Μια από τις μακροβιότερες hardcore μπάντες της Νέας Υόρκης μας (ξανα)επισκέπτεται στις 10 Ιουνίου στο ΑΝ Club: Οι Sick Of It All· όπου με την σταθερή τους αξία – όσον αφορά τον ήχο και τα ιδανικά τους – εξακολουθούν και διαμορφώνουν την NYHC σκηνή κοντά τέσσερις δεκαετίες τώρα, κι αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα σχήματα που έχουν περάσει από αυτήν.
Ήδη από τα early 90’s, από τότε δηλαδή που ανακάλυπτα την περίτρανη σκηνή της Ν. Υόρκης, οι SOIA με κέρδισαν. Η θετικότητα και η αμεσότητα των στίχων τους, το straightforward hardcore και ο όσο-χρειάζεται τσαμπουκάς τους, η ειλικρίνεια και η φιλική τους διάθεση απέναντι στον κόσμο, με έκαναν αυτομάτως fan τους, ανάγοντας τους SOIA σε μια από τις αγαπημένες μου hardcore punk μπάντες.
Οι Sick Of It All σχηματίστηκαν στο Queens της Νέας Υόρκης το 1986 από τους αδερφούς Koller, με τον Lou στα φωνητικά και τον Pete στις κιθάρες. Έπειτα από τις συνήθεις/”κλασικές” αλλαγές μελών στις αρχές τους, στη σύνθεσή τους πλέον βρίσκουμε τον Armand Majidi στα τύμπανα και τον Craig Setari (Straight Ahead, Rest In Pieces, Youth Of Today, Agnostic Front) στο μπάσο – lineup που κρατάει από το 1992.
Θα μπορούσε κανείς να μιλάει με τις ώρες για την αξιόλογη αυτή μπάντα αλλά θα τ’ αφήσω για τους ίδιους να μας τα πουν με τον τρόπο τους το ερχόμενο Σάββατο. Θα αναφερθώ όμως σε μερικούς αγαπημένους αλλά και σημαντικούς δίσκους της πορείας τους…
• Blood, Sweat, And No Tears (1989)
Δίσκος ντεμπούτο των SOIA, κλασικός ΝΥ ήχος της εποχής: μικρά σε διάρκεια κομμάτια, fast hardcore tempo, στίχοι σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο. Ενώ δεν αποτέλεσε το εφαλτήριο προς το ευρύ κοινό, το Blood, Sweat, And No Tears αποτελεί “λιθαράκι” του ογκόλιθου της Νέας Υόρκης κι ένα must για τους old-school οπαδούς της σκηνής. Κομμάτια όπως το opening track “The Blood & The Sweat”, το in-your-face “Clobberin’ Time/Pay the Price” ή τα… blast-core (?) “Rat Pack” και “Pete’s Sake” (κάτω τους ενός λεπτού έκαστο αλλά υπεραρκετά), έχουν χαρακτεί στη μνήμη μου και προσμένω να τα ακούσω live.
• Scratch The Surface (1994)
Μετά το μικρό buzz του προηγούμενου τους άλμπουμ Just Look Around του 1992 οι SOIA κυκλοφόρησαν το Scratch The Surface – ένας breakthrough δίσκος προς τα πλήθη, ίσως από τις καλύτερες στιγμές τους. Η ωριμότητα και το focus συναντούν την έμπνευση και τα sing-along ρεφρέν εξελίσσοντας τον ήχο τους αλλά χωρίς να χάνουν την επαφή με τις ρίζες τους. Με το groove, το heavy hardcore και την punk μελωδία να μην αλληλο-επισκιάζονται, συναντάμε μια “εξευγενισμένη” επιθετικότητα που σε γραπώνει με το πρώτο άκουσμα. Από το ξεκίνημα του δίσκου με το “No Cure” καταλαβαίνεις την κλάση του, και κομμάτια όπως το πασίγνωστο πλέον hardcore anthem “Step Down”, ή τα “Maladjusted” και “Scratch The Surface”, επιβεβαιώνουν την διαχρονικότητα του.
• Death To Tyrants (2006)
Έπειτα από μια σειρά 3 albums στην Fat Wreck Chords και μια σχετική “χαλάρωση” στον ήχο τους, οι Sick Of It All με την κυκλοφορία του Death To Tyrants επιστρέφουν στις heavy φόρμες με μια έντονη ηχητική σκληρότητα. Μπορεί το “Take The Night Off” να είναι από τα κομμάτια που ξεχωρίζουν – και ο στίχος “let’s celebrate that we don’t give a fuck…” να μας έχει μείνει, δε ξεχνάμε κομμάτια όπως το “Machete” (όνομα και πράμα), το πιο γκρουβάτο “Faithless” ή το υπερηχητικό “Leader”.
• Wake The Sleeping Dragon! (2018)
Στον τελευταίο τους δίσκο οι SOIA αποδεικνύουν το αδιανόητο και μας βάζουν τα γυαλιά ενώ διερωτώμεθα: πως γίνεται αυτή η μπάντα να καλυτερεύει με τα χρόνια, αγνοώντας την ηλικία τους και σνομπάροντας το οποίο συνταξιοδοτικό πλάνο; Δεν το βάζουν κάτω με τίποτα οι βετεράνοι Νεοϋορκέζοι κι ένα άκουσμα του δίσκου θα σας πείσει. “Inner Vision”, το “That Crazy White Boy Shit” – ωδή στους Bad Brains, το τίγκα αδρεναλίνη “To The Wolves”, ή το “Hardcore Horseshoe” οπού κλείνουν το μάτι στο παρελθόν και τον old-school ήχο της Νέας Υόρκης· ένα ξεχείλισμα ενέργειας, φρεσκάδας και τσαμπουκά που δεν κρύβεται και διαχέεται σε όλο το άλμπουμ. Η εμπειρία περνάει σε πρώτο πλάνο, δείχνοντας τον δρόμο στους νεώτερους συνεχιστές του είδους. This is how it’s done!
Οι Sick Of It All έχουν μεγάλη δισκογραφία περνώντας από αρκετές φάσεις στον ήχο τους, χωρίς όμως να χάνουν το focus τους και να πελαγοδρομούν. Ευελπιστούμε σ’ ένα αντιπροσωπευτικό setlist το προσεχές Σάββατο με μια όσο το δυνατόν ευρύτερη προσέγγιση της μουσικής τους πορείας.