Όγδοο album για τους Βρετανούς Suede, μακριά αυτή τη φορά από το αστικό τοπίο που τους γέννησε και την αποσύνθεση αυτού. Περιπλανιόμαστε με μια κινηματογραφική αίσθηση σε εκτός πόλης τοπία, μέσα στην ατμόσφαιρα της ομιχλώδους υπαίθρου, κατά τη διάρκεια της «Μπλε ώρας». Μια καλλιτεχνική διαφυγή για τη μπάντα, που αναλαμβάνει το ρίσκο της μετατόπισης σε ένα επαρχιακό τοπίο, που περιλαμβάνει τη μυρωδιά του ξύλου, φράκτες, καθώς και το θάψιμο ενός νεκρού πουλιού (“Dead Bird”), πλήρως απογυμνωμένο από τις ποπ κιθάρες και το hand clapping μέσα από τα οποία γνωρίσαμε τη μπάντα.
Το “As One” αποτελεί μια τολμηρή βιβλική εισαγωγή με τη βροντερή φωνή του Αnderson που κλιμακώνεται σε ορχηστρικές με ιαχές: “Here I am. Talking to my shadow. Head in my hands”, οι οποίες προσδίδουν μια μεγαλόπνοη θεατρικότητα στο εγχείρημα.
Πειραματικά interludes, νοσταλγικές μπάντες με πλούσιες ενορχηστρώσεις, όπως τα “Wasteland” και “Μistress”, στοιχειωμένα τραγούδια όπως το “Chalk Cirles” με ασύλληπτες εναλλαγές ρυθμών από μελωδικούς σε στακάτους, ένα “Roadkill” εξίσου φιλόδοξο και μεγαλεπίβολο με το εισαγωγικό, που στέκεται σα δεύτερη εισαγωγή ακριβώς στα μισά του album, και το μοναδικό και παραμυθένιο το “All the Wild Places” είναι ορισμένα από τα στοιχεία για τα οποία αξίζει να ασχοληθεί κανείς με τη νέα δουλειά των Suede.
Το βασικό σημείο που καθιστά αξιοσημείωτο το «The Blue Hour» είναι ότι μια μπάντα που έχει αφήσει ιστορία στην britpop απομακρύνθηκε από αυτήν και δοκιμάζει να σφυρηλατήσει νέα μονοπάτια.