Κανένας τίτλος δεν είναι ικανός, να περιγράψει και να συνοψίσει ιδανικότερα την κατάσταση στην οποία αφήνει τα λυκειόπαιδα, το πέρας αυτής της σχολικής περιόδου, από το Dazed and Confused, την κλασική πλέον indie ταινία – κοινωνική σάτιρα του 1993, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Richard Linklater. Τοποθετημένη σε μια μικρή πόλη στο Τέξας του 1976, με καθολικά και διαχρονικά soundtracks των Bob Dylan, Aerosmith, Peter Frampton, ZZ Top, Αlice Cooper κ.α., να πλαισιώνουν απολαυστικά τις «παράνομες» μπύρες και το χασίς, το κύλισμα στα γρασίδια, τις εφηβικές, συχνά βίαιες φιλονικίες (aka bullying), τις ριψοκίνδυνες βραδινές κούρσες και τις πρώτες σεξουαλικές εξερευνήσεις των πρωταγωνιστών, η ταινία καταφέρνει να αποτυπώσει με τον αλλόκοτο τρόπο της, εκείνο που λείπει απ’ όλους μας περισσότερο από την παιδική ηλικία: η δυνατότητα της άσκοπης, αμέριμνης περιπλάνησης προς ικανοποίηση κάθε λογής περιέργειάς μας, εν απουσία εγνοιών, αντικρουόμενων σκέψεων και πιθανής συνέπειας των «άτακτων» πράξεών μας.
Τα χρόνια που περικλείονται ανάμεσα στα 13 και τα 18 περίπου έτη, μολονότι ανέμελα, αποτελούν ταυτόχρονα και τα ίσως πιο «εκνευριστικά» της ζωής μας, εξαιτίας του πόνου, των συγχύσεων και των απογοητεύσεων που συνοδεύουν την κατά τ΄άλλα ξένοιαστη φυσιογνωμία τους. Και κάπου εκεί, καθώς μεγαλώνουμε, έρχεται να κουμπώσει δίπλα στον πόνο η νοσταλγία της νεότητας, καθώς οι δυσκολίες της ενήλικης ζωής, γίνονται ο δυσλειτουργικός μοχλός της απότομης «προσγείωσής» μας.
Κάτι τέτοιο φαίνεται πως επιτυγχάνει να σκιαγραφήσει το Dazed and Confused, κατά την τελευταία ημέρα του σχολείου και της μακράς, «ανεξάντλητης», καλοκαιρινής βραδιάς που τη διαδέχεται. Στον πυρήνα της υπόθεσης, βρίσκονται οι τελειόφοιτοι μαθητές, που παρά την επικείμενη αποσύνδεσή τους από το σχολικό περιβάλλον και τη μετάβασή τους στη φοιτητική κι ενήλικη ζωή, δε χορταίνουν να αναζητούν «υποψήφια θύματα» μικρότερων τάξεων, με σκοπό να τους κωπηλατήσουν και κατά κάποιον τρόπο, μέσα από τη χρήση -ελεγχόμενης- βίας ως επιβολή της δύναμης και της εξουσίας τους, να τους μυήσουν στην «αδελφότητα» του λυκείου.
Ακολουθώντας την πορεία ενός μεγάλου αριθμού εφήβων, αγοριών και κοριτσιών, «καλών» και «κακών», δημοφιλών και μη, από την εφηβεία στην ενηλικίωση, συστηνόμαστε με ποικίλους χαρακτήρες, αρκετούς από τους οποίους υποδύονται ηθοποιοί που αργότερα έμελλε να γίνουν ιδιαίτερα δημοφιλείς (Jason London, Ben Affleck, Milla Jovovich, Cole Hauser, Parker Posey, Adam Goldberg, Joey Lauren Adams, Matthew McConaughey κ.α.), χωρίς ωστόσο να γίνεται εμβάθυνση στις προσωπικότητες και τις ατομικές σκέψεις κι αγωνίες τους.
Από μία παρατηρητική, ελαφρώς ρομαντική και διακριτική ως προς την εμβάθυνση των χαρακτήρων σκοπιά, αναδεικνύεται η προσκόλληση στην εφηβική και σχολική κοινωνία, ακόμη και μία ανάσα πριν το πέρας αυτής, με το αίσθημα της εξουσίας να αδυνατεί να αποκοπεί από τη συμπεριφορά πολλών μαθητών. Η ρήξη με την οικογένεια όταν τα πάρτυ και το αλκοόλ κάνουν την εμφάνισή τους, οι γεμάτοι κάδοι απορριμάτων που εκτοξεύονται από τα παιδιά μπροστά στους κήπους των σπιτιών, ως μία μέγιστη ένδειξη μαγκιάς, οι ερωτικές κατακτήσεις στη ζωτική εναλλαγή με τις απορρίψεις, οι ξυλιές στον πισινό του Mitch Kramer (Wiley Wiggins) από τον ηγετικό, ευέξαπτο και «οργίλο» τελειόφοιτο Fred O’Bannion (Ben Affleck), που καταλήγει να γίνεται αξιοθρήνητος όταν την πατάει από το ίδιο του το θύμα, που αποφασίζει να «ορθώσει ανάστημα» και να τον γελοιοποιήσει δημοσίως, γίνονται οι πρωταγωνιστές ενός δημιουργημένου από τα παιδιά συστήματος, στο οποίο οι μαθητές εκείνοι που το επιβάλλουν και το συντηρούν, καταλήγουν απελπισμένα να είναι οι ίδιοι που αποδεικνύονται χαμένοι μέσα από τις ενέργειές τους σε αυτό. Άσχημο πράγμα η απελπισία, μα και ιδιαίτερα απολαυστικό, χάρη στο Dazed and Confused.