Πρώην συνεργάτης με τον Bonnie ‘Prince’ Billy και με μια μετέπειτα solo πορεία που συνεχώς κερδίζει πιστούς ακόλουθους, η folk νεράιδα με τη χαρισματική φωνή Angel Olsen βρέθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το βράδυ της περασμένης Τρίτης. Υπήρχε κόσμος που έσπευσε στο Αn Club από νωρίς, ωστόσο ο χώρος δεν κατάφερε να καλυφθεί σημαντικά μέχρι αρκετά αργότερα.
Ανταπόκριση: Ελένη Αποστολάκου / Φωτογραφίες: Δανάη Φωκίου (περισσότερες εδώ)
Η έναρξη της συναυλίας έγινε ακολουθώντας πιστά το χρονοδιάγραμμα και βρήκε στη σκηνή τους ‘δικούς μας’ Mani Deum, που αυτοπροσδιορίζουν τη μουσική τους ως “infected Folk n’ Roll” αλλά στην πραγματικότητα, όπως απέδειξαν στο live, είναι πολλά περισσότερα από αυτό το χαρακτηρισμό. Η μουσική τους έχει ξεκάθαρη σκοτεινή neofolk κατεύθυνση και συνδυάζει southern gothic και Americana στοιχεία με post-punk ξεσπάσματα και αρκετό πειραματισμό στον ήχο. Η πρώτη επαφή με τον ήχο τους έφερε στο μυαλό μου επιρροές από Death Ιn June, King Dude, 16 Ηorsepower, ακόμα και Current 93, αλλά αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να ανατρέξω μετά το live στην δισκογραφία τους.
Με μια ιδιαίτερα έντονη σκηνική παρουσία, μιας και είναι ιδιαίτερα ενεργοί μουσικά τα τελευταία χρόνια, έχουν μάλλον βρει το συστατικό που χρειάζεται για να ισορροπήσουν τον πεσιμισμό, την horror ατμόσφαιρα που δημιουργεί κυρίως ο στοιχειωτικός ήχος του theremin, τα rock ξεσπάσματα στις κιθάρες και τον ρομαντισμό που αναδύεται μέσα από στίχους των τραγουδιών τους. Αν και ο χώρος δεν γέμισε αρχικά, ο κόσμος έδειχνε να απολαμβάνει τη συναυλία και ιδιαίτερα προς το τέλος του σετ έγινε φανερό πως οι Mani Deum κατάφεραν να μεταδώσουν την ενέργειά τους στο κοινό.
Στη συνέχεια ήρθε η σειρά της γλυκύτατης Angel Olsen και των μουσικών που τη συνόδευαν (τους οποίους φρόντισε να συστήσει στο κοινό) να ξεκινήσουν χωρίς ιδιαίτερη εισαγωγή το set τους. Όταν πρόκειται για live τέτοιου ύφους, περιμένει κανείς τον εκάστοτε καλλιτέχνη βυθισμένο στα άδυτα της ψυχής του να προσπαθεί να εξωτερικεύσει ολόκληρο τον κόσμο του στο κοινό με ψυχρό και αποστασιοποιημένο τρόπο. Ωστόσο, η Angel Olsen δεν επέλεξε να κατασκευάσει μια περσόνα επί σκηνής αλλά να είναι ο πιο απλός εαυτός της, άμεση και επικοινωνιακή ενδιάμεσα από τα κομμάτια αλλά και απόλυτα συγκεντρωμένη στις νότες.
Ο ήχος πεντακάθαρος, ίσως από τις καλύτερες αποδόσεις που είχε ποτέ το Αn, η φωνή της Angel Olsen δε καθηλωτική. Φαντάζομαι πως κάποιος θα ένιωθε πολύ πιο άνετα αν παρουσιαζόταν μόνος σε αυτό το live μιας και όλοι ήταν προσηλωμένοι στην ερμηνία της και την ίδια και ελάχιστοι μιλούσαν μεταξύ τους. Για την ακρίβεια, δεν έχω δει ποτέ το ελληνικό κοινό τόσο ολοκληρωτικά δωσμένο. Η μαγευτική φωνή και παρουσία της, καθώς και οι εκπληκτικά συναισθηματικοί στίχοι και ιστορίες των τραγουδιών της κατάφεραν να μας συνεπάρουν, να εισχωρήσουν βαθιά μέσα μας και να μας συγκινήσουν όλους, έναν προς ένα.
Το set της περιλάμβανε κομμάτια από ολόκληρη τη δισκογραφία της και ενώ αρχικά ήταν αρκετά πιο «ζωντανό» με στιγμές αιχμής τα κομάτια “Acrobat”, “High & Wild” και “Forgiven/Forgotten”, προς το τέλος η συναισθηματική φόρτιση που κατέκλυζε τον καθένα μας έφτασε στο αποκορύφωμα. Η μπάντα κατέβηκε από τη σκηνή και έδωσε χώρο στην Angel Olsen να ερμηνεύσει 3 ακόμα κομμάτια, το “Iota”, “Unfuckthefire” και το αριστουργηματικό “White Fire”, χαρίζοντας μια μοναδική συναυλιακή και συναισθηματικά ολέθρια εμπειρία σε όσους παρευρίσκονταν εκεί.
Δεν θα ξεχάσω πόσο συναισθηματικά αναστατωμένη έφυγα από το Αn και ελπίζω αυτή να μην ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που επισκέπτεται την χώρα μας.