Κάθομαι και πίνω ήρεμα και καλά την φτηνή μπύρα μου, σε ένα μοναχικό καφενείο στον Πειραιά. Κι έρχεται ένας φίλος από τα παλιά, άριστος γνώστης του ομιχλώδους τοπίου της δεκαετίας του ’70, και σε γνήσιο noir ύφος μου λέει: “Barbarian Overlords”. Το όνομα με παραπέμπει αμέσως σε κάτι επικό, αλλά ξέροντας τα βρώμικα γούστα του δεν ξεγελιέμαι. Τον κοιτάω μέσα από τον καπνό. “Καθαρό hard rock, παλαιάς κοπής” μου λέει. “Ο κόσμος πρέπει να μάθει”. Του υπόσχομαι να το κοιτάξω.
Κάπως έτσι είμαι τώρα σε αυτή την παλιά γραφομηχανή και σας γράφω για το “Rise Up”. Ειλικρινά δε ξέρω με τι είδους πλεκτάνη έχουμε να κάνουμε, αλλά πρέπει να είναι πολύ καλοστημένη. Δεν εξηγείται αλλιώς γιατί αυτός ο δίσκος – και σε επέκταση αυτή η μπάντα – δεν είναι ευρύτερα γνωστή στα μέρη μας. Μην περιμένετε κάτι πολύ εντυπωσιακό στην περιγραφή: Hard Rock, σκέτο, σκληρό, με πολλά κιλά riffs, που grooveάρει ακατάπαυστα, και που δίνει τα leads του με το σταγονόμετρο. Μα ούτε ίχνος φλυαρίας σε αυτό τον δίσκο; Κάθε μελωδία κάτι χτίζει, κάθε solo έχει ξεκάθαρο λόγο ύπαρξης! Η φωνή πατάει πάνω στο αμετακίνητο rhythm section, δε φοβάται να πάει ψηλά και να επιλέξει πραγματικά παράδοξες γραμμές, και ηχεί πραγματικά παλιακή χωρίς να πέφτει στην παγίδα του επιτηδευμένου vintage. Κατά τ’ άλλα σχετικά μικρά, σφιχτογραμμένα κομμάτια, μια μικρή δόση southernίλας σε ορισμένους χρωματισμούς, λίγο rock n’ roll αλλού, μια πανέμορφη ψυχεδελική μπαλάντα – το “Stilness and the Bee” – και πολύς, πολύς ερωτισμός. Μη με ρωτάτε πώς και γιατί, δε ξέρω. Δεν έχουν τίποτα το sleazy, δεν πουλάνε sex appeal και “αλητεία”, δε γράφουνε καψουροτράγουδα – όχι ρε, το “Your Love is Like Gasoline” δεν πιάνεται! – και πάραυτα τους ακούς και ρε γαμώτο… Κάτι σε πιάνει. Θέλεις γυναίκα ρε παιδί μου, πώς το λένε. Να δεις που γι αυτό πάνε να μας τους αποκρύψουν μέσω της πλεκτάνης που σας έλεγα πριν. Είναι επικίνδυνα πράγματα αυτά, δεν ξαμολάς έτσι ελεύθερο το Ego Eye, ξέρεις τι έχει να γίνει αν αρχίσουν να το παίζουν τα clubs;
Θα ήθελα να συνεχίσω, αλλά ειλικρινά δε μπορώ να γράψω πολλά. Νομίζω καταλαβαίνετε. Σας έδειξα προς τα πού να κινηθείτε, έχετε μου εμπιστοσύνη και ακούστε το “Rise Up”. Και βάλτε το και στους φίλους σας να το ακούσουν. Ο κόσμος πρέπει να μάθει.
[stextbox id=”black”]Συνοψίζοντας…!
The Good: Ευθύ και κολληματικό hard rock, χωρίς πολλές φιοριτούρες. Τόσο απλό, και συνάμα τόσο δυσεύρετο στις μέρες μας.
The Bad: Όσοι δεν τους σηκώνεται χωρίς virtuos-ίλες θα έχουν πρόβλημα εδώ, καθώς τα κομμάτια φαίνονται σχεδόν απλοϊκά. Φαίνονται.
Βαθμολογία: 4/5[/stextbox]