Ο βροχερός και κρύος καιρός του Halifax συνόδευσε τους αγαπημένους του ελληνικού κοινού Paradise Lost στην νιοστή τους εμφάνιση στη χώρα μας. Φτάνοντας στο club της Πειραιώς ήρθαμε αντιμέτωποι με την εικόνα της μεγάλης ουράς που περίμενε τον έλεγχο πιστοποιητικών. Αυτό μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε ότι ζούμε πλέον σε μια νέα πραγματικότητα. Συνειδητοποιήσαμε όμως και την ανάγκη του κόσμου να παρευρεθεί σε αυτή τη συναυλία, η οποία είχε αναβληθεί τον Δεκέμβριο, ώστε να περάσει καλά και να αφήσει λίγο πίσω του τη ζοφερή ατμόσφαιρα που ζούμε.
Ανταπόκριση: Γιώργος Ξενικουδάκης / Φωτογραφίες: Σπύρος Φατούρος (πλήρες photo report εδώ)
Τη βραδιά άνοιξαν οι Fragment Soul από την Κέρκυρα. Η μπάντα παίζει ένα μελαγχολικό και κατηφές progressive rock με αναφορές στους Anathema της τελευταίας εποχής. Οι συνθέσεις τους αποδόθηκαν με προσοχή, είναι όμως όλες μακροσκελείς και πολύ παρόμοιες στα αυτιά μου. Υπήρχε επίσης θέμα με την τονικότητα των γυναικείων φωνητικών σε σημεία, που μάλλον οφείλεται στο ότι η τραγουδίστρια δεν άκουγε καλά επί σκηνής. Πιστεύω ότι κάποιος θα έπρεπε να προστατεύσει την μπάντα από το να εκτεθεί στο πρώτο(!) της live συμμετέχοντας σε ένα τόσο μεγάλο event, καθώς η έλλειψη ηχητικής συνάφειας με τους headliners αλλά και η εμφανής και δικαιολογημένη απειρία ήταν πρόδηλη.
Η αποψινή εμφάνιση ήταν επετειακή για τον γράφοντα καθώς συμπληρώθηκαν 30 (!) χρόνια από την πρώτη φορά που είδα ζωντανά τους Άγγλους στην περιοδεία του Shades of God. Από τότε έχουν μεσολαβήσει 13 albums και δεκάδες εμφανίσεις στη χώρα μας. Με τόσο υλικό ήταν εύλογη η απορία μας για το τι θα περιέχει το setlist αλλά και για την απόδοση της μπάντας επί σκηνής. Ευτυχώς το αποτέλεσμα μας δικαίωσε καθώς παρακολουθήσαμε μίας από τις καλύτερες συναυλίες τους.
Το “let’s go” του Nick Holmes συνόδευσε το wah riff του Embers Fire σε ένα απρόσμενο αλλά και κλασικό opener, ιδανικό για να «ξυπνήσει» το κοινό. Το ‘Forsaken που ακολούθησε ήταν ο πρώτος εκπρόσωπος, από τους πέντε, του τελευταίου πολύ καλού album Obsidian. Εδώ ο ήχος έφτασε το ιδανικό επίπεδο, το οποίο κράτησε σε όλη την εμφάνιση. Συνέχεια με το πρόσφατο παρελθόν με το Blood and Chaos αλλά και την αριστουργηματική power ballad (όπως την προλόγισε ο Holmes) Faith Divides Us – Death Unites Us. Ο frontman έδειξε ότι είναι σε πολύ καλή κατάσταση καθώς απέδωσε άψογα τόσο τα death growls όσο και τα καθαρά φωνητικά. Δεν παρέλειψε δε να αστειευτεί με τον καιρό λέγοντας ότι έφερε τσάμπα τα σορτς του.
Μακρύ ταξίδι στο παρελθόν με το κομμάτι που άλλαξε τον σκληρό ήχο. Το Eternal εκτελέστηκε πιο γρήγορα από την στούντιο έκδοση του πορώνοντας τόσο το κοινό όσο και τον ηγέτη Mackintosh που ανέμιζε περιστροφικά την παράξενη ράστα του. Η διάθεση συγκροτήματος και κοινού ήταν ανεβασμένη στα ύψη καθώς το setlist μας πήγαινε μπρος-πίσω στο χρόνο. Αυτοί όμως είναι οι Lost. Είναι η μπάντα που πάντα ηγείτο των αλλαγών χωρίς ποτέ να μένει στάσιμη. Η μπάντα που μπορεί να παίζει πλάι-πλάι το The Enemy και το As I Die που έχουν γραφτεί με 15 χρόνια διαφορά και να γίνεται ο ίδιος χαμός. Που συνδυάζει τις «λούπες» των One Second, Say Just Words και So Much is Lost με τα θεόβαρα No Hope in Sight και The Devil Embraced χωρίς να ακούγονται παράταιρα.
Η όρεξη του συγκροτήματος δεν φάνηκε μόνο στην φοβερή απόδοση του rhythm section και το τεράστιο χαμόγελο στη φάτσα του Aaron Aedy. Συνέβη και το πρωτόγνωρο γεγονός του να ξεπεράσουν το σύνηθες 70λεπτο που παίζουν με ένα 15λεπτό encore επικεντρωμένο στο πρόσφατο album με το πιασάρικο Ghosts να κλείνει μια άψογη εμφάνιση και τον Holmes να ευχαριστεί τις τρεις γενιές από ευτυχισμένα πρόσωπα που παρακολουθούσαν, για τη στήριξη όλα αυτά τα χρόνια. Εις το (σίγουρο) επανιδείν.