Όταν ανακοινώθηκε το live, ο ενθουσιασμός μου ήταν απίστευτος. Σε αυτήν τη βραδιά δεν υπήρχε headline κι ας έδειξε κάτι διαφορετικό η χρονική διάρκεια του setlist κάθε μπάντας. Σίγουρα, οι εμφανίσεις των Naxatras στην Αθήνα είναι συλλεκτικές, όπως και γενικά στην Ελλάδα, γι’ αυτό και δεν υπήρχε αμφιβολία ότι αυτή η συναυλία θα οδηγηθεί, αργά ή γρήγορα, στο sold out. Ο συνδυασμός του stoner των Naxatras και του garage των Steams, έχοντας ως κοινό μουσικό στοιχείο την ψυχεδέλεια, συνέβαλε σε μια αξέχαστη βραδιά, που οι συναισθηματικές μεταπτώσεις ταυτίζονταν με τις μουσικές και τις αγκαλιές διαδέχονταν το crowd surfing κι οι λιποθυμίες.
Ανταπόκριση: Ηλίας Δελάκος / Φωτογραφίες: Αργύρης Λιόσης (περισσότερες εδώ)
Το βράδυ ξεκίνησε με τους The Steams, οι οποίοι ανέβηκαν στη σκηνή στις 21:25, πέντε λεπτά αργότερα από την ώρα που προέβλεπε το πρόγραμμα. Μέχρι εκείνη την ώρα, ο κόσμος είχε προσέλθει στην πλειοψηφία του κι όταν τελείωνε το τρίτο κομμάτι της μπάντας, το παλαιότερο «Feed», το Gagarin είχε γεμίσει πλέον. Τα παιδιά έπαιξαν τα δυνατότερα κομμάτια του πρώτου και μοναδικού, προς το παρόν, full-length δίσκου τους, με τίτλο «Wild Ferment». Δυνατότατο live κι ίσως το μόνο αρνητικό ήταν ότι δεν πρόλαβαν να μπουν στο mood στο 100%, λόγω της μικρής διάρκειας της εμφάνισης τους. Όσο έπαιξαν, όμως, ήταν λες κι άκουγες δίσκο, όπως έχω ξαναπεί για προηγούμενη εμφάνιση τους. Η αισθαντική κι ανατριχιαστική χροιά του Πάνου Δημητρόπουλου αφηγήθηκε μια ιστορία, που επενδύθηκε μουσικά από τις ψυχεδελικές και ταξιδευτικές κιθάρες του ίδιου και του Αντρέα Κοκοβίκα, από το δυναμικό κι επιβλητικό μπάσο του Άλεξ Μπόλπαση και τα drums του Gustav Penka, τα οποία αποτελούν από μόνα τους ένα κεφάλαιο. Το βράδυ του Σαββάτου συνειδητοποίησα γιατί αξίζει να ακούσεις live ακόμα περισσότερο τους Steams, σε σχέση με το να αφεθείς απλά στην ακουστική εμπειρία του δίσκου τους. Όλοι κάνουν performance κι αποδίδουν ακόμα καλύτερα στα live. Όπου κι αν γυρνούσα το κεφάλι μου, έβλεπα μια εικόνα, που με παρέσερνε. Έβλεπα τον Αντρέα να χορεύει μαζί με τον Άλεξ και να έχουν κλείσει τα μάτια τους, όντες βυθισμένοι μέσα στις ίδιες τους τις νότες, έβλεπα τον Πάνο να τινάζει το μαλλί του και να έχει ένα εκστασιασμένο βλέμμα με αυτό που αντικρίζει να συμβαίνει κάτω από τη σκηνή και τερμάτιζα με τον Gustav, που έπαιζε με απεριόριστη ενέργεια και απαράμιλλη τεχνική, μην υπολογίζοντας τίποτα μπροστά του, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Φαινόταν να μην μπορεί να τον σταματήσει τίποτα από το να συνεχίσει να παίζει στα ίδια επίπεδα τρέλας και ταχύτητας όλο το βράδυ. Μοναδικός Gustav Penka.
Οι Steams άφησαν τη σκηνή με το διονυσιακό “Ephemeral Joys” κι όλοι πήραμε τις ανάσες μας μέχρι να εμφανιστούν οι Naxatras. Κι αυτό έγινε. Δεν καταλάβαμε ποτέ τις δυόμιση ώρες που έπαιξαν. Είχε τέτοια ροή αυτό το live, που δεν περιγράφεται. Η μπάντα από την Θεσσαλονίκη ξεκίνησε με πιο ατμοσφαιρική διάθεση και τελείωσε τόσο δυναμικά, που δεν μπορούσες να πιστέψεις ότι είδες τους ίδιους ανθρώπους να παίζουν από την αρχή ως το τέλος. Η διαλογή των κομματιών, που απάρτισαν το setlist, έγινε από όλες τις δισκογραφικές δουλειές του συγκροτήματος ενώ τα visual effects, που έπαιζαν στο background της μπάντας, ήταν εντυπωσιακά κι απολύτως ταιριαστά σε κάθε τραγούδι. Γενικά, φάνηκε από χιλιόμετρα μακριά ότι οι Naxatras έχουν κάνει τέσσερις ευρωπαϊκές περιοδείες. Είχαν αποκτήσει πλέον πολύ καλή κι εύκολη αλληλεπίδραση με το αθηναϊκό κοινό, έχουν βελτιωθεί σε ακραίο βαθμό τόσο στην τεχνική όσο και στις δυναμικές τους κι έδειξαν να ισορροπούν στο μέγιστο βαθμό μεταξύ επαγγελματισμού και μουσικής παρόρμησης.
Με εντυπωσίασε περισσότερο η τέλεια εμφάνιση του Κώστα Χαριζάνη στα drums, διότι ήταν ο πρωταγωνιστής των κομματιών. Αυτός έδινε τον ρυθμό και τις μεταπτώσεις του, αυτός ενδυνάμωνε τα τραγούδια για να παρασύρουν το κοινό κι ήταν αυτός που «ίδρωσε την φανέλα» περισσότερο, εντός κι εκτός εισαγωγικών. Από την άλλη, τα φωνητικά του Γιάννη Βαγενά έχουν βελτιωθεί σημαντικά κι εξελίσσεται σε έναν καλλιτέχνη, που μπορεί να υποστηρίξει τη διττή φύση τραγουδιστή-μπασίστα, αφού στο μπάσο έπαιζε απίστευτα πράγματα και μάλιστα με δάχτυλα κι όχι πένα, γεγονός που κάνει ακόμα δυσκολότερο το να καταφέρεις να αποδώσεις τόσο δημιουργικές και γρήγορες μπασογραμμές, όπως αυτές των Naxatras. Ο μόνος που δεν μου έκανε κάποια ιδιαίτερη αίσθηση ήταν ο Γιάννης Δελιάς στην ηλεκτρική κιθάρα. Ο χαρακτηρισμός, που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω, είναι αυτός που μισώ περισσότερο στα κείμενα των κριτικών πάσης τέχνης. Ήταν «άρτιος». Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο, προφανώς, αφού πρόκειται για έναν πολύ καλό μουσικό, που απέδωσε, όμως, μόνο τα απαραίτητα. Η δυάδα- φωτιά “I am the Beyonder” και “The Great Attractor” ήταν αυτή που έκλεισε το live της μπάντας κι οδήγησε το κοινό στην αποθέωση του μουσικού trio. Αυτοί, με τη σειρά τους, ευχαρίστησαν πάμπολλες φορές τον κόσμο και τους Steams για την συμπλήρωση του lineup αυτής της sold out συναυλίας.
Το βράδυ του Σαββάτου παρακολουθήσαμε δύο μπάντες, που έχουν να γράψουν ακόμα πολλά, πιο σημαντικά και πιο δημιουργικά κεφάλαια στο μουσικό «βιβλίο» τους. Οι Naxatras από τη μια είναι καθηλωτικοί κι έτοιμοι για την πρώτη τους συναυλιακή περιήγηση στην νήσο της Ωκεανίας κι οι Steams από την άλλη, εφοδιασμένοι με ένα από τα ωραιότερα δισκογραφικά υλικά, που έχω ακούσει από ελληνική μπάντα, φαντάζουν υπέρλαμπροι και με τις βαλίτσες στο χέρι για μια υπέροχη περιοδεία, που θα ανακοινωθεί σύντομα. Ευχαριστούμε Naxatras και Steams για την φασάρα, ευχαριστούμε ηχολήπτες και φωτιστές για την ηχάρα και την ατμοσφαιράρα κι ευχαριστούμε Gagarin για την τέλεια φιλοξενία και τον απίστευτο κλιματισμ…oh wait! Πάντα τέτοια live κι εύχομαι να μας θυμούνται οι μπάντες αυτές, όταν γίνουν μεγάλες και τρανές!