TREMONSTER! Έτσι αποκαλούν αρκετοί τον Mark Tremonti. Ένα παρατσούκλι που του ταιριάζει γάντι, αφού μας έχει αποδείξει στη μακροχρόνια πορεία του ότι είναι ένα ‘τέρας’ αστείρευτης έμπνευσης και ταλέντου. Η καλοκουρδισμένη αυτή riffομηχανή είναι σε ακατάπαυστη λειτουργία εδώ και μια 25ετία, προσφέροντας μας άφθονες επικές στιγμές με όλες τις μπάντες που έχει συμμετάσχει.
Πάντοτε με ταπεινότητα και δουλειά κατάφερε να δημιουργήσει μια καριέρα που θα ζήλευαν πολλοί συνάδελφοί του και μια δισκογραφία που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης ότι πρόκειται για μια μουσική ιδιοφυία. Δεν απογοήτευσε μέχρι στιγμής και όπως όλα δείχνουν δεν έχει σκοπό να το κάνει ποτέ. Είναι σα να έχει την κρυφή ικανότητα να μη μπορεί να γράψει αδιάφορο κομμάτι. Ακόμα και ιδιαίτερος fan να μην είσαι, δε γίνεται να μη του αναγνωρίσεις ότι έχει βάλει το δικό του λιθαράκι στη hard rock/alternative metal σκηνή.
Τα πρώτα δείγματα για το τι μπορεί να προσφέρει τα είδαμε στα χρόνια της ‘νιότης’ με τους Creed. Μία μπάντα που έγινε αστραπιαία ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της post-grunge σκηνής στα 90’s και επηρέασε αρκετά παρόμοια σχήματα. Παρέα με τον Scott Stapp κατάθεσαν ψυχή σε συνθέσεις που σημάδεψαν εκείνη την εποχή, γνωρίζοντας μάλιστα και μεγάλη εμπορική επιτυχία (“Higher”, “With Arms Wide Open”, “My Sacrifice”). Κάπου, όμως, στις αρχές των 00’s μαζί με τη παρακμή αυτού του ήχου, ήρθε και το τέλος των Creed. Κάτι που, εν τέλει, βγήκε σε καλό αφού δόθηκε η ευκαιρία στον Tremonti να δοκιμάσει κάτι καινούριο, να ξεδιπλώσει την πιο heavy πλευρά του και φυσικά να πάει τη καριέρα του ένα βήμα παραπέρα.
Τι γίνεται όταν ένας από τους καλύτερους κιθαρίστες της γενιάς του συναντάει μία φωνή όπως του Myles Kennedy; Γεννιέται μία από τις καλύτερες μπάντες που έχει αναδείξει η αμερικάνικη hard rock σκηνή, οι Alter Bridge. Πέντε δίσκοι-διαμάντια και ένας Mark που οργιάζει στη κιθάρα και μας χαρίζει μερικά από τα πιο έξυπνα riffs που έχουμε ακούσει στον συγκεκριμένο ήχο. Αν έπρεπε να ξεχωρίσουμε το highlight της μέχρι τώρα πορείας του με αυτή τη μπάντα, τότε το “Fortress” θα ήταν η πιο σωστή επιλογή. Εδώ ο Tremonti παραδίδει μαθήματα για το πως γράφεται ένα ολοκληρωμένο κομμάτι, με riffing που προκαλεί ζημιά και solo με λόγο ύπαρξης. Κάτι βέβαια που μας έχει συνηθίσει και στις προηγούμενες κυκλοφορίες , απλά η μουσική του παράνοια στο συγκεκριμένο album είναι τέτοια που πείθει και τον πιο δύσπιστο.
Ότι δεν ‘επιτρέπεται’ να γράψει στους Alter Bridge, του δίνει στέγη στο προσωπικό του project, εδώ και μια 7ετία περίπου. Ένα επίπεδο πιο heavy οι συνθέσεις, groove και ταχύτητα συνοδευόμενα πάντα με την απαραίτητη μελωδία, refrains κομμένα και ραμμένα για να σου καρφώνονται στο κεφάλι και στίχοι που έχουν κάτι να σου πουν. Μέσα από τους τέσσερις δίσκους που έχει κυκλοφορήσει μας αποδεικνύει ότι εκτός από εξαιρετικός κιθαρίστας και συνθέτης είναι και άψογος frontman. Η φωνή του μπορεί να προσαρμοστεί με την ίδια ευκολία σε γρήγορα riffs αλλά και σε μπαλάντες. Κάθε ερμηνεία του την βιώνει λέξη προς λέξη και αυτό ακριβώς είναι που τον κάνει να ξεχωρίζει. Το απερίγραπτο πάθος που βάζει σε κάθε του κομμάτι.
Ο Mark είναι από τους καλλιτέχνες που χρειαζόμαστε στη μουσική μας. Εργατικός που δεν αναπαύεται σε αυτά που ήδη έχει πετύχει και προσπαθεί συνεχώς να εξελίσσεται. Και τα καταφέρνει περίφημα. Πάντοτε με ήθος κρατάει αποστάσεις από τα rock starιλίκια, αφήνοντας μόνο το έργο του να μιλήσει. Άλλωστε για αυτό το πράγμα είναι γεννημένος και φροντίζει να μας το θυμίζει με κάθε νότα του. Όσοι έχουν ασχοληθεί έστω και λίγο μαζί του, μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ. Για τους υπόλοιπους, ποτέ δεν είναι αργά.