Το 1994 συμπλήρωνα ήδη την πρώτη μου δεκαετία εν ζωή, σημάδια ακμής, doc martens, ορμονική επέλαση, MTV, «κακές παρέες» και σχολικοί χοροί. Και μετά έσκασε η εφηβεία, η σκηνή του Seattle που ήδη μεσουρανούσε, η Sub Pop, και το Sixteen Stone. Το grunge κίνημα αφήνει γουλί την hair metal κουλτούρα εκτοπίζοντας την όχι μόνο από τα ράφια των συνοικιακών δισκοπολείων αλλά και από τους μιντιακούς μας δορυφόρους. Βέβαια από τότε μετράμε άλλη μια πενταετία μέχρις ότου να φτάσει ο ήχος αυτός στα δικά μας «αγύμναστα» αυτάκια, «πολυφορεμένος» πια στη Δύση και αναμφίβολα στα down του με το ξεπήδημα της γλυκανάλατης Britpop.
Μπορεί στην Αθήνα των ‘90s οι No Doubt να είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο από ότι οι Bush -η δόξα παραμένει από τότε στην οικογένεια – και οι κονσερβοποιημένοι ήχοι να είχαν περισσότερο σουξέ – no offense Gwen- όμως οι πρώτες μέρες ενηλικίωσης αρίβαραν, οι προτιμήσεις άλλαξαν και οι κλασικές μουσικές μας πεποιθήσεις τέθηκαν υπό αμφισβήτηση. Ο grunge ήχος ήταν αδυσώπητα κουλ και έτσι αυθάδης από τη φύση του μπήκε στο setlist της ζωής μας. Από τότε κάποιοι αρέσκονται στο να κάνουν μνημόσυνο στη grunge, κάποιοι άλλοι ωστόσο προσπαθούν μέσα από τις συνθέσεις τους να αναβιώσουν το είδος. Εμείς από την άλλη, είμαστε άνθρωποι που εξελισσόμαστε και ας παραμένουμε εν γένει νοσταλγοί, μας αρέσει η πρόοδος και ο πειραματισμός στη μουσική, σεβόμαστε τις καταβολές μας και δεν παύουμε να τις τιμάμε. Κάπως έτσι λοιπόν βρέθηκα την περασμένη Τρίτη στο Best Buy Τheater, στην Time Square της Νέας Υόρκης, για να ταξιδέψω με τον Gavin Rossdale και την νεόφερτη παρέα του –εκτός του Robin- στο θαυμαστό κόσμο των Bush που λαχταρούσα από μικρή να συναντήσω στο stage κάποιου venue.
Στο πλαίσιο της “Man on the Run” περιοδείας, και με την κυκλοφορία του ομώνυμου, έκτου κατά σειρά, στουντιακού άλμπουμ που φέρει την σφραγίδα της μπάντας, οι Bush κάνουν την εμφάνιση τους σε ένα κατάμεστο χώρο. Τα πρώτα δέκα λέπτα τσιμπιέμαι για να βεβαιώθω ότι είμαι ξύπνια. Κατόπιν επεξεργάζομαι τον Gavin και συνειδητοποιώ ότι ο χρόνος είναι πολύ φιλικός μαζί του εάν λάβεις υπόψη τα 50α του γενέθλια που πλησιάζουν. Με τα πιασάρικα “Sound of Winter” και “Bodies in Motion” ανοίγουν το show και προθερμαίνουν την αρένα με τα εναρμονισμένα κιθαριστικά ξεσπάσματα που φέρουν εμφανή σημάδια “electronic” επιρροών. H απότομη βουτιά σε παλαιότερες δισκογραφίες, όπως Sixteen Stone και Razorblade Suitcase, ήταν γεγονός με τα “Everything Zen”, “Swallowed”, “Greedy Fly” και “Insect Kin” να αποδίδονται με σχεδόν αυτιστική τελειότητα. Ο Gavin, σαν έφηβος μέσα στην πρώτη ήβη του, δεν έπαψε να σαρώνει ανελέητα την σκηνή, με την ανήσυχη παρουσία και τη «αλέκιαστη» φωνή του που θριάμβευε κάθε λεπτό, ενώ με το αρρενωπό του look, μέσα στο αντιανεμικό του τζάκετ και το ελαφρώς στυλιζαρισμένο του μαλλί, δεν έπαψε να τραβάει τα βλέμματα. Φωνητικά, παραμένει κορυφαίος και αυτό αποδείχθηκε περίτρανα από την ικανότητά του να «χτυπάει» με αξιοθαύμαστο τρόπο νότες από τραγούδια ανεξαρτήτου χρονολογικής προέλευσης.
Τα εκατό λεπτά του σετ διανθίστηκαν από heavy κυρίως κομμάτια με παλαιότερες και νεότερες δισκογραφικές αναδρομές, χωρίς να απουσιάζει ωστόσο το μουσικό διάλειμμα για διαφημίσεις, με κομμάτια όπως το “Broken in Paradise” και “The People that we love” που αποτέλεσαν ίσως την πιο αμήχανη εάν όχι φλώρικη στιγμή του show. Επανόρθωσαν γρήγορα με το άκουσμα του drum intro του “Little Things” που φούσκωσε με λύσσα τα λαρύγγια μας. Το κοινό ήταν έτοιμο να εκπνεύσει όλο τον άερα που είχε φυλάξει για αυτή τη στιγμή. Ο Gavin κατέβηκε από τη σκηνή, μπλέχτηκε με την αρένα και τσίριξε ασυγκράτητα μαζί μας, μοιράζοντας αγκαλιές και χτυπήματα στην πλάτη. Αυτό ήταν το αναπάντεχο συμβάν της βραδιάς που σκόρπισε τόσα χαμόγελα όσο και λιποθυμίες. Το πρώτο encore έφθασε και τα γρανάζια μας καλά λαδωμένα υποδέχθηκαν το αγαπημένο “Machinehead” αγκαζέ με το ντελίριο που επακολουθεί στο «στίβο» της Broadway Avenue. Επόμενη στάση η νότα φα. Οι παλμοί πέφτουν και αυτή η μεταλλική γεύση στο στόμα πριν τη βρόχη επιστρέφει και έχει όνομα, “Glycerine”. Ο Gavin είναι μόνος στη σκηνή με την ηλεκτρική του κιθάρα, μπλε μώβ αποχρώσεις κυριεύουν το background και μια συνταρακτική σόλο ερμηνεία για επίλογο. Το απρόσμενο cover του “Οnce in a Lifetime” των Talking Heads ήταν ήδη παρελθόν. Το αναμενόμενο “Comedown” έρχεται για να ρίξει οριστικά πια τους τίτλους τέλους στη σκηνή αφήνοντας γύρω μου μονάχα εκστασιασμένα μουτράκια. Oι Bush αποχωρούν από την σκηνή με τον νεανικό ενθουσιασμό που τους διακατείχε καθ’όλη τη διάρκεια του μοναδικού τους performance. Είμαι πεποισμένη ότι δεν βρίσκονται τυχαία στις επάλξεις μετά από 12 χρόνια απουσίας διότι εκεί πάνω υπερέβησαν εαυτόν όπως και κάθε προσδοκίας το βράδυ της περασμένης Τρίτης. Δεν θεώρησαν τη μουσική και τους οπαδούς τους δεδομένους, μας κατέκτησαν από την αρχή έναν προς έναν. Και αυτό είναι που σε κάνει μεγάλη μπάντα στο τέλος της μέρας! Bush doesn’t let the days go by!
Setlist:
1. The Sound of Winter
2. Bodies in Motion
3. Everything Zen
4. I Believe in You
5. Just Like My Other Sins
6. Greedy Fly
7. This House Is on Fire
8. The Chemicals Between Us
9. The Only Way Out
10. Swallowed
11. Broken in Paradise
12. The People That We Love
13. The Gift
14. Letting the Cables Sleep
15. Insect Kin
16. Little Things
Encore:
17. Machinehead
18. Once in a Lifetime
(Talking Heads cover)
19. Glycerine
20. Comedown