Αν αισθάνομαι περήφανη για κάποιο συγκρότημα, τότε αυτό είναι οι Need. Και είναι τόσα πολλά αυτά που θέλω να γράψω για το καινούριο τους πόνημα, που φοβάμαι μην μακρηγορήσω και γίνω βαρετή. Οπότε, αφήνω τα τυπικά στην άκρη και αραδιάζω κατευθείαν τις σκέψεις μου για το “Orvam: A Song For Home”, βάζοντάς το να παίξει ακόμη μια φορά.
To “Orvam…” αποτελεί το τρίτο -και καλύτερο- κατά σειρά album για τους Αθηναίους progsters, οι οποίοι κινούνται κάπου ανάμεσα στο metal και στο rock, γεμίζοντας αυτή τη φορά την ατμόσφαιρα με τα πλήκτρα του Αντώνη Χατζή, που έχουν πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο στις μαγικές συνθέσεις τους, την ίδια στιγμή που οι ερμηνείες του Γιάννη Βογιατζή -που όσο περνάει ο καιρός γίνεται όλο και καλύτερος- ξεχειλίζουν από συναίσθημα. Όντας αρκετά διαφορετικό σε σχέση με τις δύο -επίσης εξαιρετικές- προηγούμενες κυκλοφορίες τους, το “Orvam: A Song For Home” είναι ένα concept album που εύκολα θα κερδίσει τους οπαδούς του ήχου και θα εδραιώσει το συγκρότημα στη λίστα με τις δυνατότερες μπάντες του τόπου μας.
Μου είναι δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιο κομμάτι μέσα από τον δίσκο, αφού και τα έξι (αφήνοντας απ’έξω το intermission “Hotel Oneiro”) είναι στιβαρά και καλοδουλεμένα. Το εισαγωγικό “Lifeknot” καθιστά δυναμική την είσοδο του album τραβώντας σου κατευθείαν την προσοχή και καθιστώντας σε επιβάτη στο μέγαλο ταξίδι που ακούει στο όνομα “Orvam: A Song For Home”. Η συνέχεια δίνεται με το ιδιαίτερο “Entheogen”, μια σύνθεση έντεκα λεπτών που ξεφεύγει από ό,τι περίμενες να ακούσεις από αυτή τη μπάντα, ενώ το “Summertape” κερδίζει τις εντυπώσεις από τα πρώτα κιόλας δευτερόλεπτα αποτελώντας μία από τις πιο πωρωτικές στιγμές της κυκλοφορίας. Κάπου εδώ φτάνουμε στο “Mother Madness”, ένα κομμάτι που με έκανε από την πρώτη κιόλας στιγμή που το άκουσα -και μάλιστα live- να συνειδητοποιήσω την ωριμότητα των νέων συνθέσεων της μπάντας. Το πρώτο lyric video του album (check-άρετέ το στο youtube channel της μπάντας) είναι πραγματικά πανέμορφο, ενώ το refrain του, που δε γίνεται να ξεκολλήσει από το μυαλό, αποτελεί μάλλον το αγαπημένο μου σημείο του δίσκου. Το “Construct” που ακολουθεί, είναι “θυμωμένο”, γεμάτο ένταση αλλά και πανέξυπνες αλλαγές από αυτές που μόνο οι Need μπορούν να προσφέρουν.
Το “Hotel Oneiro” αποτελεί μια χρήσιμη “ανάσα”, μετά από ένα τόσο πολυτάραχο μεν, μαγικό δε ταξίδι. Εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν διάλογο, συνοδευόμενο από μια πιάνιστική μελωδία που ακούγεται στο βάθος, προλογίζοντας αυτό που θα ακολουθήσει στη συνέχεια: Το ομώνυμο έπος του album που αποτελεί ίσως ό,τι πιο ολοκληρωμένο έχουν γράψει οι Need. Θες η μεγάλη του διάρκεια, θες η μοναδική του ενορχήστρωση; Δεν έχει σημασία. Τα λόγια περιττεύουν όταν έχουμε να κάνουμε με τραγούδια σαν κι αυτό. Highlight αποτελεί και πάλι η θεατρικότητα των φωνητικών, όπως και του αφηγηματικού μονολόγου του ηθοποιού Ακύλλα Καραζήση στον επίλογο, αλλά και ο συνδυασμός πολλών και διαφορετικών επιρροών, που καθιστούν το “Orvam” ένα τραγούδι ικανό να κερδίσει ακόμη και τους λιγότερο μυημένους του είδους. Απαρατήρητοι δεν περνούν ούτε οι εξίσου υπέροχοι στίχοι του album, που μπορεί να είναι στενάχωροι, στο πνεύμα των σημερινών παγκοσμίων δεδομένων, αλλά πολλοί από εσάς εύκολα θα ταυτιστούν μαζί τους.
Τι κι αν οι Need απουσίαζαν από τα δρώμενα τόσο καιρό, τι κι αν άργησαν να το κυκλοφορήσουν; Στις 10 Ιανουαρίου του 2014 επιστρέφουν δριμύτεροι με ένα από τα καλύτερα album που έχω ακούσει τελευταία, ανεξαρτήτως μουσικού ιδιώματος και καταγωγής. Ένα album που μου κάνει παρέα τους δύο τελευταίους μήνες της ζωής μου και δεν το χορταίνω με τίποτα, βρίσκοντας πάντα κάτι καινούριο να παρατηρήσω σε αυτό. Ένα album που ενώ σε κερδίζει από την πρώτη κιόλας ακρόαση, χρειάζεται υπομονή και χρόνο, ώστε να το κάνεις πραγματικά κτήμα σου. Αισθάνομαι περήφανη, λοιπόν, γιατί μια μπάντα που αγαπώ και παρακολουθώ εδώ και χρόνια, κυκλοφορεί ένα αριστούργημα σαν αυτό. There is no future for us. Orvam.