Μερικά live είναι καλά, άλλα είναι κακά, ενώ άλλα είναι τίμια, αδιάφορα, στημένα, και πάει λέγοντας. Άλλα, πάλι, είναι γλέντι και ξεφάντωμα και καλή καρδιά. Και το Σαββατιάτικο ήταν ξεκάθαρα τέτοιο.
Ανταπόκριση: Μανώλης Ροδοκανάκης / Φωτογραφίες: Δέσποινα Σταματάκη (περισσότερες εδώ)
Μη νομίζετε, βέβαια, ότι πίσω από το γλέντι και το ξεφάντωμα προσπαθώ να κρύψω οποιουδήποτε είδους αδυναμίες, γιατί ήδη από το άνοιγμα και τους Junkheart η ποιότητα και η δουλειά, που έχει πέσει, φαινόταν από χιλιόμετρα. Το punk, βλέπετε, μπορεί να είναι ένα απλό είδος, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι απλοϊκό και αυτό το κάνει ιδιαίτερα δύσκολο στο να παιχτεί καλά. Τα παιδιά, λοιπόν, παίρνουν εύκολα «Άριστα», αποδίδοντας άψογα τόσο εκτελεστικά, όσο και στην εν γένει παρουσία τους στη σκηνή, παίζοντας με σιγουριά και άνεση, παρουσιάζοντας καλοστημένα κομμάτια με πολύ – πάρα πολύ – προσεγμένες φωνές, τόσο στην εναλλαγή του μπασίστα και του κιθαρίστα, όσο και στα δεύτερα.
Τίποτα λιγότερο δε θα μπορούσαμε να γράψουμε φυσικά και για τους Bad Movies και πώς θα μπορούσαμε άλλωστε, την στιγμή που οι Θεσσαλονικείς είναι ένα όνομα γνωστό στο χώρο εδώ και καιρό, κάτι που φάνηκε τόσο από το δέσιμο και την απόδοσή τους, όσο και από το κοινό που ήξερε τα κομμάτια τους και συμμετείχε με ενθουσιασμό. Εγώ να σημειώσω και πάλι πόση εντύπωση μου έκανε η ποιότητα στα δεύτερα φωνητικά, τα οποία ήταν πραγματικά αψεγάδιαστα και στις δύο μπάντες, από τις οποίες θα μπορούσαν να πάρουν παράδειγμα πολλά metal σχήματα που πασχίζουν να βγάλουν live δυο δεύτερες φωνές της προκοπής. Α! Και πόση εντύπωση μου έκανε ο drummer! Να το σημειώσω κι αυτό. Ο τύπος είναι εκπληκτικός!
Rumjacks τώρα και πραγματικά η ευκολία με την οποία το Academy μετατράπηκε στιγμιαία σε κάποιο κακόφημο στέκι του Σίδνεϋ είναι εκπληκτική. Οι τύποι είναι πραγματικά πηγαίοι και αυτό μόνο ένα πράγμα μπορεί να σημαίνει: μπάντα που έχει ψηθεί σε πολλά, πολλά live. Με μια απλή και καλοδεμένη κιθάρα-μπάσο-τύμπανα σύνθεση, με έναν τύπο να αναλαμβάνει όλα τα folk όργανα, με έναν τόσο λιτό, αλλά και τόσο πειστικό, frontman και με έναν ήχο, που μπόρεσε να το συλλάβει άψογα όλο αυτό, οι Αυστραλοί χρειάζονταν μόνο τα κομμάτια για να στήσουν το τέλειο live-γιορτή. Και από αυτά έχουν όσο να πεις μπόλικα. Σα να μην έφτανε αυτό, οι live εκτελέσεις τους είναι αυτό ακριβώς: live εκτελέσεις και όχι απλή αναπαραγωγή του ηχογραφήματος. Χωρίς ίχνος κονσέρβας και χωρίς να χάνουν στο ελάχιστο τον folk χαρακτήρα τους και χωρίς να υπολείπονται σε τραχύτητα και επιθετικότητα και… άστα να πάν στο διάολο γενικά! Μετά από μιάμιση ώρα, μπορούσες να δεις μόνο χαμογελαστά πρόσωπα, τόσο πάνω όσο και κάτω από τη σκηνή και μπορώ μόνο να φανταστώ πόση μπύρα καταναλώθηκε στο after show party. Όχι και άσχημα, δε βρίσκετε;