Έφτασε λοιπόν η Κυριακή βράδυ και η αναμονή για τους Parkway Drive, έχοντας ακούσει ότι η προηγούμενη τους εμφάνιση στη χώρα μας ήταν απίστευτη, ήταν ήδη μεγάλη.
Ανταπόκριση: Γιώργος Γαζής / Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες εδώ)
Βλακωδώς, δεν είχα παρακολουθήσει το Facebook event και το timetable όσο έπρεπε, οπότε δυστυχώς δεν πρόλαβα τους Darkest Hour. Για καλή μου τύχη η πανταχού παρούσα, Αναστασία Παπαδάκη, ήταν εκεί για να σας περιγράψει με λίγα λόγια την εμφάνισή τους:
«Τριάντα λεπτά μόνο είχαν στη διάθεσή τους οι melodic death metal influenced Darkest Hour κάτι που βέβαια δεν τους πτόησε καθόλου, καθώς από την πρώτη κιόλας νότα του “Knife in the Safe Room”, η παρέα από την Washington έκανε τα κεφάλια όλων μας να κουνηθούν και τις γροθιές μας να ανέβουν ψηλά. Ο frontman τους, John Henry, με μπλουζάκι “Slaughter of the Soul” (μα είπαμε, μεγάλη επιρροή η Σουηδία!) σε μεγάλα κέφια, ο ήχος τους καθαρότατος και ογκώδης κι ακόμα κι αν το set τους διήρκησε πολύ λίγο οι τύποι σε γενικές γραμμές ήταν απλά ισοπεδωτικοί. Εις το επανιδείν!»
Κατά τις 20:45 που έφτασα εγώ στο χώρο, δεν περίμενα αυτό που γινόταν. Ένα τείχος ανθρώπων ξεκίναγε από τα πρώτα κιόλας μέτρα του Piraeus 117 Academy, μαζί με ένα κύμα ζέστης που συνόδευε τις πρώτες νότες των Stick To Your Guns. Προφανώς ο κόσμος είχε πάρει φόρα από τους Darkest Hour, οπότε η ενέργεια βρισκόταν ήδη σε υψηλά επίπεδα. Ομολογώ ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα live την hardcore punk πεντάδα από το Orange County, και ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Γρήγοροι, δεμένοι και aggressive από όλες τις απόψεις, οι Αμερικανοί δεν άργησαν να δημιουργήσουν τεράστια pits που μας κουνούσαν όλους μπρος πίσω. Ο ήχος τους είχε περιθώρια βελτίωσης, καθώς ήταν λίγο χαωτικός και «θαβόντουσαν» λίγο οι κιθάρες, αλλά με τον George Schmitz στα τύμπανα και τον αεικίνητο frontman Jesse Barnett σε πολύ καλή μέρα, τα προσπέρασαν όλα. Πολύ μελωδικοί, άρτιοι παικτικά, με τον Chris Rawson στις ρυθμικές κιθάρες και τα screams, χτυπήθηκαν ασταμάτητα μέχρι τις 21:30 και έφεραν το κοινό στα όρια για να υποδεχτεί τους Parkway Drive. Kudos για το “Fists in the air against fascism”.
Μετά από το απαραίτητο change over, στις 22:00 ακριβώς, το finale του “Welcome To The Jungle” των Guns N’ Roses που ακουγόταν από τα ηχεία, μαζί με το κλείσιμο οποιασδήποτε πηγής φωτός που υπήρχε στο χώρο, σήμανε την αρχή του πολέμου. Οι πρώτες νότες του “Wild Eyes” ακούστηκαν και το κοινό ανταποκρίθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το ασφυκτικά γεμάτο Piraeus 117 Academy τραγουδούσε με όλη του τη δύναμη το intro, 2 τεράστια κανόνια με κονφετί έσκασαν, γεμίζοντας το χώρο με χαρτάκια και όλος ο κόσμος μπήκε σε ένα ντελίριο, κάνοντας γιγάντια pits και χορεύοντας ασταμάτητα. Ο frontman Winston McCall που, όπως οι υπόλοιποι, βρισκόταν σε τρομερή μέρα, παρακάλαγε από το πρώτο κομμάτι να κρατήσουμε ενέργεια γιατί έχουν πολύ ακόμα. Και ήταν αλήθεια. “Carrion”, “Dedicated” και το φοβερό “Vice Grip” ήταν η συνέχεια, με τους Αυστραλούς να ακολουθούν το χαμό που γινόταν από κάτω και να μην σταματούν να χορεύουν, αλλάζοντας συνεχώς θέσεις και βάθρα. Η ποιότητα του ήχου ήταν αξιοθαύμαστη, καθώς ακουγόταν και η τελευταία νότα από όλα τα όργανα, το παικτικό θέμα ήταν σε επίπεδο δίσκου, το light show ομολογουμένως καταπληκτικό και η επικοινωνία που είχαν με το κοινό έκανε όλο το show να είναι στο peak level από την αρχή μέχρι το τέλος.
Κλείνοντας, λοιπόν, με το “Swing” από το “Atlas”, τα φώτα έπεσαν στον Ben “Gaz” Gordon και το drum solo του που, όπως πολύ εύστοχα είπε ο φίλος Alex, είναι ίδιος με τον Richard Lestrange στο “Blue Lagoon”. Τα φώτα έκλεισαν για μερικά λεπτά με το κοινό να ουρλιάζει για λίγο ακόμα. Και μας το έδωσαν με το παραπάνω. Πριν ακόμα ξαναβγούν στη σκηνή ακούστηκαν οι πρώτες νότες του προσωπικά αγαπημένου “Crushed” και τα κατάφεραν να μας κλείσουν τελείως τις φωνές, αφού είχαμε ιδρώσει τρεις μπλούζες ο καθένας χορεύοντας! Μάλιστα στον εξώστη υπήρχε ένα παλικάρι με πατερίτσες, που έβγαλε όλο το live όρθιος χορεύοντας ασταμάτητα, όσο του επέτρεπε το σπασμένο του πόδι. Περαστικά μαν μου έφτιαξες τη μέρα! Κ όμως είχε κ άλλο. Αφού είπαν τα απαραίτητα ευχαριστώ, έκλεισαν με το “Bottom Feeder”, μέσα σε έναν χαμό από φώτα και μια δεύτερη έκρηξη από τα confetti cannons, τελείωσε 1 ώρα και 15 λεπτά ορυμαγδού.
Οι Parkway Drive είναι μία από τις πιο φορμαρισμένες και σοβαρές μπάντες του είδους τους και όχι μόνο. Και το απέδειξαν με το παραπάνω σε αυτή την εμφάνιση. Σωστές επιλογές support acts, ήχος και φώτα σε υψηλότατα επίπεδα, σοβαρότατα στημένη παραγωγή σε όλους τους τομείς, και παικτικά skills στο μεγαλύτερο επίπεδο που υπάρχει εκεί έξω. Εμπειρία ζωής για όσους το έζησαν, μεγάλη αναμονή για το επόμενο για όσους το έχασαν.