Μια φαινομενικά άχρηστη, πρώτη ύλη, όταν πλάθεται, παίρνει σχήμα και μορφή, ύπαρξη. “Ξύπνα στη μέση της νύχτας, κάτσε και φτιάξε ένα beat, βγες λίγο έξω στο δρόμο, πάρε και μια σοκολάτα, κοίτα τον ήλιο να βγαίνει, πήγαινε πίσω στο σπίτι, πέσε και πάλι για ύπνο, ξύπνα και άκου το beat”. Μία γλυκιά διέγερση, επαναληπτικά, περιγράφει τον τρόπο της δημιουργίας.
Φαντασμαγορία Ένα: Η “Πλαστελίνη” αποκαλύπτει την ακριβή διαδικασία και “Μείνε σε θέλω / Μήνες σε θέλω”. Φαντασμαγορία Δύο: Ακολουθώντας λοιπόν την “Αμόρσα” (“του κανένα για να φτάσω σε σένα”), αναμφισβήτητα, το track που έσπασε αξεπέραστα τη νύστα και τα εγχώρια charts, “Χτύπα Με Σαν Ρεύμα Στην Πίστα” (ft Melentini), προσέφερε ξένοιαστα αυτό το κάτι, στα παιδιά που θέλουν χορό, ταξίδεψε μέσα από τα ηχεία -μεσοτοιχία- στα αστέρια και χορεύτηκε με μεγάλη ανακούφιση. Παίζοντας λοιπόν με τα beat και τον λόγο, δύο χρόνια μόλις μετά το ντεμπούτο album της σειράς του Pan Pan (aka Παναγιώτης Πανταζής), με τη “Φαντασμαγορία Τρία”, εξελίσσεται για να ολοκληρωθεί.
Αισίως στο στάδιο-επίπεδο Τρία, το παιδί φάντασμα, που πλέον είναι πατέρας, γίνεται ο δρόμος που βγάζει στο φως. Η διάθεση μόνιμα χορευτική, έχει ανάγκη τις pop μελωδίες, σχεδόν rap-άρει, προσπαθώντας να συγχρονίσει τη βιολογική, με την ψυχολογική ηλικία. Το πέρασμα, όπως και ο ίδιος λέει, από τα άγχη της ενήλικης ζωής, στις αναμνήσεις από τις παιδικές ανησυχίες. Οι αναφορές στις επιρροές του, μουσικά ή λεκτικά, με εικόνες, συνεισφέρουν στη δράση. Προσωπικές ιστορίες και μεταφορές παρατήρησης και ήχων από το περιβάλλον του, “Μέσα Στα Κύματα”, αξιοποιούνται, μετουσιώνονται σε ένα υπέροχο, μουσικό soundtrack, μίας κοινωνικής, ρομαντικής κομεντί, φιλοσοφημένης και πληγωμένης, η οποία κατά την επικοινωνία της, αναγεννιέται και ανασυστήνεται, “Στην Αρχή”. Επαναπροσδιορίζεται, “πάτα γκάζι/να λερώσεις/με τις πόρτες/στην στροφή/δώσε μου τη ζωή”.
“Τέλεια παιδιά δεν κάνουν λάθη”. Θα μπορούσα να αντιγράψω όλους τους στίχους από το λαλίστατο αγκάθι, “Φωτιά Στις Κεραίες”. Αντ’ αυτού, θα προτείνω να ακουστεί με προσοχή και προπάντων, στην τέλεια ένταση (+). Το repeat after, δεν θα το γλιτώσεις. Άκου το σκέτο, άκου το ξανά και χόρεψέ το, άκου το ξανά και ξανά, χόρευε και τραγούδα μαζί του, χόρεψε και κλάψε, γέλασε, ταυτίσου, τσαλακώσου, ξεχαρβαλώσου. Βάλσαμο.
Την “Ανισόπεδη Ντίσκο” θα επιλέξει για το ξέσπασμα του εαυτού, για την σωματική και την ψυχική εκτόνωση, σαν πιο ‘χαρωπό’ track για τα ντίσκο-μπαρς. Σαν “Ντεζα Βου”, προφητικό, ο ρυθμός ρέει στο συναίσθημα, ο χρόνος γυρνάει πίσω, ο χρόνος στέκει αντάξια στο παρόν. Το μοναδικό κομμάτι του οποίου οι στίχοι έχουν γραφτεί κάπου 12 χρόνια πριν. Στις δικές του εξηγήσεις, παρόμοια μουδιάζεις.
“Κάτι Στο Κομοδίνο”, ουτοπικά και επαναλαμβανόμενα groove-άρει και μέσα στην ανασφάλεια, κάτι χειροπιαστό αναζητά. Mελαγχολικά, στα πλήκτρα ονειροπολεί. Αρμονικά και προσδοκώμενα, ιδανικά μα και μάταια, ηλεκτρίζει και dream-pop ονειρεύεται. Εισχωρώντας στην “Απογευματινή Πλημμύρα” (κοίτα/ μέτρα/σπάσε/νιώσε τα πάντα), το ρεφραίν εκπλήσσει, ενώ διεγείρει ευφάνταστα. Από το όνειρο, “στο χρόνο το δικό σου, είσαι τα πάντα”.
Ο πιο κοντινός του συνεργάτης, είναι ο συν-συνθέτης του στο σχήμα των Echo Tides, Γιάννης Αναγνωστόπουλος. Πινελιές για την ιστορία, έχουν προσθέσει οι Nalyssa Green, Katrinpi, Nefeli Walking Undercover και στον εν λόγω δίσκο, η Kαλλιόπη Μητροπούλου, αλλά και η Λυγερή Μητροπούλου.