Δεν είναι μυστικό το πόσο πολύ μου αρέσει η δουλειά των Arcturus, από την πρώτη στιγμή που άκουσα το “The Sham Mirrors” το 2002. Δυστυχώς, μετά από αυτή την κυκλοφορία διάφορα άσχημα πράγματα άρχισαν να συμβαίνουν για τη μπάντα και κυρίως μετά την αποχώρηση του Kristoffer Rygge (Garm) των Ulver και την αντικατάστασή του με τον I.C.S. Vortex (Dimmu Borgir, Borknagar, Lamented Souls, Ved Buens Ende κλπ). Ακριβώς 10 χρόνια μετά την κυκλοφορία τους “Sideshow Symphonies”, οι Arcturus που πλέον αποτελούν μια από τις πιο παράξενες και αριστουργηματικές μπάντες της avant-garde και progressive metal σκηνής, επιστρέφουν με την κυκλοφορία ενός καινούριου album που ακούει στο όνομα “Arcturian”. Στο album αυτό οι Arcturus διατηρούν την καθιερωμένη και από τις προηγούμενες κυκλοφορίες τους θεατρική avant-garde ατμόσφαιρα, καθώς και τις περίπλοκες εντυπωσιακές συνθέσεις, αλλά αυτή τη φορά προσθέτουν πολλά περισσότερα ηλεκτρονικά στοιχεία. Το album έχει φιλόδοξες συνθέσεις, τα ιδιοσυγκρασιακά φωνητικά του Vortex και μια πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή από διαφορετικά μουσικά στοιχεία, παρ’ όλα αυτά η παραγωγή δεν στέκεται στα υψηλά επίπεδα των προκατόχων του.
Το εναρκτήριο κομμάτι “The Arcturian Sign” παραθέτει απροκάλυπτα τις ηλεκτρονικές προθέσεις της μπάντας, αλλά δεν είναι το μοναδικό που το κάνει αυτό. Το δεύτερο κομμάτι “Crashland”, είναι από εκείνα που ξεχωρίζουν μέσα στο δίσκο και ακούγεται πιο κοντά στις παλιές κυκλοφορίες της μπάντας, με εντυπωσιακή ενορχήστρωση και τρομακτικές κιθάρες που συνδυάζονται με βιολιά. Σε όλα τα κομμάτια του δίσκου συμπεριλαμβανομένων των δύο πρώτων, ξεχωρίσουν ιδιαίτερα τα σημεία που διαθέτουν καταστροφικά blast beats από έναν από τους τιτάνες της black metal, Jan Axel “Hellhammer” (Mayhem, και ένα ατελείωτο και εντυπωσιακό βιογραφικό μετέπειτα). Στο “Angst” (το αγαπημένο μου κομμάτι του δίσκου) οι Arcturus θυμούνται τα black metal στοιχεία του παρελθόντος, ενώ τα άψογα φωνητικά του Vortex γίνονται εξοντωτικά. Ο σκληρός ήχος των drums φαίνεται όμως να απομονώνει το κομμάτι αυτό από τον υπόλοιπο δίσκο, ο οποίος ακούγεται πολύ πιο μελωδικός στο σύνολό του.
“Warp” και “Game Over” από τα κομμάτια που επίσης ξεχωρίζουν, με το πρώτο να είναι ιδιαίτερα groove-άτο με ψυχεδελικές μελωδίες και διαστημικά εφέ και το δεύτερο (επίσης πολύ αγαπημένο μου) μελωδικό μεν αλλά ταυτόχρονα και πολύ ατμοσφαιρικό, με ambient και post στοιχεία. Τα “Demon” και “The Journey” κάνουν την έκπληξη μέσα στο album αφού στην εντυπωσιακή τους ενορχήστρωση έχουν προστεθεί πολλά ηλεκτρονικά και dubstep στοιχεία. Τα “Pale” και “Archer” αποτελούν επίσης ενδιαφέρουσες συνθέσεις, αλλά όχι τόσο εντυπωσιακές όσο τα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου. Αντιθέτως, το “κλείσιμο” του δίσκου που γίνεται με το κομμάτο “Bane”, ολέθριο όπως και το όνομά του, μας μεταφέρει πίσω σε εκείνες τις μεθυστικές εποχές του “La Masquerade Infernale” με τις εκκεντρικές μελωδίες και τη θεατρική (σχεδόν cabaret) ατμόσφαιρα.
Συνοψίζοντας, το “Arcturian” ίσως να μην είναι το πιο “δυνατό” album που έχει το συγκρότημα στο ενεργητικό του, παραμένει όμως ένα πάρα πολύ καλό album που ενσωματώνει όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν τους Arcturus ένα από τα πιο σημαντικά συγκροτήματα της avant-garde metal σκηνής αλλά και φρέσκες ιδέες. Οι πιο στενόμυαλοι φαν των Arcturus που έχουν αγαπήσει την μπάντα για το black metal προφίλ του παρελθόντος, μάλλον δεν θα εντυπωσιαστούν ιδιαίτερα γιατί αυτός ο δίσκος είναι πέρα για πέρα διαφορετικός. Οι Arcturus είναι αδιαμφισβήτητα μια από τις πιο ιδιοφυείς και πρωτοποριακές συνθετικά μπάντες εκεί έξω, επομένως ο δίσκος αξίζει την προσοχή όλων.