Είναι ακραία γοητευτικό να συναντάς νέους μουσικούς με έναν απεριόριστο πόθο για διαμόρφωση και εξέλιξη. Μουσικούς που μπορεί να παίζουν βρώμικους ήχους μέχρι σκοτεινές συνθέσεις που δημιουργήθηκαν κατά την διάρκεια ενός τζαμ. Σε θέτουν σε μια κατάσταση να θες να περιπλανηθείς σε αυτόν τον λαβύρινθο που οι ίδιοι ονομάζουν μουσική. Και αν κάποια στιγμή χαθείς ,στην έξοδο θα σε οδηγήσουν μερικές συγχορδίες. Αλλά υπάρχει περίπτωση να θελήσουμε να βρούμε την έξοδο; Το βράδυ της Κυριακής ίσως να χάθηκα κάπου ανάμεσα στον «απαλό» θόρυβο και στις «πύρινες» μελωδίες των The Blank και Acid Barretts . Άλλη μια φορά το stage του Six Dogs κατάφερε να ενώσει δυο μουσικές ακρότητες, δημιουργώντας μια υπέροχη οπτικοακουστική ισορροπία.
Ανταπόκριση: Έφη Καραμουσαλή / Φωτογραφίες: Αρέτα Κατσούλα (περισσότερες εδώ)
Φθάνοντας λίγο μετά τις 21:00, η ανταπόκριση του κόσμου με έπεισε πως έπεται ένα αρκετά καλό live. Πάντα εμπιστεύομαι την κρίση του κοινού, γνωρίζοντας πολύ καλά πως κανένας δεν μπαίνει στη διαδικασία να δει μια αθηναϊκή μπάντα να παίζει εάν ξέρει πως φεύγοντας δεν θα εφοδιαστεί με μια ενδιαφέρουσα μουσική εμπειρία. Την έναρξη του live ανέλαβαν οι Acid Barretts, ένα ντουέτο με ξεκάθαρες προθέσεις , συνειδητοποιημένες αλλά και μετρημένες κινήσεις on stage. Απόλυτη συγκέντρωση και συγχρονισμός κιθάρας και μπάσου. Τα απαλά αγγίγματα της κιθάρας και των φωνητικών σε αντίθεση με τον σκληρό ήχο των ενισχυτών και το άκρως εξαγριωμένο παίξιμο μπάσου με δίχασε σε τέτοιο βαθμό αφήνοντας να ξεγυμνωθούν συναισθήματα τόσο συνειδητά. Γενικότερα μια μουσική επανάληψη σαν μια χρόνομηχανή όπου σε γυρίζει ξανά και ξανά στα φθινόπωρα του χθες, σε εκείνα που αναθεμάτιζες και πλέον σπαράζεις για να τα ξαναζήσεις. Οι Acid Barretts αναμφισβήτητα αποτελούν δυο μουσικές οντότητες τόσο χαρακτηριστικές τόσο εκλεπτυσμένες τόσο ομοιόμορφα δημιουργημένες για να συμπληρώνουν η μια την άλλη. Κάποια στιγμή είχαν αναφέρει πως η έννοια της ψυχεδέλειας δεν μπορεί να ειπωθεί με λέξεις. Παίζοντας το βράδυ της Κυριακής η ψυχεδέλεια ήχησε τόσο ερωτεύσιμα στα αυτιά μου, αποτυπώθηκε εξαιρετικά με δυναμικές εικόνες να περιτριγυρίζουν το μυαλό μου, φανερώνοντας μου αισθητά την γεύση της μετουσίωσης, της εναλλαγής, της πρωτοπορίας. Δεν θα ήθελα να τους τοποθετήσω μουσικά, καθώς η μαγεία που δημιούργησαν με τις ίδιες τους τις νότες θα χαθεί. Από το stage του six dogs κατέβηκαν γύρω στις 22:40, χαρίζοντας μας ένα ολιγόλεπτο σετ που σίγουρα ευχόμουν να είχε μεγαλύτερη διάρκεια.
Ο δείκτης του ρολογιού έδειχνε 22:50 όταν πρόβαλαν στη σκηνή πέντε νεαρές γνώριμες φιγούρες. Ίσως ένιωσα για πρώτη φορά τον χώρο του six dogs ασφυκτιά γεμάτο. Οι The Blank αφού μας καλώς όρισαν συνειδητοποιώντας τι συμβαίνει από κάτω , μας παρουσίασαν αποκλειστικά μόνο το υλικό του νέου τους EP “Imago”. Ευγενικές φυσιογνωμίες με την μουσική ωριμότητα να αντικατοπτρίζεται στα μάτια τους, μας έπεισαν εκείνο το βράδυ πως η εξέλιξη είναι μονόδρομος. Το “Mist” επιλέχτηκε ως τα κομμάτι-αφετηρία μια ιστορίας που θα μας διηγούνταν στην πορεία. Με υποσυνείδητη ομίχλη κάλυψαν την ατμόσφαιρα με τα πρώτα εφέ και τις πρώτες νότες του μπάσου να πέφτουν σαν μικρές σταγόνες λυτρωτικής βροχής επάνω μας. Σιγά σιγά το κομμάτι απέκτησε δυναμική με την ένταξη κιθάρας και τυμπάνων. Τα μελαγχολικά φωνητικά με το μυστηριώδες βλέμμα του front man μας εξήγησε πως στην πορεία βρέθηκε στο γνώριμο μέρος που αναζητούσε κουρασμένος, εξαθλιωμένος , κατακερματισμένος κατορθώνοντας μέσω των ιδιαίτερων συγχορδιών να απελευθερωθεί. Στην συνέχεια αφού παίξουν και το “out of the blue”, παρατηρούμε πως η επιλογή δεν ήταν τυχαία, υπάρχει μια συνοχή που δεν με διαψεύδει. Η ιστορία ενός νεαρού συνεχίζεται, έχει πάρει σάρκα και οστά, υπάρχει μπροστά μας με τη μορφή μια μπάντας όπου ποτέ δεν περίμενα τόσο έντονη αλλαγή. Οι τόνοι παραμένουν ήπιοι, δεν υπάρχουν ιδιαίτερες εναλλαγές και αυτό είναι στοιχείο που τους προσδίδει έναν άλλο χαρακτήρα, πιο επικεντρωμένο, έναν χαρακτήρα που έχει εντρυφήσει στην έννοια της αξιοποίησης οποιαδήποτε επιρροής, κατασκευάζοντας μια ιδανική μουσική βάση, ικανή να στηριχτείς σε αυτή και να δημιουργήσεις μουσικούς/συναισθηματικούς προβληματισμούς. Το κοινό κοιτούσε στα μάτια αυτά τα παιδιά που προσέγγισαν με τόση αφοσίωση την μουσική τους ταυτότητα, κανενός ο νους δεν μπορεί να σκεφτεί το αντίθετο. Ίσως η ωραιότερη στιγμή, με την μοναδική τονική εναλλαγή όπου το κλίμα από dark μετουσιώνεται σε groovy, είναι εκείνη , όπου στο άκουσμα του “Madwalk” έχουμε κλείσει τα μάτια χορεύοντας. Είναι η στιγμή όπου ο μπασίστας αναδεικνύει τις ικανότητες του εντυπωσιάζοντας το πλήθος. Είναι η στιγμή όπου στην αποκορύφωση του κομματιού βρίσκομαι διπλά στον δημιουργό του νιώθοντας μια ανεξήγητη ευημερία αλλά και μα βουβή οργή για όλα εκείνα που ήθελα να φωνάξω. Την σειρά του πηρέ το “I Know” ένα κομμάτι που αποτέλεσε ένα από τα αρχικά δείγματα του EP. Δεξιοτεχνία και άψογη συνεργασία των μουσικών μεταξύ τους. Όμορφη μελώδια επενδυμένη με ρομαντισμό και ψυχικό διέξοδο καθώς στα δικά μου μάτια φάνταζε ελπιδοφόρο κομμάτι με την υποστήριξη σε κάθε επίπεδο να γίνεται σαφής. Παρατηρήσαμε μελαγχολικά βλέμματα που εν τέλη έλαμψαν , αναδύθηκαν πνεύματα στην ατμόσφαιρα, που κάνεις δεν φαντάστηκε την ύπαρξη τους! Η ίδια η μπάντα το ζούσε στο έπακρο. Κινήσεις χεριών , εκφραστικές αλλαγές, στάση σώματος. Όλα επεξηγούσαν, περιέγραφαν μια κατάσταση πνευματικής ανύψωσης, ταυτοποίησης του εγώ σου, των επιθυμιών και κρυφών πόθων. Μια κατάσταση που εξέφρασε με απόλυτη ειλικρίνεια, μορφές συναισθηματικής καθησύχασης , κάτι που επιτεύχθηκε με το “forest”, ίσως το πιο μακροσκελή κομμάτι του σετ με τοποθετημένους στίχους που εξέφραζαν το σύνολο και το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω. Η λύτρωση ήρθε στη μέση του πουθενά, στη μέση ενός δάσους εκεί όπου το αρχικό πρόσωπο παραμένει ένα νεαρό αγόρι παρ όλη την εσωτερική φθορά που υπέστη. Ο φαινομενικά εσωστρεφής χαρακτήρας του EP μεταλλάχτηκε στην απολυτή περιγραφή κάποιων βασικών σταδίων που θέτει ο οποιοδήποτε τον εαυτό του, μέχρι να φτάσεις στο στάδιο της λύτρωσης της απόδοσης και του ανεξέλεγκτου πόθου να ελευθερωθείς. Η ώρα ήταν 11:30 όταν το κοινό παρακάλεσε για ένα ακόμη κομμάτι. Για άλλο ένα σύντομο μουσικό ταξίδι στο παρελθόν της μπάντας. Οι The Blank επέλεξαν το “Behind Bars”, οξύμωρος τίτλος για αυτό που βιώσαμε μέσα σε ένα σετ έξι κομματιών. Ωστόσο δεν παραιτήθηκαν από το σύνολο, διατήρησαν τον χαρακτήρα του EP, της πνευματικής εικόνας (Imago) όπως μας εξέφρασαν και οι ίδιοι. Γι’ αυτό λοιπόν ακούσαμε το “Behind Bars” διασκευασμένο, σε μορφή που εναρμονιζόταν απόλυτα με το σύνολο. Αριστοτεχνικό, δεν θα μπορούσα να το περιγράψω με διαφορετικό τρόπο.
Ένα εξαιρετικό live με συγκινητικά δείγματα προσωπικής προσπάθειας όσον αφορά την τοποθέτηση της μουσικής αλλά και του ήθους. Η ελπίδα υπάρχει όταν υπάρχει εξέλιξη είτε αυτή αφορά τη μουσική είτε τον χαρακτήρα. Η εγχώρια μουσική σκηνή παραμένει σε ένα αρκετά υψηλό επίπεδο με την υπερβατική προσπάθεια να ξεπερνά οποιοδήποτε εμπόδιο. Όμορφοι μουσικοί χαρακτήρες οι The Blank και οι Acid Barretts. με έβαλαν στη διαδικασία να ανυπομονώ την επομένη συνάντηση!