Δύο λέξεις, sold out ήταν αυτές που σκεφτόσουν βλέποντας τα νούμερα πριν τη συναυλία αλλά και την ουρά των περίπου 100 ατόμων μισή ώρα μετά το άνοιγμα της πόρτας αφού είχαν ξεκινήσει οι 1000 Mods. Φυσικά, αυτό δεν πτόησε κανέναν αλλά, λόγω της ουράς χάσαμε δυστυχώς λίγο από το ξεκίνημα του set των Κορίνθιων desert rockers. Η άλλη λέξη που αντηχούσε στο μυαλό μου ήταν “hype” αλλά -ευτυχώς- δεν είναι δουλειά κανενός επαγγελματικού ή ερασιτεχνικού site ή περιοδικού που έχει να κάνει με οποιαδήποτε μουσική τάση αλλά μόνο το καλλιτεχνικό ποιόν του εκάστοτε καλλιτέχνη που κινείται στον πυρήνα ή πέριξ της rock και metal μουσικής στην δική μας περίπτωση. Παρ’ όλα αυτά, ο πολύς κόσμος που είδαμε σε αυτό το live είναι κάτι άξιο αναφοράς, συζήτησης και έκφρασης πολλών απόψεων που καλό θα είναι να εκφραστούν έξω από αυτή τη σελίδα.
Ανταπόκριση: Χρήστος Ζαρκαδάκης/ Φωτογραφίες: Karla Trainer
Έτσι, λοιπόν, όταν μπήκαμε στο χώρο οι 1000 Mods είχαν μόλις ξεκινήσει το set τους και το σκηνικό έφερνε αναμνήσεις από πολλές συναυλίες όπου το support συγκρότημα αναμενόταν με τον ίδιο παλμό και δέχθηκε την ίδια ζέση από τον κόσμο, σε σχέση με το main act. Οι πολύ πιο παλιοί θα θυμούνται τους Spitfire πριν τους Saxon στα 80s, οι πιο νέοι τους Planet Of Zeus πριν τους Clutch το καλοκαίρι που μας πέρασε. Αποτίναξαν το άγχος που είχαν, αρκετά γρήγορα και κατάφεραν να κάνουν τον κόσμο να τραγουδήσει το “Vidage” και τα υπόλοιπα κομμάτια του αγαπημένου “Super Van Vacation”. Επίσης, ακούσαμε και νέο τραγούδι -δεν θυμάμαι να αναφέρθηκαν σε τίτλο ούτε γραπτώς- που ο κόσμος υποδέχθηκε αρκετά καλά, εν αναμονή και νέου υλικού από τους “Mods” που μας αποχαιρέτισαν με το “El Rollito” αφήνοντας το γεμάτο πια Gagarin να περιμένει τους Graveyard.
Οι Graveyard δεν άργησαν πολύ καθώς όλα πήγαν σύμφωνα με το πρόγραμμα και η ατμοσφαιρική εισαγωγή στον 70s κόσμο τους με το “No Good, Mr Holden” , μπορεί να μην ήταν το δυνατό μπάσιμο που θα περίμενε κάποιος αλλά η ένταση της συναυλίας και το γέμισμα του χώρου γινόταν με γεωμετρική πρόοδο. Η απασφάλιση της βαλβίδας, έγινε με το “Hisingen Blues” όπου εκεί άρχισες να βλέπεις τις πρώτες ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κόσμου. Παρ’ ότι η καλλιτεχνική τους υπόσταση, δεν υποδηλώνει ότι θα πρέπει να περιμένεις μία πλήρως πειθαρχημένη ζωντανή απόδοση της μουσικής τους, η πιο άναρχη απόδοση τραγουδιών όπως το “Ain’t Fit To Live Here” ή του έτσι κι αλλιώς πιο γρήγορου “Goliath” ευχαρίστησε αρκετούς, εμένα κάπως με ξένισε, να πω την αλήθεια.
Μιλώντας για τα αρνητικά της βραδιάς, κάποιοι -μεταξύ τους και εγώ- θα παραπονεθούν για τον ήχο, αφού ειδικά στα δεξιά η συνεχής βουή σταμάτησε να ενοχλεί τα αυτιά μας, κάπου μετά το “Slow Motion Countdown”. Σε ό,τι αφορά το ίδιο το συγκρότημα, σίγουρα δεν θα τους χαρακτηρίσεις μάστορες της ζωντανής εμφάνισης αλλά δεν πρόκειται για μία μπάντα που βρίσκεται επί δεκαετίες στο σανίδι για να έχεις τις ίδιες απαιτήσεις με αυτές που θα είχες αν έβλεπες μία πιο έμπειρη μπάντα και όχι ένα συγκρότημα που υπάρχει μόλις 8 χρόνια και έχει ήδη καταφέρει να πετύχει πολλά.
Δύο λέξεις ξανά, λοιπόν, sold out. Ο κόσμος ευχαριστήθηκε το live και ας ελπίσουμε ο ενθουσιασμός για νέα σχήματα να μην κοπάσει μόνο για τους αναβιωτές των 70s αλλά να εξαπλωθεί σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της rock στην Ελλάδα και να δούμε και άλλα sold out live.