Ακόμα μία studio δουλειά για τον θεότρελο/ιδιοφυία/master of disaster Καναδό Devin Townsend, μετά από περίπου τρία χρόνια αναμονής και την πολύ λυπηρή ανακοίνωση ότι θα σταματήσει τις live εμφανίσεις με το Devin Townsend Project για κάποιο καιρό, για να αφιερωθεί στο studio και τις παραγωγές τουλάχιστον τεσσάρων projects, που είχαν μείνει πίσω. Σε μία συνέντευξή του δήλωσε ότι ο σκοπός αυτού του album είναι να δει αν όλα τα μουσικά στυλ, ενδιαφέροντα και συναισθήματά του μπορούσαν να αποτυπωθούν σε ένα δίσκο. Το όνομα αυτού : “Empath”.
Ξεκινάμε, λοιπόν, το παρανοϊκό αυτό μουσικό ταξίδι με το “Castaway”, μία σύνθεση, που περιγράφει ακριβώς το intro μίας ταινίας, με ukulele και ήχους θάλασσας και μία πολύ όμορφη χορωδιακή μελωδία, που μας βάζει στο πρώτο videoclip, “Genesis”. Ο μοναδικός τρόπος να περιγραφεί πραγματικά, είναι οι εικόνες του videoclip, καθώς περνάει τόσο διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους, από ορχηστρικά parts και wall of sound φωνητικά, downtuned riffs στα 250 bpm με διπέταλα, μέχρι νιαουρίσματα γατών (ναι, αλήθεια είναι), disco beats, jazz φωνητικά βγαλμένα από γραμμόφωνο των 20’s και ηλεκτρονικό noise, με τόση μαεστρία, που βγαίνει κάπως νόημα σε όλο αυτό το εγχείρημα. Επόμενο track το δεύτερο videoclip “Spirits Will Collide”, ενδεικτικό του υψηλού επιπέδου που μπορεί να φτάσει η παραγωγή στις μέρες μας, σε μία αρκετά pop σύνθεση, που κολλάει στο μυαλό σου για μήνες. Συνέχεια με το πιο δυνατό “Evermore”, γεμάτο στοιχεία κλασσικής μουσικής, γιγάντιες χορωδίες και περισσότερα progressive στοιχεία, δίνοντας τη σκυτάλη στο “Sprite”, μία ακόμα πιο παρανοϊκή μουσική ιστορία, που ξεκινάει με την ιστορία ενός πουλιού, που είχε χάσει το κουράγιο του να πετάει και, λόγω του φόβου ότι θα το φάει μια αρκούδα, βρίσκει τη δύναμη και πετάει ξανά. Η κατάληξη βέβαια, τόσο στιχουργικά όσο και μουσικά, είναι κάτι τελείως διαφορετικό από ό,τι περιμένουμε, καθώς κλείνει με έναν μοχθηρό ψίθυρο μέσα σε τρομακτικούς industrial ήχους, θυμίζοντας λίγο την τρέλα των Strapping Young Lad. Αυτό βέβαια οδηγεί μαεστρικά στο πιο επιθετικό track, “Hear Me”, ταχύτατο και θεόβαρυ, γεμάτο ουρλιαχτά και growls, που οδηγεί στο αγαπημένο μου κομμάτι του “Empath”, “Why?”.
Εννοείται, βέβαια, ότι δεν υπάρχει καμία προφανής σύνδεση μεταξύ των δύο κομματιών, πράγμα που αλλάζει μετά από μερικές σερί ακροάσεις. Το “Why ?” είναι ένα ξεκάθαρο classical composition, με επικά φωνητικά από τον Devin, πολυμελή ορχήστρα και χορωδία και φυσικά heavy πινελιές, κάτι που θα μπορούσε σίγουρα να ντύνει μία ταινία Disney ή ένα musical. Ακολουθεί το “Borderlands”, ένα space metal έπος γεμάτο ηλεκτρονικά στοιχεία, ακόμα πιο περίεργο αρμονικά από τα προηγούμενα, με ένα πολύ «πιασάρικο» riff, μία φωνή κόκκορα και ένα κλάμα μωρού. Ok. Προτελευταίο track είναι το “Requiem”, μία ακόμα κλασσική σύνθεση, ακόμα πιο ταιριαστό για soundtrack, αυτή τη φορά, όμως, θα ταίριαζε περισσότερο σε πιο action/sci fi ταινίες. Το καλύτερο, όπως πάντα, μας το φύλαγε για το τέλος. Το είκοσι τριών λεπτών “Singularity” είναι το πιο σωστό τέλος για το “Empath”, καθώς, κατά τη δική μου γνώμη τουλάχιστον, είναι μία περίληψη του mindset του, καθώς έγραφε αυτό το δίσκο. Αποτελούμενο από τουλάχιστον δέκα μουσικές ενότητες, ακόμα περισσότερες μελωδίες και grooves και ένα εκπληκτικό chorus, αυτό το track, όπως και όλο το album, θα μπορούσε να διδάσκεται ως ο πιο τρελός και τρομακτικά σωστός τρόπος να μπλέξεις παραγωγικά, αρμονικά, ρυθμικά και στιχουργικά ό,τι ιδέα περάσει από το μυαλό σου.
“Empath”, λοιπόν, για τον Devin Townsend. Ιδιοφυές, σίγουρα παρανοϊκό, εκπληκτικά προσεγμένο σε όλους τους τομείς, που μπορεί να σκεφτεί άνθρωπος, γεμάτο hooks, που κολλάνε στο μυαλό σου για μήνες και πραγματικά ό,τι πιο προηγμένο έχω ακούσει ποτέ σε θέμα παραγωγής. I can’t get enough.