Έντεκα χρόνια μετά το τελευταίο “A Bigger Bang” τα ιστορικά κόκκινα χείλη γινήκαν μελανά και προσφέρουν τα 12 τραγούδια που ηχογραφήθηκαν σε τρεις μέρες (!) και μοιάζουν περισσότερο για warm-ups του επόμενού τους album παρά για τη νέα τους δισκογραφική δουλειά. For the old times sake η βοήθεια των φίλων όπως ο Eric Clapton και ο Chuck Leavell, επιβολή.
Πρώτα απ’ όλα μιλάμε για τους The Rolling Stones και για το πόσο καλά ξέρουν να προσαρμόζουν τη μουσική στα δικά τους μέτρα και σταθμά. Ένας δίσκος – εγχείρημα που εξυμνεί μέσα από τις προτάσεις του τις επιρροές τους , τους ίδιους τους δημιουργούς των κομματιών. Με όλο το μεράκι και το γούστο των Stones, με σεβασμό και θαυμασμό προς τα blues ‘n’ roll και τη θύμηση από τα νιάτα τους. Αρκετά αντιπροσωπευτικός και αναγνωριστικός. Δεν θα τον φιλτράρεις γενικά, ούτε θα προβείς σε συγκρίσεις με τα αυθεντικά και τις όποιες διασκευές έχουν υπάρξει, απλά θα τον τιμήσεις. Έντιμα και ειλικρινά.
Η φωνή διατηρεί τη νεανική χροιά της αλλά έχει εμβαθύνει και βαρύνει. Καθαρή και με μοναδική προφορά. Θεωρώ πως ξεχωρίζεις τα χρόνια της εμπειρίας, της φθοράς, της γνώσης και της δούλεψής της. Οι κιθάρες αποτυπώνουν επίσης τη μαεστρία τους και υπογράφουν το χαρακτήρα τους. Η φυσαρμόνικα και πάλι δεν μας αφήνει ανατρίχιαστους, τα drums σταθερά με το μπάσο το κρατάνε και το πιάνο δημιουργεί κατάσταση που κάνει τη διαφορά στα μπλε και στο μούδιασμα που αφήνει, που πολύ τους πάει όμως, πώς να το κάνουμε;
Αν ξεχωρίσω κάποια ξηγιέμαι, θέμα γούστου θα είναι και τα μισά του. Το ομώνυμο “Blue And Lonesome”, το σπαραχτικό “All Of Your Love”, το κουτσομπολίστικο “Everybody Knows About My Good Thing”, το βρώμικο “Hoo Doo Blues”, τα ερωτικά “Little Rain” και “Can’t Quit You baby”.