Μετά από επτά ακροάσεις κι ακόμη δεν τον έχω εμπεδώσει, μήτε καταλάβει επ’ ακριβώς τελικά. Κι αυτό γιατί κάθε φορά, υπήρχε και μια αποκάλυψη. Μουσική ή στιχουργική. Πραγματικά από τις κριτικές που τα χρειάστηκα.
Τρίτο album σε μόλις δύο χρόνια λέει. Ulver ίσον λύκοι επίσης λέει. Αυτήν τη φορά σε pop mode. Ηλεκτρονικό, διαλεκτικό, ερωτικό, χορευτικό. Α kind of neo–classical ambient.
Με δυνατό ξεκίνημα “Nemoralia” και ταξιδιάρικο mood να σε προετοιμάζει για το τι θα ακολουθήσει. Ορχηστρικής φύσεως ο ρυθμός, Νορβηγικός, κατά το “Rolling Stone”, σε ξεγελάει. Υπνωτικές μελωδίες με την ελπίδα της κατανόησης παίζουν μεταξύ ατμόσφαιρας και φωνητικής υποστήριξης. Με θορυβώδεις κιθάρες σε εργοστασιακά περάσματα. Με μπόλικες αλλαγές στο ύφος τους και βίαια χασιματικό τέλος. ”So Falls The World” μελαγχολικά κοινωνικό το περιεχόμενο. Με το πιάνο για οδηγό συν τις τραγωδίες που επαναλαμβάνονται σε τέλειους κύκλους για συνεπιβάτη. Και χαλασμένο φινάλε. Νέο – techno η συμπεριφορά, spiritual like η συνέχεια ευρηματικά εξιστορεί “Southern Gothic”. Σαν να ανακαλύπτουν αλλά και να προάγουν αυτό το πειραματικό είδος, το καλλιεργούν και το αναπαράγουν σε progressive και μη μινιμαλιστικό κι όμως avant garde. Καμπάνα ο ήχος, άψογη η παραγωγή. Χάνεσαι στη λογική τους και βυθίζεσαι στη μουσική τους προκοπή.
Όταν το “Angelus Novus” τα βάζει με το “Transverberation”, αυτό υποκύπτει. Γιατί χάνει. Το μόνο που με έκανε λίγο να βαρεθώ. Πιο εκρηκτικό το “1969” παραπέμπει σε μια ολόκληρη γενιά. Σε αναμνήσεις και αποκαλύψεις. Οι επιρροές μπόλικες, τα synths διαλεχτά, οι θόρυβοι σαν παρεμβολές σε μεταφέρουν σπίτι σου. “Coming Home” με την υπόσχεση να διορθωθούν τα λάθη και να γίνει μία νέα αρχή. Με αγάπη, παραδοχή και γνώση. Με το να συγχωρείς και να ξεχνάς. Ονειρικά και λίγο jazz. Αν και βιομηχανικά, κομματάκι φουτουριστικά.
Και επειδή τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, απλά ακούστε τον.