Οι Five Finger Death Punch είναι από τις περιπτώσεις που στο ξεκίνημά τους παρουσιάστηκαν σαν τους καινούργιους μεσσίες του μοντέρνου αμερικάνικου metal ήχου. Με δύο, ομολογουμένως, πολύ δυνατούς πρώτους δίσκους, δεν άργησαν να έρθουν οι χαρακτηρισμοί του στυλ “οι νέοι Slipknot”. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι πέρασαν και δεν ακούμπησαν. Η συνέχεια της πορείας τους δεν ήταν καθόλου ανάλογη των “The Way of the Fist” και “War Is the Answer”, με το ένα αδιάφορο album να διαδέχεται το άλλο. Μόνο το “And Justice For None” κατάφερε κάπως να ξεχωρίσει από τον βούρκο, αλλά και πάλι αυτό το “ζήτω το Αμέρικα και οι βετεράνοι πολέμου” και γενικά η χαζή, κατά κύριο λόγο, θεματολογία των στίχων τους, καταντάει γραφικό και ανούσιο.
Οι Αμερικανοί καπιταλιστές, όπως έχουν αυτοαποκαλεστεί στο παρελθόν, επέστρεψαν δύο χρόνια μετά την τελευταία τους δισκογραφική δουλειά και μας παρουσιάζουν το όγδοο πόνημά τους, με τίτλο “F8”. Για να πω την μαύρη μου αλήθεια, αυτή την κυκλοφορία την περίμενα κάπως πιο μεστή, μιας και οι FFDP δήλωσαν ότι είναι ο πρώτος δίσκος που συνθέτουν τελείως νηφάλιοι από ξύδια και ναρκωτικά και ότι αποτελεί μία “αναγέννηση” για τους ίδιους. Δυστυχώς, όμως, οι προσδοκίες μου έπεσαν από τα τρία κιόλας πρώτα singles (“Inside Out”, “Full Circle”, “Living the Dream”), ώσπου έπιασαν πάτο όταν άκουσα ολόκληρο το album.
Τα πράγματα και σε αυτήν εδώ την κυκλοφορία είναι προβλέψιμα και βαρετά μέχρι θανάτου. Ανακυκλώσιμα riffs, solo τόσο safe που περνάνε απαρατήρητα, το ίδιο και το ίδιο groove-άρισμα και κομμάτια που προσπαθούν με το ζόρι να ακουστούν επιθετικά και ταυτόχρονα πιασάρικα. Οι περισσότερες συνθέσεις από το ένα αυτί μπαίνουν, από το άλλο βγαίνουν. Για παράδειγμα το “This Is War” και το “Top of the Bottom” με τους παιδιάστικους στίχους, το wannabe Papa Roach “To Be Alone” και το γλυκανάλατο “A Little Bit Off”.
Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, όμως, υπάρχουν και συνθέσεις που παρουσιάζουν ένα άλφα ενδιαφέρον και ακούγονται σχετικά ευχάριστα. Το “Brighter Side of Grey”, ας πούμε, είναι μία πολύ δυναμική μπαλάντα με τον Ivan Moody να καταθέτει ψυχή στους στίχους, καθώς και το “Mother May I (Tic Toc)” που προσωπικά που φέρνει στο μυαλό κάτι από Motograter. Αλλά, δυστυχώς εκεί περιορίζονται οι καλές στιγμές. Δύο καλά κομμάτια ανάμεσα σε δεκατρία που έχει ο δίσκος, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να σώσουν την κατάσταση.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, οι FFDP μας σερβίρουν για ακόμα μία φορά ξαναζεσταμένο φαγητό, το οποίο δεν τρώγεται με τίποτα. Οι “βαμμένοι” οπαδοί τους ίσως να βρουν κάτι ενδιαφέρον σε αυτή την κυκλοφορία, αλλά για τους υπόλοιπους θα περάσει εντελώς απαρατήρητη.