωρής: Είχαμε παίξει τότε με Metro Decay, με Ηeadliners, Poem (δ.δ. καμία σχέση βέβαια με το γνωστό metal συγκρότημα) και πολλές μπάντες που δέν μπορώ να θυμηθώ αυτή τη στιγμή. Ηταν σημαντικό για εμάς αυτό, γιατί εκείνες τις δύσκολες εποχές που ξεκινάγαμε εμείς και όλες οι υπόλοιπες μπάντες, το Κύτταρο άνοιξε τις πόρτες του και έκανε αυτό το φεστιβάλ. Και αμέσως μετά, γύρω στο 84-85 γίναν πάλι τέτοια φεστιβάλ με ανάλογα group, όπου πάλι ήμασταν εμείς, οι Last Drive, No 2 Without 3 κλπ. Τα φεστιβάλ αυτά γινόνοντουσαν απο μία συλλογικότητα που λεγόταν “Δικαίωμα Διάβασης” (σ.σ. πρόκειται για την μετέπειτα DiDi Music), κάτι που ερμηνευόταν σαν “δώστε και σε μας δικαίωμα να περάσουμε” για εμάς που είμασταν μία εναλλακτική κίνηση και μία εναλλακτική μουσική.
Η πρώτη σας συναυλιακή εμπειρία που γνωριστήκατε και φτιαχτήκατε ως Magic De Spell ήταν εκείνη των Παρθενογένεσις. Πώς ήταν κατά τη γνώμη σας να εμφανίζεται ένα τέτοιο group στην Ελλάδα των αρχών της δεκαετίας του ’80;
Θοδωρής: Πραγματικά ήταν περίεργα τα πράγματα τότε, υπήρχαν μπάντες που παίζανε τότε και μάλιστα ο Γιώργος ο μπασίστας μας έπαιζε σε τέτοιες μπάντες της εποχής στην περιοχή της Πλάκας, όπου υπήρχαν επτά διαφορετικά clubs που έπαιζαν κάθε βράδυ rock συγκροτήματα, απλά δεν είχε παρουσιαστεί τότε ένα σχήμα σαν τους Παρθενογένεσις. Εγώ τότε ήξερα τον Κώστα τον Ποθουλάκη που ήταν κιθαρίστας τους και αργότερα έφτιαξε τους Villa 21 και ήμασταν συμφοιτητές στα ΤΕΙ στο Αιγάλεω, όπου μια μέρα μου λέει οτι “έχω μία μπάντα, έλα να μας ακούσεις και θα πάθεις πλάκα. Είναι κάτι που δέν έχεις ξανακούσει και δέν έχεις ξαναδεί” και πήγα λοιπόν, ήταν Κυριακή πρωί (τα πρωινά των Κυριακών που γινόντουσαν οι συναυλίες) σ’έναν κινηματογράφο στην Αγία Παρασκευή, όπου βλέπω τους Παρθενογένεσις και έμεινα αποσβολωμένος. Μια απίστευτη σκηνική παρουσία, ένα νέο μουσικό είδος. Δέν ήξερα τι να πω, δεν το περίμενα και λέω ότι μάλλον έτσι είναι και τα group του εξωτερικού που εμείς δεν τα ξέραμε. Δεν ερχόντουσαν κιόλας τόσα group για live εκείνη την εποχή. Την επόμενη Κυριακή πήρα και τους φίλους μου και τους είπα “ελάτε, αυτό δeν το έχετε ξαναδεί” Οι Παρθενογένεσις επηρέασαν όλη εκείνη την γενιά των συγκροτημάτων, ολόκληρη. Μετά ακολουθήσαμε εμείς, οι Stress, οι Panx Romana, οι Last Drive κι άλλοι. Οι Παρθενογένεσις δυστυχώς δεν κάνανε ποτέ δίσκο και πιστεύω οτι αυτό ήταν ένα μείον για τη σκηνή.
Το 1982 εμφανιστήκατε στο γήπεδο του Σπόρτινγκ ως support group στους Fall. Τι εμπειρίες έχεις απο εκείνη τη βραδιά και όλο το υπόλοιπο φεστιβάλ;
Θοδωρής: Την πρώτη μέρα ήταν οι Birthday Barty και άνοιγαν οι Metro Decay, την δεύτερη οι Fall και ανοίγαμε εμείς και την τρίτη μέρα οι New Order όπου ανοίγανε οι Forward Music Quintet που ήταν η μετέπειτα μορφή των Παρθενογένεσις (ο μπασίστας Γιώργος Μακρίδης και ο τραγουδιστής Τάκης Πολυχρονόπουλος). Καταλαβαίνεις τώρα πως ήταν να μην έχουμε δεί ξανά ποτέ ξένο group και να βρισκόμαστε εκεί, οχι μόνο για να τα δούμε, αλλά και να παίζουμε. Η πρώτη μέρα ήταν εκρηκτική και μάλιστα οι Metro Decay τα χρειαστήκανε, γιατί ο κόσμος ήταν πάρα πολύ επιθετικός, πέταγε πράγματα στη σκηνή, ήταν ζόρικα τα πράγματα. Εκ των υστέρων βέβαια καταλάβαμε και εμείς και οι Metro Decay οτι αυτό το πράγμα δεν ήταν αποδοκιμασία, αλλά επιδοκιμασία. Είχαμε μπεί σε μια νέα εποχή όπου ο άλλος γούσταρε και πέταγε και το μπουκάλι της μπύρας επειδή γούσταρε. Την επόμενη με τους Fall νομίζω οτι τα πήγαμε και εμείς πολύ καλά, όπως και όλα τα group που ανοίξανε, ήταν πιο ήσυχη μέρα αυτή των Fall γιατί ήταν πιο περίεργο group και δέν ήταν τόσο επιθετικό οσο οι Birthday Party. Οι δε New Order νομίζω ήταν η πιο καλή μπάντα, ήρθαν για να παίξουν Electronica, χαλάσαν τα μηχανήματα και τελικά βρέθηκαν να παίζουν ηλεκτρικά και σε πληροφορώ ήταν πάρα πολύ καλοί και ηλεκτρικά.
Μια εποχή ηχογραφήσατε και σαν Alice in Nightmare. Τι το διαφορετικό είχε αυτό το project απο αυτό που κάνατε με τους Magic De Spell;
Θοδωρής: Να το πάρουμε απο παλιά. Εμείς ξεκινήσαμε έχοντας και κιθαρίστα, ενώ μετα το 1982 σταματήσαμε να έχουμε κιθάρα, γιατί δέν θέλαμε και δέν τα βρίσκαμε με τους κιθαρίστες κι έτσι παίζαμε μπάσο-drums-πλήκτρα. Κάποια στιγμή λοιπόν κάποιοι απο μας θέλανε να βάλουμε ελληνικό στίχο γιατί τότε είχαμε αγγλικό, κάποιοι δέν θέλανε με τίποτα, οπότε επειδή δέν τα βρίσκαμε καθόλου είπαμε να κάνουμε οι μισοί ένα project Ελληνόφωνο που ονομάστηκε “Τα Παιδιά του Ηλιου” και οι άλλοι μισοί ένα Αγγλόφωνο που ονομάστηκε Alice in Nightmare. Εγώ ήμουν υπέρ του ελληνικού στίχου και συμμετείχα στα “Παιδιά του Ηλιου”, αλλά επειδή οι Alice in Nightmare δέν βρίσκανε drummer μου είπαν να παίξω και σ’ αυτό. Οι Alice in Nightmare ήταν μια συνέχεια των Αγγλόφωνων Magic de Spell με κιθαρίστα πλέον, τον Νίκο Γεωργούλη, ο οποίος συνέχισε και με τους Magic De Spell μέχρι και τα πρόσφατα χρόνια.
Εδω και 30 χρόνια περίπου, όπου σταματήσατε να χρησιμοποιείτε τον αγγλικό στίχο, νιώσατε καθόλου την ανάγκη τα τελευταία χρόνια έστω και για λίγο να γυρίσετε σε αυτόν;
Θοδωρής: Οχι, δεν μπορώ να πω οτι νιώσαμε αυτήν την ανάγκη, γιατί τελικά μας εκφράζει ο ελληνικός στίχος, αν και βλέπουμε ότι υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα ένα Αγγλόφωνο ρεύμα, αλλά νομίζω ότι εμείς το κάναμε αυτό. Τα συγκροτήματα που είναι αυτή τη στιγμή Αγγλόφωνα καλώς είναι έτσι και ο καθένας μπορεί να κάνει αυτό που νομίζει οτι του ταιριάζει αλλά εμείς παραμένουμε στον ελληνικό στίχο. Τον θεωρούμε πιο άμεσο και νιώθουμε ότι εκφραζόμαστε κατευθείαν στην ψυχή του άλλου.
Μια μεγάλη σας επιτυχία ήταν ο δίσκος “Διακοπές στο Sarajevo”. Μιας κι απ’ οσο ξέρω είσαι ο στιχουργός του ομώνυμου τραγουδιού που είναι εμπνευσμένο απο την κατάσταση που επικρατούσε εκεί τότε με τον πόλεμο. Με την αφορμή αυτή θα θελα να σε ρωτήσω αν κατά τη γνώμη σου οι δύσκολες αυτές εποχές που βρίσκεται αυτή τη στιγμή η ανθρωπότητα μπορούν να γίνουν πηγή έμπνευσης και διαμαρτυρίας μέσω της τέχνης, η είναι νωρίς ακόμα;
Θοδωρής: Κανονικά δεν είναι νωρίς, εγώ σε αυτήν την εποχή περίμενα ν’ ακούσω πολλά τραγούδια και ιδιαίτερα αντιπολεμικά. Βλέπω ότι το αντιπολεμικό κίνημα έχει πάει πίσω και νομίζω ότι το έχουμε ανάγκη, γιατί αυτή τη στιγμή ο πόλεμος δημιουργεί προβλήματα, οπως το προσφυγικό και το μεταναστευτικό. Χωρίς βέβαια να ξεχνάμε και τους οικονομικούς πολέμους και την κρίση. Χρειαζόμαστε ένα νέο αντιπολεμικό κίνημα και αντιπολεμικά τραγούδια. Τώρα σχετικά με το “Διακοπές στο Sarajevo” είναι ένα αντιπολεμικό τραγούδι, που ναι μεν τοποθετείται εκεί, αλλά θα μπορούσε να είναι σε μία οποιαδήποτε άλλη πόλη και ένα οποιοδήποτε άλλο σημείο του κόσμου.
Σε εκείνο τον δίσκο καθώς και στον διάδοχο του “Νίψον Ανομήματα Μη Μόναν Οψιν” δουλέψατε με τον Jean-Jaques Burnell των Stranglers στην παραγωγή. Πόσο διδακτική ήταν για εκείνους τους δύο δίσκους αλλά και για τη συνέχεια η συνεργασία μαζί του;
Θοδωρής: Ηταν πάρα πολύ διδακτική γιατί πρώτη φορά δουλεύαμε μ’ έναν ξένο παραγωγό που δέν είχε καμία σχέση με αυτά που έχουμε συνηθίσει εδώ. Νομίζω πήραμε πάρα πολλά μαθήματα και βγάλαμε έναν ήχο, που τουλάχιστον για μας ήταν μροστά.
Γιώργος: Ο Burnell ήξερε την παραγωγή όπως πραγματικά είναι, όχι όπως νομίζαμε οτι είναι. Αυτό που γίνεται στο studio το ξέρει πολύ καλά. Σαν ηχολήπτης δούλεψα πάρα πολύ καλά μαζί του. Σε πράγματα που συμφωνούσαμε συμφωνούσαμε, σε πράγματα που διαφωνούσαμε υπήρχε συζήτηση. Πέρασα πάρα πολύ ωράια με τον J.J. και έχω να το λέω απο τότε, ότι ήταν μια συνεργασία πού ήταν καθοριστική και για τα παιδιά που τώρα παίζω μαζί τους, αλλά τότε ήμουν ο ηχολήπτης.
Είναι γνωστές οι μελοποιήσεις που έχετε κάνει σε ποιήματα του Καρυωτάκη και φυσικά της Κατερίνας Γώγου. Ποιό είναι κατά τη γνώμη σου Θοδωρή η μεγαλύτερη πρόκληση που περιμένει έναν μουσικό όταν πρέπει να μεταφέρει ένα οποιοδήποτε ποίημα στις νότες;
Θοδωρής: Για να το πω πιό απλά, η πρόκληση είναι το τελικό αποτέλεσμα να είναι ωραίο. Δηλαδή φαντάσου να πάρεις ένα ποίημα και να γράψεις μία κακή μουσική η μία μουσική που δεν ταιριάζει, εκεί υπάρχει πρόβλημα. Το βασικό είναι να υπάρχει αυτοκριτική στο συγκρότημα και να ξέρει πότε δουλεύει επιτυχημένα ένα ποιήμα και πότε όχι. Νομίζω οτι αρχικά πρέπει ν’ ανακαλύψεις τον κρυφό ρυθμό που έχει το ποιήμα, δηλαδή πως ρυθμικά και πώς μελωδικά μπορείς να το διαβάσεις. Να καταλήξεις οτι έχεις καταλάβει τον ρυθμό με τον οποίο το έγραψε ο/η ποιητής/ποιήτρια και να μπορέσεις να το μεταφέρεις στη δική σου μελοποιήση.
Το τραγούδι “Εμένα οι φίλοι μου” είχε διασκευαστεί κάπου στο 2001 απο το Hip-Hop συγκρότημα των Στίχοιμα. Θέλω να μου πείς αν εγκρίνατε τη διασκευή αυτή κι αν σας άρεσε το τελικό αποτέλεσμα.
Θοδωρής: Καταρχήν οι Στίχοιμα είχαν επικοινωνήσει μαζί μας και μας ρώτησαν αν θέλαμε να το διασκευάσουν, εμείς τους είπαμε οτι δέν έχουμε κανένα πρόβλημα και άλλωστε είναι ένα ποιήμα της Κατερίνας Γώγου, οπότε δεν μας πέφτει λόγος εμάς. Εγώ προσωπικά άκουσα την διασκευή και μου άρεσε, αν και στην αρχή σοκαρίστηκα λίγο που δεν κράτησαν το ποιήμα, παρά μόνο λίγες φράσεις και βάλανε δικούς τους στίχους. Σε δεύτερη ακρόαση μου φάνηκε μια χαρά και μου άρεσε που σπάσανε τα στερεότυπα και κάνανε αυτό που γουστάρανε.
Σε κάποιες δουλειές σας έχετε επανηχογραφήσει παλιότερα τραγούδια σας. Πιστεύεις οτι αυτό σας έδωσε την ευκαιρία να διορθώσετε τυχόν ατέλειες των αυθεντικών ηχογραφήσεων;
Θοδωρής: Σίγουρα επανηχογραφώντας μετά απο τόσα χρόνια και τόσα live έχεις δεί που μπορεί να “πονάει” το τραγούδι και το έχεις διορθώσει. Είναι σίγουρο οτι εφόσον έχουν μεσολαβήσει 10-15 χρόνια το τραγούδι έχει μεστώσει μέσα σου και είναι καλύτερο. Ετσι τουλάχιστον νομίζω. Εν τω μεταξύ στην επανηχογράφηση του “Διακοπές στο Sarajevo” δεν προσπαθήσαμε να διασκευάσουμε το τραγούδι, αλλά να τελειοποιήσουμε κατά κάποιον τρόπο το αυθεντικό.
Κάποτε είχατε κάνει κάποιες διαφορετικές διασκευές, όπως το “Ο πιο καλός ο μαθητής” του Ζαμπέτα και τον “Κυρ-Παντελή” του Πάνου Τζαβέλλα. Θα σταθώ στον δεύτερο μιάς και ο Ζαμπέτας είναι ήδη πασίγνωστος. Εκτός του οτι ο “Κυρ-Παντελής” είναι ένα τραγούδι που σας αρέσει και που θεωρείται επίκαιρο στις μέρες μας, ήταν καθόλου στους στόχους σας να βοηθήσετε μια νεότερη γενιά να γνωρίσει το τραγούδι και τον Τζαβέλλα γενικότερα;
Θοδωρής: Ναι, ήταν ένας στόχος κι αυτός γιατί δεν είναι δυνατόν να ξεχνάμε έναν καλλιτέχνη του ύψους και του βεληνεκούς του Πάνου Τζαβέλλα, αλλά ούτως η άλλως ο Τζαβέλλας στέκεται πάρα πολύ ψηλά. Εμείς αυτό που θέλαμε να κάνουμε, ήταν να εκφράσουμε αυτό που γινόταν τον Δεκέμβρη του 2008. Επειδή είχαμε γνωρίσει τον Πάνο Τζαβέλλα και μας είχε απασχολήσει αυτό το τραγούδι και το πόσο επίκαιρο μπορεί να είναι, όταν ζήσαμε τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 σκεφτήκαμε αυθόρμητα οτι αυτό το κομμάτι έπρεπε να φέρουμε στα μέτρα της εποχής.
Και κάτι σχετικά με την διασκευή Ζαμπέτα, επειδή τον τελευταίο καιρό παρατηρείται μία τάση απο συγκροτήματα, κυρίως του swing, surf/rockabilly να διασκευάζουν λαικά/ρεμπέτικα τραγούδια. Θα θελα να μου πείς αν έχεις ακούσει κάτι απ’αυτές τις μπάντες και αν ναι ποιά η άποψη σου γι’αυτό.
Θοδωρής: Να σου πω την αλήθεια δεν έχω ακούσει. Νομίζω πάντως αν είμαι κοντά σ’ αυτό που εννοείς, είναι ο δρόμος που άνοιξαν οι Last Drive με την “Misirlou” έτσι;
Ακριβώς.
Θοδωρής: Σαν δρόμος μου φάνηκε πολύ ωραίος και είχε ενδιαφέρον, τώρα όμως δεν έχω τ ‘ακούσματα να σου πω τι γνώμη έχω για αυτές τις νέες μπάντες.
Οπότε να υποθέσω ότι με την καινούρια μουσική δεν έχεις χρόνο να ψαχτείς…
Θοδωρής: Ναι υπάρχει πάντα ένα πρόβλημα. Ακούω πολλή μουσική. Επειδή είμαι μεγάλος πλέον, θέλω ν’ ακούσω και του ’60 και του ’70 και του ’80 και του ’90 και του 2000 και του τώρα, αλλά πόσο να προλάβει κανείς;
Τώρα θα θελα να σας ρωτήσω για τον δίσκο “Ο Τελευταίος Επιζών” όπου υπάρχει μια διασκευή κουλή σαν ιδέα, αλλά πολύ καλή σαν αποτέλεσμα. Αναφέρομαι στο “Υποφέρω¨ της Βανδή. Θέλω να μου πείς ποιός κατέβασε την ιδέα τότε και αν έγινε στα σόβαρα η στον χαβαλέ.
Θοδωρής: Αυτό ξεκινήσαμε να το παίζουμε στα live και γινόταν πανικός. Ηταν ένα happening το οποίο είχε πολλή πλάκα (ξέρεις τώρα απο το πουθενά να παίζεις αυτό). Και με την συγκεκριμένη διασκευή που ηχητικά αγγίζει μέχρι και το metal, εμείς ξέρεις κοιτάγαμε λίγο πρός Marylin Manson τότε και τέτοια ακούσματα. Μετά όταν μπήκαμε στο studio να το κάνουμε δεν ξέρω τελικά αν κάναμε καλά να το ηχογραφήσουμε σε δίσκο ή όχι, γιατί εκεί είναι δύσκολο να αποδώσεις το feeling της συναυλίας και μερικές φορές το ακουώ και λέω “α, τι ωραίο”, μερικές φορές πάλι σκέφτομαι οτι δέν έπρεπε να το είχαμε ηχογραφήσει. Πολλοί που μας ακούνε είχαν απορίες και μας είπαν “α, γιατί το κάνατε;”. Ε, το κάναμε, δεν το πολυσκεφτήκαμε να σου πω την αλήθεια.
Στον δίσκο αυτό συμμετείχε και ο γνωστός πιανίστας/συνθέτης Στέφανος Κορκολής. Πώς προέκυψε αυτό;
Θοδωρής: Η εταιρεία που κυκλοφόρησε τον δίσκο η “ΕΛΞΙΣ Art” (μια μικρή εταιρεία που δεν υπάρχει πια) άνηκε κατά 50% στην αδελφή του Κορκολή. Ετσι λοιπόν ήρθαμε σ’ επαφή με τον Στέφανο και εκείνος άρχισε να ασχολείται με την παραγωγή του δίσκου, αλλά και να παίζει αρκετά πλήκτρα μέσα στον δίσκο, κάτι που εμάς να σου πω την αλήθεια μας ήρθε μια χαρά, διότι ήταν η μόνη εποχή που δέν είχαμε πλήκτρα στο συγκρότημα, γιατί είχε φύγει ο πληκτράς μας ο Νίκος και δεν είχε έρθει ακόμη ο Δημήτρης.
Μιας και το έφερε η κουβέντα, οι Magic De Spell όλα αυτά τα χρόνια είχαν πάρα πολλές αλλαγές στο line up. Πιστεύεις ότι αυτές οι αλλαγές ανανέωσαν η δυσκόλεψαν την μπάντα;
Θοδωρής: Νομίζω πως τα λέει όλα η ερώτηση που έκανες. Πιστεύω οτι οι αλλαγές δυσκολεύουν και ταυτόχρονα ανανεώνουν. Καταρχήν όταν είσαι 37 χρόνια group στην Ελλάδα αποκλείεται να έχεις το ίδιο line up. Είναι τόσες πολλές οι δυσκολίες και τόσα πολλά τα χρόνια που δεν σου επιτρέπουν να έχεις το ίδιο line up. Μην ξεχνάμε άλλωστε οτι έχουμε και απώλειες στο συγκρότημα. Αυτό που κάναμε εμείς πάντα είναι ότι δεν παίρναμε ποτέ κάποιον στην τύχη, αλλά παίρναμε μέσα από την παρέα. Για παράδειγμα ο Γιώργος παίζει μπάσο με το συγκρότημα τρία χρόνια αλλά είναι μέσα σ’ αυτό 25 χρόνια ηχολήπτης σε όλους σχεδόν τους ελληνόφωνους δίσκους.
Θα ήθελα τώρα να μου πείς μια στιγμή απο την ιστορία του group που θα ήθελες να διαγράψεις οριστικά και μία που θα θυμάσαι με ωραίο τρόπο.
Θοδωρής: Δέν μπορώ να πώ για κάτι που θα θελα να διαγράψω. Εντάξει υπάρχουν τα καλά, τα άσχημα, τα πάνω και τα κάτω, αλλά ολα αυτά είναι μέσα στην ζωή και μέσα στην πορεία. Δηλαδή η ζωή δεν είναι να διαγράψουμε ότι δεν μας έχει πάει καλά και να κρατήσουμε μόνο τα καλά, δεν θα ήταν ζωή αυτή. Τώρα οι καλές στιγμές ήταν πολλές, π.χ. το 1984 και το διήμερο φεστιβάλ που παίξαμε στο Άκτιο. Δεν είχαμε ξαναπαίξει σ’ ένα τόσο μεγάλο φεστιβάλ που συμμετείχαν τόσα μεγάλα ονόματα της ελληνικής rock σκηνής. Ηταν για μας τρομακτική εμπειρία, φαντάσου δέν κοιμηθήκαμε το βράδυ καθόλου. Επίσης ήταν μεγάλη εμπειρία να παίζουμε στην ίδια σκηνή με τον Σιδηρόπουλο που δεν είχαμε ξαναπαίξει μέχρι τότε. Ένα άλλο ωραίο που μπορώ να θυμηθώ, ήταν όταν κάναμε το “Διακοπές στο Sarajevo”, όπου πήρε κεφάλι η διασκευή του Ζαμπέτα και περιμέναμε να δούμε αν θα έχει καμία τύχη το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου. Στην αρχή ο κόσμος δεν “τσίμπαγε”. Μετά όταν γίνανε οι πρώτες συναυλίες και ο κόσμος απο κάτω τραγούδαγε τους στίχους, για μένα ήταν πάρα πολύ συγκινητικό! Αξεπέραστες στιγμές.
Μιας και έχετε δει και τις δύο όψεις του νομίσματος, πόσο δύσκολο είναι για ένα rock group να στέκεται στην ελληνική πραγματικότητα της οικονομικής ευμάρειας, αλλά και της κρίσης;
Θοδωρής: Σίγουρα η ζωή μας ήταν πιο εύκολη στην εποχή της ευμάρειας όπως την ονόμασες. Αλλά μην νομίζεις ότι όταν ο κόσμος πέρναγε τόσο καλά ηθελε τόσο πολύ ν’ ακούσει τη φωνή των συγκροτημάτων. Βέβαια υπήρχαν πολλές συναυλίες κλπ αλλά πάντα τα συγκροτήματα ασκούσαν μία κριτική στην κατάσταση. Κι αυτό ο περισσότερος κόσμος δεν ήθελε να τ’ ακούσει, ήθελε απλά να περνάει καλά. Τελικά ναι μεν ο κόσμος πέρναγε καλά, αλλά την πλήρωσε και φτάσαμε στο σήμερα. Το σήμερα αυτό πάλι κάνει δύσκολη τη ζωή των συγκροτημάτων, γιατί δεν ευνοούνται οι ομάδες. Εμείς είμαστε ένα εξαμελές συγκρότημα και πίστεψε με οι περισσότεροι (ειδικά οι διοργανωτές) στην υπόλοιπη Ελλάδα εκτός Αθήνας θα ήθελαν να είμαστε τριμελές η τετραμελές. Δηλαδή να χωράμε σ’ε να αυτοκίνητο, να μειώνεται το κόστος, καταλαβαίνεις. Αυτό δημιουργεί μία δυσκολία και βλέπουμε πολλούς που παίζουν μόνοι τους με μία ακουστική κιθάρα. Είναι αυτό που ευνοεί η κρίση σήμερα. Ομως λέω οτι τα δύο τελευταία χρόνια βλέπω πάλι οτι ο κόσμος θέλει ν’ ακούσει έναν πιο βαρύ και πιο ηλεκτρικό ήχο κι αυτό λειτουργεί προς όφελος των συγκροτημάτων.
Γιώργο έρχομαι σε σένα. Οπως έλεγε ο Θοδωρής πριν, ήσουν μέρος της παρέας και ηχολήπτης του group πρίν μπείς σ’ αυτό. Σε βοήθησε ώστε να νιώσεις μια πιο οικεία ατμόσφαιρα απ’οτι αν ήσουν σε κάποιο άλλο;
Γιώργος: Με το group ξεκινήσαμε να συνεργαζόμαστε απο τον πρώτο ελληνόφωνο δίσκο. Έχω ηχογραφήσει όλους τους ελληνόφωνους δίσκους τους εκτός απο το “Ο Τελευταίος Επιζών”. Αρα όπως καταλαβαίνεις υπήρχε πολύ μεγάλη οικειότητα. Τα παιδιά μ’ εμπιστευόντουσαν, τα εμπιστευόμουν κι εγώ. Επίσης έχω παίξει μπάσο και σε πολλά παλιότερα τραγούδια, οπότε αισθανόμουν μέλος απο πολύ πιο παλιά.
Θοδωρής: Και η περίπτωση με τον Βαγγέλη που είναι κιθαρίστας μας είναι οτι ούτε αυτός μας ήταν άγνωστος. Στον τελευταίο μας δίσκο το 2014 τον καλέσαμε να μας βοηθήσει γιατί σταμάταγε σιγά-σιγά η συνεργασία μας με τον προηγούμενο κιθαρίστα μας τον Νίκο, οπότε ο Βαγγέλης μας βοήθησε αρκετά στον δίσκο. Γνωριστήκαμε εκεί, είδαμε οτι ταιριάζαν τα χνώτα μας και σήμερα βρέθηκε να είναι ο κιθαρίστας μας.
Και για να κλείσουμε την συνέντευξη θέλω να μου πείτε λίγα λόγια ξεχωριστά για την σχέση σας με το κάθε όνομα που θα εμφανιστεί μαζί σας στις 12/5.
Θοδωρής: Οι Απροσάρμοστοι κατά τη γνώμη μου είναι μία μεγάλη μπάντα με τρεις απίστευτους παίχτες, που κρατάνε πραγματικά σωστά και συνετά τη βαριά κληρονομιά του Σιδηρόπουλου. Δηλαδή βλέπουμε λίγες και συγκεκριμένες εμφανίσεις. Μ’ αρέσει πάντα να τους ακούω και συν τοις άλλοις είναι πολύ καλά παιδιά και καλοί φίλοι. Ο Λήτης είναι μια ζωντανή ιστορία απο μόνος του στα 70’s, τα 80’s, τα 90’s και φτάνουμε και στο σήμερα. Πολύ δυνατή φυσιογνωμία αυτών των δεκαετιών και σκέψου οτι βρεθήκαμε να παίζουμε μαζί στον Βόλο απο το 1981. Εμείς ο Λήτης και οι Vavoura Band. Για τον Δημήτρη Πουλικάκο & τους Άσσους του Καράτε τι να πω; Οι Άσσοι είναι μία πάρα πολύ σπουδαία blues μπάντα που μπορείς να την ευχαριστηθείς πραγματικά. Με τον Δημήτρη τώρα στην πλατεία Εξαρχείων κάναμε καθημερινή παρέα. Είναι ο σοφός της σκηνής, έχει να πει πολλά πράγματα και να καθοδηγήσει. Τι άλλο να πω για τον Δημήτρη…;
Γιώργος: Παίξαμε και στο Κύτταρο πέρυσι μαζί.
Θοδωρής: Ναι! Επίσης μας είχε καλέσει και παίξαμε για την επετειακή συναυλία του στο Gagarin. Ο Δημήτρης είναι μια ζωντανή ιστορία της σκηνής και χωρίς να θέλω να πω περισσότερα θα είμαστε σ’ ένα μεγάλο καλοκαιρινό φεστιβάλ μαζί.
Στέλιος Σαλβαδόρ & Μωρά στην Φωτιά.
Θοδωρής: Πολύ δυνατό group τα Μωρά στη Φωτιά, που μ’αρέσει πάρα πολύ. Υπάρχει μία καλή φιλία με τον Σαλβαδόρ, πολύ ωραίος τύπος, έχει περάσει πολλά αλλά έχει σταθεί όρθιος και του αξίζει αυτό που είναι σήμερα η μπάντα και νομίζω ότι μια-δυο μέρες μετά το Κύτταρο θα βρεθούμε πάλι μαζί σε μία εκδήλωση. Ενας πολύ καλός φίλος και ένας πραγματικά ταλαντούχος μουσικός.
Και Στίγμα 90.
Θοδωρής: Η μπάντα που αντέχει, μια μπάντα που ξέρει και να παίζει punk και να rock-αρει με σύγχρονο τρόπο. Τους άκουσα live λίγο καιρό πριν κλείσει το After Dark και πέρασα πραγματικά απίστευτα. Μια απο τις βραδιές που δεν ήθελα να τελειώσουν.
Αυτά απο μένα. Ευχαριστώ πάρα πολύ που μιλήσαμε!
Ευχαριστούμε κι εμείς!