Πριν λίγο καιρό, με αφορμή ένα live, τα λέγαμε με ένα φίλο πέρι progressive σκηνής και των δυσκολιών αυτής. Όχι εύπεπτη μουσική, όχι για όλους και τα λοιπά… Δύσκολα ξεφεύγεις και δημιουργείς κάτι αξοσημείωτο. Πρέπει να παραδεχτούμε όλοι επίσης, ότι ο όρος έχει λίγο ξεφύγει και πολλές φορές βαφτίζονται prog διάφορα “συνοθυλεύματα” που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κάπως αλλιώς. Οι Leprous και το “The Congregation” δεν είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις, όμως.
Εκ Νορβηγίας ορμώμενοι, μετά από 3 ολοκληρωμένα studio albums έρχονται με την τέταρτη κυκλοφορία τους να εδραιωθούν στο χώρο του prog, καθώς αυτή είναι από την αρχή μέχρι το τέλος εξαιρετική. Χωρίς κουραστικά πράγματα, ασταμάτητες αλλαγές ρυθμών και “τεχνική για την τεχνική”, μας δίνουν μια δουλειά που βρίθει συναισθημάτων και ατμόσφαιρας. Με κεντρικό πρόσωπο στα φωνητικά, τα πλήκτρα και τις βασικές συνθέσεις τον Einar Solberg, βγάζουν το πιο σκοτεινό, μελαγχολικό, ατμοσφαιρικό και “προβληματισμένο” δίσκο της μέχρι τώρα πορείας τους. Τα synth του είναι κυρίαρχα και δένουν πολύ όμορφα με τις ιδιαίτερες μελωδικές γραμμές που έχει περάσει στα φωνητικά. Μακρόσυρτες κορώνες και σχεδόν brutal περάσματα σε ένα δίσκο που όσο τον ακούς σε κάνει να νιώθεις αυτό μάλλον που είχε και η μπάντα στο κεφάλι της όταν τον έγραφε.Επιθετικότητα και σκοτεινιά… Κάτι τέτοιο… Δεν ξέρω ακριβώς… Βλέπεις και το σχεδόν άρρωστο εξώφυλλο όσο ακούς το “The Congregation” και έρχεται και δένει!
Δεν θέλω να ξεψαχνίσω το κάθε κομμάτι και να τα χωρίσω σε δυνατές ή αδύναμες στιγμές του δίσκου. Δεν έχει καμία σημασία. Ακούστε τον από την αρχή μέχρι το τέλος. Και μετά ξανακούστε τον. Από την αρχή μέχρι το τέλος. Αν δεν το βρείτε αριστουργηματικό βλέπετε το όνομά μου πανω-πάνω. Ενημερώστε με και στο επόμενο άρθρο θα το έχω αλλάξει. Ένας από τους δίσκους της χρονιάς. Δεν περιγράφω άλλο.