Κάτι πάνω από 6 μήνες μετά την τελευταία φορά που είχα δει τους Royal Arch, ανυπομονούσα να δω (κυρίως να ακούσω) εάν και πόσο έχει εξελιχθεί η μπάντα. Προς στιγμήν αμφιταλαντευόμουν αν θα χρησιμοποιήσω τον χαρακτηρισμό «ανερχόμενη», καθώς δεν έχουμε ακόμη άλμπουμ τους στα χέρια μας. Έπειτα, συνειδητοποίησα πως έχουν ήδη συναυλιακές εμπειρίες που θα ζήλευαν πολύ μακροβιότερα γκρουπ, οπότε παρέλειψα τον χαρακτηρισμό ως αχρείαστο.
Ανταπόκριση: Σταύρος Γαρεδάκης / Φωτογραφίες: Χριστίνα-Θάλεια Παππά (πλήρες photo report εδώ)
Όπως και την προηγούμενη φορά, από νωρίς και από το πλήθος κόσμου – αρκετό μάλιστα νεαρής ηλικίας, κάτι που δυστυχώς συναντώ όλο και λιγότερο σε τέτοια events – που περίμενε να ανοίξουν οι πόρτες, οι οιωνοί ήταν ευνοϊκοί.
Λίγο μετά τις 10, ήρθε η ώρα να ανοίξουν τη βραδιά οι Θεσσαλονικείς Ecotones, μια σχετικά νέα μπάντα που προσκάλεσαν οι Royal Arch, σταθεροί στην επιλογή τους να συνοδεύονται από σχήματα από το λεγόμενο «υπόλοιπο» της χώρας. Έχοντας ήδη ακούσει τα δύο singles που είχαν κυκλοφορήσει, “Rapid Change” και “Sinking In”, ήμουν βέβαιος ότι ήταν ιδανική επιλογή, αφού οι δύο μπάντες σίγουρα μοιράζονται μέρος των επιρροών τους.

Πέρα από τα δύο γνωστά κομμάτια έπαιξαν δύο ακόμη, ένα εκ των οποίων “unplugged” (κατά την MTV έννοια του όρου), στα οποία έγινε φανερή η επιρροή και η αγάπη που πρέπει να έχουν για τους Stone Temple Pilots. Επειδή, όμως, ήδη φαινόταν πως αρέσκονται εξίσου και στη βρετανική 90’s σκηνή (από την εμφανή επιρροή των Suede στο “Sinking In”), μας επιφύλασσαν και την έκπληξη μιας διασκευής στο “The Bends” των Radiohead. Ακόμη κι αν η έλλειψη μακράς εμπειρίας ίσως γινόταν αντιληπτή κατά τη διάρκεια του set, οι Ecotones έχουν κάνει ένα πολύ δυνατό ξεκίνημα και κερδίζουν με το σπαθί τους τη θέση στη λίστα με τις πολλά υποσχόμενες εγχώριες μπάντες.

Μετά το διάλειμμα, κι ενώ κόντευε πια 11, οι Royal Arch ανέβηκαν στη σκηνή εν μέσω ενθουσιασμού, που συνήθως το κοινό επιφυλάσσει σε πολύ πιο εδραιωμένες μπάντες. Και δεν χρειάστηκε και πολύ για να αποδειχθεί ότι δικαίως έχουν τέτοια αντιμετώπιση, καθώς μπορεί μεν η επίσημη δισκογραφία τους να αποτελείται από τρία μόλις singles, με το “Why Don’t You? (Let It All Go)” να είναι η μόνη προσθήκη στα “La Nuit” και “Road To The Light” από την τελευταία φορά που τους είχα δει, όμως ήταν φανερό πως όλο αυτό το διάστημα και δούλεψαν πολύ, και αυξήθηκε η αυτοπεποίθησή τους, γιατί όχι μόνο ακούγονταν ακόμη καλύτεροι κι από την (ήδη πολύ καλή) προηγούμενη φορά, αλλά και η σκηνική παρουσία, ο όλος «αέρας» τους ήταν αναβαθμισμένος, με τον Ηλία (Mασρί), ειδικά, σε εντυπωσιακή φόρμα, με πολλή διάθεση, και κινησιολογία/παρουσία που παραπέμπει (κι όχι μόνο λόγω κόμης) στον Michael Hutchence.

Αφού έπαιξαν και μερικά από τα επισήμως ακυκλοφόρητα κομμάτια τους, και φυσικά στο πιο γνωστό, αφού ήταν και το πρώτο τους, “La Nuit” να γίνεται σκηνικό με τα χαμηλωμένα φώτα και συμμετοχή ολόκληρου του κοινού, μας έκαναν κι ένα preview του ντεμπούτου άλμπουμ που έχουν ήδη στα σκαριά, δείγμα του πόσο έχει διευρυνθεί και ο ήχος τους, το οποίο βρήκε μάλιστα τέτοια ανταπόκριση, που ήταν αυτό που ζητήθηκε να επαναληφθεί στο encore.
Παράπονο, αν επιτρέπεται να έχω μετά από τόσο καλή εμφάνιση, είναι πως θα ήθελα, όπως πιστεύω όλοι όσοι παρευρέθηκαν, το σετ να είχε μεγαλύτερη διάρκεια, αλλά όπως εξήγησαν κι οι ίδιοι, αν κάνουν από τώρα spoil όλο το άλμπουμ, τι θα προσμένουμε μετά; Οπότε καλά θα κάνουν οι Royal Arch να επισπεύσουν την ηχογράφηση και κυκλοφορία του, αλλά μέχρι τότε ανανεώνουμε το ραντεβού για την επόμενη προγραμματισμένη εμφάνισή τους αρχές Ιουλίου στο Ejekt Festival, πλάι σε Florence And The Machine και Editors.
