Οι heavy/power metallers Diviner, τέσσερα χρόνια μετά το ντεμπούτο τους, επιστρέφουν με νέα δισκογραφική δουλειά. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτής της κυκλοφορίας, βρέθηκα στα Devasoundz Studios και είχα την χαρά να είμαι από τους πρώτους που άκουσαν το “Realms of Time”.
Ο δίσκος, που θα κυκλοφορήσει την 7η Ιουνίου από την Ulterium Records, αποτελείται από δέκα κομμάτια, με τη μουσική να είναι συνολικό έργο της μπάντας, αν και οι αρχικές ιδέες ανήκουν κατά κύριο λόγο στον τραγουδιστή της, Γιάννη Παπανικολάου, ενώ οι στίχοι είναι επίσης δικό του έργο στα έξι τραγούδια, ενώ για τα υπόλοιπα τέσσερα «ευθύνεται» ο drummer του συγκροτήματος, Φραγκίσκος Σαμοϊλης. Νομίζω πως όλοι, από το πρώτο δείγμα, που έχει δει το φως της δημοσιότητας, “Heaven Falls”, έχουμε καταλάβει τα βήματα προόδου που έχει πραγματοποιήσει το σχήμα. Η αλήθεια είναι κάπως διαφορετική νομίζω, καθώς πιστέψτε με, το εν λόγω τραγούδι δεν είναι το καλύτερο που θα βρούμε μέσα στο “Realms of Time”.
Το πρώτο στοιχείο που ξεχωρίζει χαρακτηριστικά είναι το πόσο μοντέρνος είναι ο ήχος, που ακούμε, πράγμα που αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία, αν αναλογιστούμε την βαλτώδη κατάσταση στην οποία βρίσκεται το συγκεκριμένος είδος. Επιπροσθέτως, είναι και αρκετά catchy album, αφού τα refrain όλα είναι ένα και ένα, άσε που σου μένουν στο μυαλό με την πρώτη ακρόαση. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το “Set me Free”, αν και η μεγαλύτερη επιτυχία του “Realms of Time” είναι ο ηχητικός πλουραλισμός που προσφέρει. Υπάρχουν άκρως μελωδικά κομμάτια, ενδεικτικά να αναφέρω το “Time”, άλλα και πιο επιθετικά, όπως η κομματάρα “Earth, Moon, Sun”.
Ίσως κάποιοι διαβάζοντας το κείμενο, προσπέρασαν την λέξη μοντέρνο, αν το έκαναν κακώς, γιατί επί της ουσίας αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του χαρακτήρα του δίσκου. Ακούγοντας κάποιος το “Voice From Within”, αρχικά προσκυνάει το rhythm section, έπειτα προσπαθεί να καταλάβει πώς γίνεται ένα θέμα με ένα περίεργο ανατολίτικο στυλ, να είναι τόσο ταιριαστό σε heavy metal, να που όμως γίνεται. Το “Time”, ας πούμε, που πόσο μεγάλη τραγουδάρα είναι, ακούς καθαρά την Σκανδιναβία στην σύνθεση του. Μιας, όμως, και αναφέρθηκα στο rhythm section, είναι σχεδόν εκνευριστικός ο τόσο τέλειος τρόπος με τον οποίο μπάσο, Ηρακλής Μπουζιώτης και τύμπανα συνυπάρχουν. Δε θυμάμαι πολλούς δίσκους που να έχω δυσκολευτεί τόσο να τα ξεχωρίσω στο αυτί μου. Ακόμα και σε κομμάτια που ένα από τα δύο γίνεται πρωταγωνιστής, π.χ. το μπάσο στο “Cast Down in Fire”, τα τύμπανα ακολουθούν κατά πόδας, ενώ το αντίστροφο ισχύει στην περίπτωση στο ιδιοφυές “Beyond The Border”… και μιας και το ‘φερε η κουβέντα, τι ωραία πολυπλοκότητα είναι αυτή;
Όμως γίνεται heavy/power metal χωρίς κιθάρες; Την απάντηση την ξέρουμε όλοι, απλά να την υπενθυμίσω: ΟΧΙ! Θα μου πείτε, βέβαια, γιατί γίνεται στα άλλα είδη ( ; ), σας έχω δύο λέξεις: Necromanteia, Barathrum. Για να επανέλθουμε, όμως, στο θέμα μας, ως εξαιρετικός δίσκος, το “Realm of Time” δε γινόταν να μην έχει εξαιρετικά solos, τόσο σε σύνθεση, όσο και σε εκτέλεση, όμως η ομορφιά στις κιθάρες δεν είναι εκεί, είναι στο ότι ο Γιώργος Μαρούλης και ο Κώστας Φίτος έχουν δικό τους προσωπικό ύφος, ΟΜΩΣ μπορούν και εναλλάσσονται τόσο smoothly ανάμεσα στους ρόλους του lead και του rhythm, καθιστώντας τα κιθαριστικά μέρη του δίσκου μοναδικά και ανεξάρτητα μεταξύ τους, έχοντας, όμως, μία ξεκάθαρη ταυτότητα ήχου.
Τεράστια παράλειψη μου θα ήταν να μην κάνω ιδιαίτερη αναφορά στη φωνή και ψυχή των Diviner, Γιάννη Παπανικολάου. Έχοντας στα χέρια τέτοιο μουσικό χαλί, η αποστολή του ήταν αρκετά δύσκολη και θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ. Όταν η υπόλοιπη μπάντα σου έχει παίξει τόσο καλά, εσύ με την φωνή σου πρέπει να κάνεις κάτι πολύ συγκεκριμένο, αλλά και αρκετά απαιτητικό, να αναδείξεις το ταλέντο σου, να μπλεχτείς ανάμεσα σε τέσσερα διαφορετικά όργανα (και διαφορετικούς και καλούς παίχτες), χωρίς όμως να κάνεις υπερβολές. Για να μην μακρηγορώ, λοιπόν (πόσο ακόμα;), ο Γιάννης έφερε την αποστολή του εις πέρας στο 110%.
Συνοψίζοντας και απατώντας στην ερώτηση των 10.000 ευρώ, γιατί κάποιος να αγοράσει το “Realms of Time”; 1) Γιατί έχει αρχή, μέση και τέλος, τόσο ανά κομμάτι, όσο και στο σύνολο του, 2) έχει ταυτότητα και ξεκάθαρο σκοπό, αν δεν το ακούσετε δεν θα καταλάβετε τι εννοώ, 3) μουσική, στίχοι και artwork δίνουν ένα συμπαγές καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, πολύ υψηλού επιπέδου και 4) γιατί δεν έχει ούτε ένα κομμάτι μέσα που να έχει μπει απλά για να γεμίσει η κυκλοφορία, οπότε γιατί να την προσπεράσεις;
Υ.Γ,: Ο μόνος λόγος που μπαίνει αυτό το υστερόγραφο είναι γιατί αυτά που θα αναφέρω, ήθελα να έχουν την δική τους ξεχωριστή θέση. Σκοπίμως στις προηγούμενες 711 λέξεις (με τον τίτλο) δεν έκανα την παραμικρή αναφορά στην παραγωγή και τον άνθρωπο που ευθύνεται για αυτή, Φώτη Μπενάρντο. Θα σας το εξηγήσω με παράδειγμα, έχεις μία μπριζόλα από το καλύτερο κρέας του πλανήτη (αν είστε vegans, σκεφτείτε μπιφτέκι λαχανικών), στην μία περίπτωση πας να την τηγανίσεις μέσα ένα μπρίκι και στην άλλη την δίνεις στον καλύτερο chef, ποιος θα την κάνει καλύτερη; Κάπως έτσι περιγράφω την σημασία του Φώτη, καθώς ο ρόλος του σε όλο αυτό ήταν καθοριστικός, όπως άλλωστε παραδέχεται και η ίδια η μπάντα. Ήταν δηλαδή εκείνος που κατάφερε από την εξαιρετική πρώτη ύλη που είχε στα χέρια του, να πάρει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και εδώ έρχομαι να διαφωνήσω μαζί του, δεν είχε ιδιαίτερη σημασία το ότι είναι φίλοι μεταξύ τους, τα μόνα που έχουν σημασία, είναι το πλούσιο μουσικό του ταλέντο και το πόσο καλά ξέρει αυτό που κάνει, για την ακρίβεια, καλύτερα από κάθε άλλον στην Ελλάδα.