Περίπου δύο χρόνια μετά, οι Midas Fall επέστρεψαν στη χώρα μας, η οποία τους έχει αγκαλιάσει ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν, με μία μικρή ελληνική περιοδεία σε πέντε σταθμούς. Ο τέταρτος εξ’ αυτών ήταν ο αθηναϊκός, που πραγματοποιήθηκε στο χώρο του Death Disco. Αυτή τη φορά μαζί τους ήταν ο Raised By Swans, αλλά και οι ‘δικοί μας’ Echo Train. Με άλλα λόγια, το βράδυ του Σαββάτου μου ήταν αποκλειστικά αφιερωμένο στην ψυχεδελική και την post rock μουσική.
Ανταπόκριση: Βίκυ Κοσμίδου / Φωτογραφίες: Γιώργος Αργυρόπουλος (δείτε εδώ περισσότερες φωτογραφίες)
Η ώρα 21:30 και με μια καθυστέρηση μισής ώρας, ανεβαίνουν στη σκηνή οι Echo Train, στοχεύοντας στην προθέρμανση του κοινού με ψυχεδελικούς ήχους εμπνευσμένους από τη rock σκηνή των 60s και 70s. Με τους Echo Train έχουμε ξανασυναντηθεί πριν ακριβώς μισό χρόνο, συνεπώς ήξερα τι να περιμένω από την εμφάνισή τους. Παρά το μέχρι στιγμής λιγοστό κοινό, ακούγονται δυναμικά οι πρώτες νότες. Στη μέση της σκηνής στέκεται η Ειρήνη στα φωνητικά, η οποία με την επιβλητική παρουσία της, που θύμιζε έντονα το κίνημα των hippies, αλλά και με τη θεατρικότητα στο βλέμμα και στις κινήσεις της, κεντρίζει αμέσως το ενδιαφέρον. Τη σπαρακτική κι εκφραστική φωνή της πλαισιώνουν η κιθάρα, το μπάσο, τα τύμπανα και τα πλήκτρα, τα οποία σε συνδυασμό με όμορφες διφωνίες κινούνται στην ίδια διάθεση και συντελούν σε ένα απόλυτα συνεκτικό αποτέλεσμα. Παρουσιάζοντας τη δουλειά τους, από το full-length album τους “Memento Mori”, ανοίγουν τη βραδιά με τον καλύτερο τρόπο και αποδεικνύουν πως πρόκειται για μία ολοκληρωμένη και ώριμη μουσικά μπάντα, παρά τα σχετικά λίγα χρόνια ύπαρξής της.
Τη σκυτάλη τώρα παίρνει ο Καναδός Eric Howden, γνωστότερος ως Raised By Swans. Πρόκειται για το solo project του καλλιτέχνη, που συνόδευσε τους Midas Fall καθ’ όλη τη διάρκεια της ευρωπαϊκής τους περιοδείας. Ο Raised By Swans εμφανίστηκε, λοιπόν, φορώντας την κουκούλα του, ξυπόλητος, με απόλυτη άνεση και χαλαρή διάθεση και κάπως έτσι ξεκίνησε, πότε με τη συνοδεία της κιθάρας του, πότε με πλήκτρα, να δίνει τη δική του παράσταση. Ακούγοντας τα κομμάτια του, τα οποία ήταν αρκετά μικρά σε διάρκεια, οπότε δεν κούρασαν το κοινό, μπορούσε κανείς με ευκολία να αντιληφθεί ότι το ατού του Howden είναι η φωνή του. Η χροιά του ιδιαίτερη και τα πεντακάθαρα φωνητικά του έφταναν σε ψηλές νότες με εντυπωσιακή τεχνική.
Πέραν αυτού όμως, βρήκα κάπως μονότονη την εμφάνισή του, αφού τα κομμάτια από ένα σημείο ήταν αρκετά πανομοιότυπα μουσικά. Αυτό βέβαια είναι και το ρίσκο ενός solo project που αποτελείται από μία φωνή και μία κιθάρα. Δυστυχώς, ούτε το κοινό φάνηκε να κέρδισε με την εμφάνισή του, αφού μία η μονοτονία, μία τα τεχνικά προβλήματα που αντιμετώπισε με το μικρόφωνο και τον υπολογιστή, δεν κατάφεραν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον όσων παρευρίσκονταν στο χώρο. Ένας αδιαμφισβήτητα ταλαντούχος άνθρωπος, προσγειωμένος χαρακτήρας και συμπαθής ως φυσιογνωμία. Αν θα επεδίωκα να τον ξαναδώ; Μάλλον όχι, αλλά μετά χαράς θα τον έβλεπα και πάλι να ανοίγει τη συναυλία κάποιου άλλου καλλιτέχνη.
Η ώρα έχει πάει 23:15 και το Death Disco σταδιακά έχει αρχίσει να γεμίζει, ήδη από το τέλος της εμφάνισης του Raised By Swans. Σειρά έχουν οι Midas Fall, οι οποίοι είναι προφανές από την ανταπόκριση του κόσμου πως έχουν χτίσει ένα σταθερό fanbase στη χώρα μας. Την εμφάνισή τους, λοιπόν, κάνουν οι δύο κυρίες του συγκροτήματος, η Elisabeth Heaton στα φωνητικά και την κιθάρα και η Rowan Burn στη δεύτερη κιθάρα. Η αλήθεια είναι πως περίμενα και το υπόλοιπο line-up να εμφανιστεί, έστω στο δεύτερο κομμάτι, κάτι που δε συνέβη ποτέ για άγνωστους λόγους. Η αρχή ήταν κάπως άβολη, αφού πιθανώς λόγω τεχνικών προβλημάτων, η Heaton δεν άκουγε καλά και δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά της γι’αυτό. Το πρόβλημα αφέθηκε στην άκρη κι έτσι μπήκαν στο κλίμα τόσο η μπάντα, όσο και το κοινό. Αυτή τη φορά, οι Midas Fall δεν είχαν καινούργιο υλικό να παρουσιάσουν, με εξαίρεση κάποια κομμάτια που θα συμπεριληφθούν στον επερχόμενο δίσκο τους που αναμένεται το 2018, οπότε έκαναν μία αναδρομή στα προηγούμενα albums. Έτσι, ακούσαμε μεταξύ άλλων τα “Nautical Song”, “Century”, “My Radio Star” και “Movie Screens” από το “Eleven”, τα “Return and Revert” και “Carnival Song” από το “Wilderness”, αλλά και τα “Push” και “Low” από το “The Menagerie Inside”, σε ένα γεμάτο και ικανοποιητικό setlist μίας περίπου ώρας, εμφανώς επηρεασμένο από τους post ήχους των Mogwai και των Explosions In The Sky.
Σε γενικές γραμμές, το ντουέτο Heaton – Burn έκανε μία αξιοπρεπή εμφάνιση, με την πρώτη να είναι σε καλή μέρα φωνητικά και τη δεύτερη να τη συνοδεύει δυναμικά. Ωστόσο, έβγαλε ταυτόχρονα και μία προχειρότητα, ιδιαίτερα εξ’ αιτίας της αντικατάστασης του rhythm section και των πλήκτρων, με προηχογραφημένο υλικό σε υπολογιστή, γεγονός που έκανε τον ήχο φτωχότερο. Οι Midas Fall είναι σίγουρα ένα διαφορετικό μουσικό σχήμα, κυρίως λόγω των ιδιαίτερων γυναικείων φωνητικών, κάτι που δεν συναντιέται συχνά στο χώρο της post rock σκηνής. Παρά, όμως, το εξαιρετικό δισκογραφικό υλικό που έχουν στο δυναμικό τους, θα πρέπει να προχωρήσουν ένα βήμα παραπέρα, αφού στο κομμάτι των live εμφανίσεων φαίνεται να υστερούν. Αναμένω την επόμενη επίσκεψή τους, με full band αυτή τη φορά.