Είναι κάποιες μπάντες που τις θεωρείς δικές σου. Δεν έχει σημασία αν είναι το μεγάλο όνομα ή αν στα live μαζεύουν χιλιάδες κόσμο. Απλά για δικούς σου και μόνο δικούς σου λόγους που αδυνατείς να τους εξηγήσεις ισχύει κάτι τέτοιο. Μια τέτοια μπάντα είναι για εμένα οι Αθηναίοι Daylight Misery που επιστρέφουν μετά κόπων και βασάνων με την δεύτερη τους δουλειά. Και τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερα.
Ήδη από το πρώτο τραγούδι που βγήκε στη δημοσιότητα υπό την μορφή ενός promo video “Erynnis Funeralis” το χαμόγελο ήταν μέχρι τα αφτιά και η ανυπομονησία στο ζενίθ της για περισσότερη μουσική από την μπάντα. Έχοντας ακούσει πλέον πολλές φορές τον δίσκο μπορώ να πω με σιγουριά ότι τα παιδιά κατάφεραν να δημιουργήσουν τον δικό τους ήχο με βάση τις επιρροές τους.
Draconian, My Dying Bride, Saturnus, Woods Of Ypres (!) και πολύ περισσότερο οι Paradise Lost δίνουν νοερά το πνευματικό παρόν τους στο δίσκο. Τα φωνητικά του Βασίλη Μάζαρη έχουν διαφοροποιηθεί και βελτιωθεί σε πάρα πολύ καλό επίπεδο. Το ίδιο και οι κιθαριστικές γραμμές του Σταμούλη Κορδά που σε κάνουν σε αρκετά σημεία να ανατριχιάζεις. Η μπάντα σαν σύνολο ακούγεται πιο δεμένη και πιο ώριμη από ποτέ και αυτό είναι εμφανές μέσα από τις συνθέσεις του δίσκου.
Οι ταχύτητες έχουν ανέβει αισθητά και η μουσική είναι πιο συγκεντρωμένη θα μπορούσα να πω. Κάτι που δεν ίσχυε στον πρώτο δίσκο της μπάντας. Η δουλειά στη παραγωγή και στη μίξη είναι πραγματικά εξαίσια όπως το ίδιο ισχύει και για το artwork του δίσκου από τον Seth Siro Anton. Καινούργια μουσικά στοιχεία όπως καθαρά φωνητικά και η χρήση κοντραμπάσου κρίνονται μόνο ως θετικά και επιθυμητά.
Τραγούδια όπως τα “Erynnis Funeralis”, “Θλιβερός Χειμώνας” (με στίχους στα ελληνικά από ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη), “Futile Salvation” και “Human Pollution” είναι γραμμένα για να “βασανίζουν” κάθε μελαγχολική ψυχή εκεί έξω. Και αυτό, πέρα των όσων ανέφερα ως τώρα, καθιστά τον δίσκο ένα διαμάντι.
Να λοιπόν που το δεύτερο album των Daylight Misery είναι ένας πολύ ωραίος και δυνατός δίσκος από όλες τις απόψεις. Και σηματοδοτεί μια νέα αρχή και μια μεγάλη νίκη για τα παιδιά στη μπάντα που μέσα από δυσκολίες και αντιξοότητες κατάφεραν να κυκλοφορήσουν το “The Great Absence”.
[stextbox id=”black”]
Συνοψίζοντας…!
The Good: Τα πάντα είναι ένα ή και περισσότερα clicks πιο πάνω από το προηγούμενο album
The Bad: Next question please!
Βαθμολογία: 4,5 /5
[/stextbox]