Κάπου στα end credits ενός αστικού μύθου λέει πως κάποια στιγμή μέσα στα προσεχή χρόνια θα υπάρξει μια μικρή ομάδα ανθρώπων που θα αλλάξει την ροή της καλλιτεχνικής -και όχι μόνο- ιστορίας. Μέσα σ’ όλα, θα ηγηθούν της νεανικής επανάστασης αυξάνοντας ταυτόχρονα μισθούς, συντάξεις και τα δρομολόγια των αστικών λεωφορείων.
Όλα αυτά φυσικά, τους “Όρη” δεν τους ενδιαφέρουν. Οι φήμες λένε ότι είναι τρείς, πως κατάγονται απ’ την Αθήνα και παίζουν ροκ (και όχι rock όπως πολλοί άθελα τους πιστεύουν). Οι στίχοι τους σε αγγλικά, ιταλικά, γιαπωνέζικα και (σπαστά) ελληνικά θα ήταν ότι πρέπει για βιογραφικό golden boy σε πολυεθνική. Φυσικά, ούτε και αυτό δείχνει να τους ενδιαφέρει.
Για την ώρα, αυτό που έχει σημασία είναι η πρώτη τους full-length ομώνυμη ψηφιακή (για την ώρα) κυκλοφορία. Στις μόλις οκτώ συνθέσεις του album, θα βρεθείς αντιμέτωπος με διάφορες παραξενιές. Χωρίς να πέφτουν στην παγίδα της ταμπέλας, η μουσική τους ελίσσεται επιδέξια ανάμεσα σε μουσικά είδη που γουστάρεις, κουβαλώντας ύποπτες αναφορές στους πειραματισμούς των Can, τη lo-fi λογική, το punk-rock της “σχολής” Dischord, τους funk ρυθμούς, τους Ween, την ψυχεδελική αλητεία των πρώτων δίσκων των Butthole Surfers, φιλτραρισμένα όλα τους μέσα από μια αυτοσχεδιαστική live -σχεδόν jazz- αισθητική. Χωρίς αυτή η κυκλοφορία να μπάζει νερά από πουθενά, όλοι οι παραπάνω ψυχαναγκασμοί ξεδιπλώνονται χαρακτηριστικά σε κομμάτια όπως τα “Sex me Crazy” και “Μαίρη”, ενώ το πρώτο μισό του “وري”, ακούγεται σαν εισαγωγικό σημείωμα των Slint.
Όσο κυκλοθυμικά και να ακούγονται όλα αυτά, στην περίπτωση των Όρη τα πάντα δείχνουν να λειτουργούν προς όφελος τους. Σίγουρα τον θέλουν το χρόνο τους -ίσως και μια βασική εκπαίδευση πάνω στις αυτοσχεδιαστικές φόρμες- για να “πιάσεις” αυτό που ακριβώς κάνουν, αλλά το τελικό αποτέλεσμα είναι κάτι παραπάνω από ενδιαφέρον.