Τι έχει μεσολαβήσει από το 2018, και την τελευταία επίσκεψη των City Of The Sun στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα; Έκτος από τις… 7 πληγές του Φαραώ, η εκτόξευση της αναγνωρισιμότητας της μπάντας και η αγάπη του ελληνικού κοινού προς αυτήν, που έχει πολλαπλασιαστεί σημαντικά. Απόδειξη, η μίνι τουρ επί ελληνικού εδάφους με όχι 2 ή 3, άλλα 6 εμφανίσεις σε ισάριθμες πόλεις.
Ανταπόκριση: Θανάσης Καρανίκας / Φωτογραφίες: Ιωάννα Κίτρου (πλήρες photo report εδώ)
Τρίτη στάση για το μεγάλο live τους στην πρωτεύουσα λοιπόν, και το Gazarte ήταν έτοιμο να υποδεχθεί αυτό το πανέμορφο κράμα από indie, folk, jazz αλλά και ethinc, latin & flamenco επιρροών που φέρουν οι City of the Sun, με μια ιδιαίτερη σεβαστή προσέλευση κόσμου. Γύρω στις 10.20, με μια μικρή καθυστέρηση, η τριάδα των Αμερικανών, συν τον touring member μπασίστα τους, ανέβηκαν τη σκηνή χαμογελαστοί, ευδιάθετοι και έτοιμη να τα δώσουν όλα.
Ξεκίνημα με δύο τραγούδια από το τελευταίο τους άλμπουμ με τίτλο Segunda Alma που κυκλοφόρησε πέρσυ: Sica & Gariota για να ζεσταθούμε εξ αρχής για τα καλά. H αλήθεια είναι πως αυτός ο ελαφρύς ηλεκτρονικός μανδύας που ντύσανε μερικά από αυτά τα τελευταία τραγούδια στις στουντιακές τους παραγωγές, παρουσιάζει ενδιαφέρον και τους εξελίσσει με κάποιον τρόπο ηχητικά.

Στην πραγματικότητα όμως τολμώ να πω πως προτιμώ ζωντανές, πιο ακουστικές εκτελέσεις τους που σε συνδυασμό με το χιούμορ και την επικοινωνία του frontman (ας μας επιτραπεί ο όρος, μιας και δεν έχουν στην πραγματικότητα φωνητικά στα τραγούδια τους, αλλά είναι αυτός που έχει τον πρώτο λόγο στο πάρε-δώσε με το κοινό) John Pita, έκαναν τον κόσμο να σηκωθεί όρθιος και να πλησιάζει όλο και περισσότερο, στο μπροστά μέρος της σκηνής.
Ένα setlist που τα είχε όλα: Καινούρια, ακυκλοφόρητα, δόσεις από το πρώτο-πρώτο EP τους πίσω στο μακρινό 2014 (Razon &Everything) και φυσικά τις καλύτερες στιγμές από το ομότιτλο άλμπουμ τους από το 2020 (που συγκεντρώνει τα 4 chapters που είχαν προηγηθεί), με κορυφαία στιγμή το Spaghetti, το κατά τη γνώμη μου καλύτερο τραγούδι που έχουν γράψει μέχρι στιγμής.

Μας έλειψαν κάποια από τα covers που τους αγαπήσαμε, και ιδιαίτερα αυτό του Intro των XX, μα σεβόμαστε απολύτως την απόσταση που μάλλον θέλουν να πάρουν από τις διασκευές και τη θέληση να λάμψουν περισσότερο μέσα από το προσωπικό τους υλικό.
Χωρίς κοιλιές και με κλιμακωτή ένταση, τους μουσικούς να συμμετέχουν με όλο τους το σώμα και την ψυχή, έναν John Pita να κατεβαίνει αρκετές φορές και να χάνεται με την κίθαρα του ανάμεσα στον κόσμο, τον ντράμερ να κάθεται και να βάζει φωτιά στο καχόν με το παίξιμό του. Μια πραγματικά, αυτό που λεμέ, μεθυστική συναυλία, που δε νομίζω πως άφησε κανέναν απογοητευμένο. Εύσημα και σε ένα κοινό που συμμετείχε εντυπωσιακά, σε ένα act που δεν υπάρχουν από τη φύση του sing-alongs και βοήθησε τη βραδιά να αποκτήσει μια ένταση και μια φόρτιση, που δύσκολα συναντάς σε ένα ακουστικό live.
Οι City of the Sun είναι μια πάλαι ποτέ μπάντα του δρόμου, που χρόνο με το χρόνο κερδίζει επάξια, όλο και πιο υψηλή θέση στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι κι έχει φτάσει στο σημείο να είναι ένα υπολογίσιμο indie act και όλοι να μιλούν μόνο με καλά λόγια για αυτούς. Κι αυτό γιατί παραμένουν πιστοί στην τέχνη και τις ρίζες τους, αφοσιωμένοι επαγγελματίες, άκρως προσιτοί και διόλου επιτηδευμένοι. Ανυπομονούμε για το επόμενο «chapter» τους!
