Είναι απορίας άξιο πως κάποιες μπάντες, ενώ επισκέπτονται επί μονίμου βάσεως σχεδόν κάθε χρόνο τη πόλη σου, αντί να τείνουν στο να γίνουν πιο βαρετές και από το θάνατο και να μπουν στη λίστα με τα “μόνο για Scorpions και Moby είμαστε” συγκροτήματα, καταφέρνουν με χαρακτηριστική άνεση να κερδίζουν εκ νέου τις εντυπώσεις παλιών αλλά και νέων ακροατών. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν πλέον με σχετική ευκολία και οι Place to Bury Strangers που παρά την συνθετική ατυχία του μέτριου -αλλά εκκωφαντικού κατά τα άλλα- νέου τους album “Transfixation”, το Σάββατο το βράδυ κατέστρεψαν για μια ακόμη φορά αρκετές συχνότητες από το ακουστικό μας πεδίο.
Aνταπόκριση: Πάνος Παναγιωτόπουλος / Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες εδώ)
Οι συντοπίτες των Νεοϋορκέζων headliners Grooms άνοιξαν την βραδιά με το εύπεπτο indie rock τους που δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτα τα underground 90’s. Χωρίς ιδιαίτερα εντυπωσιακές συνθέσεις, θυμίζοντας τα πάντα αλλά και τίποτα συγχρόνως, μας παρουσίασαν υλικό από το σχετικά νέο τους album “Comb the Feelings Through Your Hair”, με την παράσταση φυσικά να κλέβει (πέρα από το Ride μπλουζάκι του μπασίστα) ο νέος τους drummer Steve Levine, ο οποίος μέσα σ’ όλα πρωταγωνιστεί και στην –spin off του Breaking Bad- τηλεοπτική σειρά Better Call Saul. Αν και ο frontman των Grooms, Travis Johnson, εργάζεται στην Death By Audio (των APTBS), ο ήχος τους πέρα από κάποια έξυπνα noise/shoegaze κολάζ, παρέμενε εντός των κλισέ της αμερικανικής εναλλακτικής σκηνής χωρίς να ανατρέπει ιδιαίτερα την τελική εντύπωση πως πρόκειται για μια απλά καλή μπάντα και τίποτα παραπέρα. Παρά όμως τα ελεγχόμενα μέτρα και σταθμά της μουσικής των Grooms ο κόσμος έδειξε ενδιαφέρον, οπότε ας ελπίσουμε για κάτι πιο ουσιαστικό στο μέλλον απ’ αυτούς.
Γύρω στις έντεκα τα φώτα έσβησαν εντελώς, οι fractal projectors έκαναν την εμφάνιση τους, τα strobe lights μπήκαν στη θέση τους και τα smoke machines άρχισαν να ψεκάζουν καπνούς. Το σύνηθες περιβάλλον του show των Α Place To Bury Strangers δηλαδή. Αυτό που ακολούθησε ήταν ένα παθιασμένο, οργασμικά παρανοϊκό ηχητικό χάος που δεν έχασε την ένταση και την βίαιη ομορφιά του παρά μόνο τη στιγμή που έκλεισαν οι ενισχυτές. Το μπάσο έχτιζε, τα τύμπανα γκρέμιζαν και η κιθάρα βρώμιζε το ακουστικό σύμπαν μας. Και κάπου εκεί στο βάθος τα φωνητικά πρόσθεταν αλλόκοτες αστικές μελωδίες. Φυσικά όλα τα παραπάνω τα έχουμε μαρτυρήσει αρκετές φορές από τον Oliver Ackermann και την παρέα του και στο παρελθόν.
Αυτό που δεν είχαμε ξαναδεί όμως ήταν η στιγμή που το “Revenge” έφτασε στο θορυβώδες τέλος του. Αφήνοντας τη σκηνή και αφού τα strobe lights έκλεισαν και αυτά, τα μέλη της μπάντας κατέβηκαν στο μέσο του Gagarin παρέα με ένα rack ενισχυτή, το μπάσο και ένα synth pad, και ξεπέρασαν τις προσδοκίες μας με ένα σχεδόν εικοσάλεπτο συνθετικό ντελίριο χαλασμένων μα ελεγχόμενων noise beats έχοντας πρώτα μοιράσει portable lasers στον κόσμο που με τη σειρά τους έκαναν την ατμόσφαιρα τουλάχιστον διαστημική. Ενώ αυτή η εντυπωσιακή κατάσταση φάνταζε πως θα σήμαινε και το τέλος της βραδιάς, ο κόσμος – που πραγματικά είχε χάσει κάθε άμυνα πλέον – έμεινε ξανά έκπληκτος αφού οι APTBS επέστρεψαν στη σκηνή και για τα επόμενα είκοσι λεπτά σχεδόν συνέχισαν να κάνουν αυτό που ξέρουν καλά. Να είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές μπάντες του πλανήτη που δεν πρέπει για κανέναν απολύτως λόγο να μην σταθείς μπροστά τους για να τους παρακολουθήσεις έστω και για μια φορά στη ζωή σου.