Από το ξεκίνημα του Rust των Mammock και το πρώτο άκουσμα καταλαβαίνεις τι τρέχει με τη πάρτη τους. Το art-rock συναντά το noise φορώντας την math προβειά του γυρεύοντας θύματα στους απανταχού κύκλους μουσικόφιλων weirdos.
Tο spooky σαουντρακικό “Amelia” ανοίγει το album και σε πετάει ανυποψίαστα στη κατσαρόλα του αγωνιώδους “Boiling Frog” και την θανατηφόρα ζεστασιά της.
Με το “Dancing Song” οι Mammock καταφέρνουν να προσδώσουν ηχητική υπόσταση στην έννοια της απορίας και της αβεβαιότητας, αν αυτό βγάζει καθόλου νόημα. Κράχτης του κομματιού, το στιβαρό overdrive μπάσο που σε κερδίζει εξ αρχής.
Τα “Bats” & “Jasmine Skies” ξεχωρίζουν για τα ιδιαίτερα progressions και τις ατμοσφαιρικές τους εξάρσεις, ενώ το “Last Days Of The Second Elephant Man” ανοίγει το μουσικό κουτί της Πανδώρας. Ένα “αγχωτικό” ντελίριο από πλευράς κιθάρας και φωνητικών, με το rhythm section να κρατάει – οσο χρειάζεται – τις ισορροπίες.
Το άλμπουμ κλείνει με το “Away From Them”, σφραγίζοντας το γκροτέσκο σύμπαν του Rust. Κερασάκι στη τούρτα το noise/black blastbeat προς το τέλος του κομματιού.
Ασυμβατότητα και weirdness, διαδοχικές εναλλαγές ύφους με πλούσιο μείγμα ήχων και διαθέσεων, ακροβατώντας μεταξύ δυσαρμονίας και μελωδικότητας, το Rust των Mammock είναι ένα συγκροτημένο και σφιχτό άλμπουμ χωρίς όμως να χάνει την ελευθερία των κινήσεων του. Αποφεύγει τη φλυαρία βρίσκοντας τις κατάλληλες ‘λέξεις’ να εκφραστεί. Post-punk, noise, math, είναι κάποια από τα είδη που συναντά κανείς στο Rust, αλλά οι Mammock τα αφομοιώνουν με φαινομενική άνεση σερβίροντάς μας την προσωπική τους εκδοχή.