Ένα ελαφρώς αλλαγμένο An που κατά την είσοδο μας ξάφνιασε. Η κονσόλα βρίσκεται τοποθετημένη στα εντός, πίσω και κεντρικά. Το υπόλοιπο σύστημα του ήχου προσαρμόστηκε στο συναυλιακό χώρο, μαζεύτηκε και αγκάλιασε την σκηνή.
Ανταπόκριση: Κική Ηλιάδου / Φωτογραφίες: Ιωάννα Κίτρου (περισσότερες εδώ)
To setlist αποτέλεσε γνωριμία ικανή με τους Tango With Lions αφού περιείχε αρκετό υλικό από τo πρώτο τους album “Verba Time” (2010, με επισήμανση για το ιδιαίτερο και λογοπαιχνικό artwork) και περισσότερο από το δεύτερο “A Long Walk” (2013). Αlternative folk αισθητική με instrumental accents και pop τονική. Δύο καινούρια τραγούδια ‘στα σκαριά’ μας παρουσιάστηκαν προς το τέλος του set. Χρειάζονται το κατιτίς τους συγκριτικά, μα εφικτά αφού αυτή η μεταβαλλόμενη μουσική κολεκτίβα δεν παύει να ψάχνεται και να δημιουργεί. Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή τους.
Οι Tango With Lions δημιουργήθηκαν το 2007, άλλαξαν μέλη ανά καιρούς μα διατήρησαν χαρακτήρα με κυρίαρχη και σταθερή την Κατ. Οι ιστορίες τους επανέρχονται με τη φωνή της να λειτουργεί αρκετά αποκαλυπτική, σαν ένα πρόσθετο μουσικό όργανο, πότε ψιθυριστή, άλλοτε αφηγηματική, ενίοτε σπαρακτική μα πάντοτε μελωδική να συνοδεύει την ακουστική της κιθάρα, “Sad Big Blue Eyes” ή τα keyboards όταν θέλει την ατμόσφαιρα επιβλητική σαν πιάνο ή ηλεκτρονική όπως στο “On The Floor”. Ανάλογα το κομμάτι, το ύφος επαναπροσδιορίζεται. Τα drums λειτουργούν ως βάση αλλά και ως γηγενής παράγοντας όταν αποκτούν percussion beaters και μετατρέπουν το παιχνίδι αυτό μεταξύ κλασικής μπαγκέτας σε “A Long Walk” ενώ παρέχουν τον ανάλογο όγκο στα “House On Fire” και “Obitury”. Η είσοδος της ηλεκτρικής κιθάρας μαγνητίζει τις στιγμές και καθιστά αισθητή την παραμόρφωση, ειδικά όταν πειράζονται με τα χέρια τα κουμπάκια του pedal – όπως έγινε στο “Black”, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίζει. Από οργανικό παίξιμο σε μικρές εκρήξεις. Το τρομπόνι σαν προσθήκη ηχεί θριαμβευτικά και σε φάσεις σολάρει αδιαφορώντας. “People Stare”. Αποδεικνύει πως είναι δεμένοι κι έτσι, πριν η ηχητικότητα χωθεί ακόμη πιο πλούσια κατά το “Over The Neon Lights” (χωσιματικά χασιματικό επί σκηνής). Tα “News” σίγουρα άλλαξαν την ακουστική μας οπτική, μας γέμισαν ερεθίσματα – εικόνες, αναμνήσεις – νοσταλγίες, αναφορές πάλης – ισχυρές αντιφάσεις. Βρίσκουν ήδη κάποια κοινά στοιχεία αφού φορούν t-shirt της μπάντας των Night Knight και τους παραδίδουν την σκηνή αφιερώνοντάς τους το “In A Bar”, ένα από τα πιο δημοφιλή τους.
Από το παθιάρικο tango στο παθιασμένο “Between my legs” δόθηκε η πάσα. Εμφανή η επίδραση των Planet Of Zeus, όταν οι Night Knight είναι περισσότερο γνωστοί ως το side project του Σεραφείμ. Μόνο που σε αυτό το σχήμα αναλαμβάνει τα φωνητικά και την κιθάρα. Και τα καταφέρνει ξεκάθαρα και υψηλά. Ντεμπούτο album το “God Is A Motherfucker”, επίσημη κυκλοφορία: Μάϊος 2015. Το ξεκίνημα διαλέχτηκε με πρόκληση stoner. Κουρδιστήκαμε εύκολα και ρυθμιστήκαμε σαν να wanna make it with them (και μην πάει ο νους σας στο πονηρό). Δεν άργησαν και πολύ να μεταφέρουν το χορό μαζί με το ρυθμό. Υπόλοιποι παίκτες, ο Στέλιος (Planet of Zeus) στο μπάσο και αρκετή συμμετοχή με τα φωνητικά μπάσα του. Χροιά διαφορετική που συμπληρώνει την κύρια του Σεραφείμ. Ο Μηνάς (Fingers Crossed, TFATFY) στην κιθάρα και ο Μανώλης (Whereswilder) στα drums. Το κούνημα συνεχίστηκε αρμονικά στο ήπιο μπλουζ του “Crystal Rivers” και δεν κρυσταλλοποιήθηκε στο φαινομενικά γλυκανάλατο μα προστατευτικά ερωτικό grooving του ”Us” (δώσε λίγη παραπάνω προσοχή στην κρυμμένη πλευρά πίσω από την στιβαρή περικεφαλαία ενός ιππότη). Η κατάσταση μπερδεύει όμορφα όταν το μπάσο ακολουθεί σόλο κιθάρας ενώ η κιθάρα εμπιστεύεται τα drums στο δικό τους τέμπο. Τα μετρημένα φωνητικά έρχονται σε κόντρα με το beatάτο “Story Of A Fool” και επιτρέπουν στους ορίζοντες του mainstream πικρόγλυκα stonerobluesαρίσματα. Το “Born Again” μας σφυρίζει να ξανά – αλλάξουμε τα δεδομένα περί ’αγαπημένων’ του δίσκου. Ακριβώς όπως το χαρακτήρισαν και οι ίδιοι ‘μια γροθιά στο στομάχι’. Στις ανατροπές αφηνόμαστε στην αμεσότητα που παρέχουν τα live και παραδινόμαστε σ’ αυτήν. “Let’s gather around the fire and build our own empire cause if the egos all expire we’ll get what we desire”. Η συλλογικότητα εμφανή σε όλα τα επίπεδα και το μήνυμα πολιτικής συμπεριφοράς.
“Turned Back Blues”, επίθεση με τη θύμηση σε παλιά ροκιά για να μην ξεχνιόμαστε. Yeah yeah, επιστρέφει το ανεξάρτητο ύφος μέχρι που κραυγάζουν το ρεφραίν του “God Is A Motherfucker” και μας ξεσηκώνουν. Για τη συνέχεια δίνουν κι άλλο πόνο με ένα ακόμη από τα blues που όλοι γνωρίζουμε. Αυτά, του έρωτα! “Hang Me Out To Dry” και το κοινό ανταποδίδει στην αίσθηση χειροκροτώντας. “Nadia” το ονομάζουν, τα drums σολάρουν και η κατάσταση επαναφέρεται σε mellow (“don’t leave me hanging…” σε IDM μονοπάτια).
“Set It On Fire” για το παρελθόν. Κοφτά χτυπήματα να παραπέμπουν στο είδος των Daft Punk και των drum machine, μελωδικά riffs και σύνθεση ικανή να παιχτεί σε ραδιόφωνο και να προκαλέσει το ενδιαφέρον των ακροατών. Το encore σαν το μοναδικό που δεν πέτυχε πλήρως στην προσέγγιση, μα πρόκειται για διασκευή δύσκολη. Και αγαπημένη όπως η ιστορία του rock’n’roll, “ My My Hey Hey ”. They are definitely here to stay.