Μπορεί να μην έχουν συμπληρώσει καλά-καλά δεκαετία, ωστόσο οι King Gizzard & The Lizard Wizard, έχουν προλάβει να υπογράψουν 14 δισκογραφικές δουλειές, στα εννέα χρόνια ύπαρξής τους. Ακόμη κι αν εντός του ίδιου έτους καταφεύγουν στην κυκλοφορία δύο albums, όπως συνέβη φέτος, το ποικιλόμορφο ηχητικό αποτέλεσμα αυτών, επισφραγίζει την ζωηρή έμπνευσή τους, που δε λέει να κορεστεί, αλλά και την ροπή τους στα άκρα και τις αντιθέσεις. Φανερή απόδειξη αυτής, η μεταπήδηση μία «εγγενώς» psychedelic-garage rock μπάντας, στον heavy metal και thrash metal ήχο, όπως αυτός ορθώνει σθεναρά το ανάστημά του στη νέα τους δημιουργία, “Infest the Rats’ Nest”.
Το group από την Βικτώρια της Αυστραλίας, θέλει να το πάρουμε στα σοβαρά. Γιατί, ποιος είπε πως για να εκπροσωπήσεις τη metal κουλτούρα, πρέπει απαραίτητα η ντουλάπα σου να αποτελείται στην πλειονότητά της από μαύρα t-shirts; Υπό το πρίσμα αυτής της επαναστατικής διάθεσης και σεβόμενοι παράλληλα την αληθινή αφοσίωση που απαιτεί το heavy metal από τους οπαδούς και τους εκπροσώπους του, τα «εναλλακτικά» αγόρια των King Gizzard & The Lizard Wizard, συγκροτούν στο νέο τους album το δικό τους «metal κίνημα». Αυτή τη φορά, ο απρόβλεπτος για τα δεδομένα τους ήχος, που έφτασε στ’ αυτιά μας, δεν αποτέλεσε απόρροια μίας συλλογικής δουλειάς, καθώς στο “Infest The Rats’ Nest”, έβαλαν τη σφραγίδα τους μονάχα τρία εκ των εφτά μελών της μπάντας: ο frontman Stu Mackenzie, ο κιθαρίστας Joey Walker και ο drummer Michael Cavanagh.
Οι King Gizzard μας ζητούν να «ξεχάσουμε» ό,τι γνωρίζαμε μέχρι πρότινος για εκείνους και σε μία αρκετά επιτυχημένη προσπάθεια να αποδείξουν το εύρος των ικανοτήτων και του πειραματισμού τους, δημιουργούν μία γέφυρα μεταξύ του thrash ήχου και των ’70s-metal προγόνων τους. Εάν στον προκάτοχο του “Infest the Rats’ Nest”, “Fishing For Fishies” η στιχουργική επίκληση στα πουλάκια και η εθιστική ψυχεδελική διάθεση στον ήχο, εξήγειραν τις αισθήσεις σου, ετοιμάσου αυτή τη φορά να μυηθείς σε ένα thrash metal μουσικό ταξίδι, παιγμένο μέσα σε μία συνθήκη κλιματικής αλλαγής, με όχι πρωτάκουστα μεν, αλλά σημαντικά περιβαλλοντικά μηνύματα να το συνοδεύουν, για να καταλήξει να αποτελέσει το soundtrack του τέλους της ζωής στη Γη. Ακόμη όμως και σε αυτή την έσχατη στιγμή, οι King Gizzard, ως μεσσίες του καλλιτεχνικού σύμπαντος, φαίνεται να αναζητούν μανιωδώς τη σωτήρια λύση για την ανθρωπότητα, η οποία εν τέλει εντοπίζεται στην επανεκκίνηση του πολιτισμού στο διάστημα. Αν αυτό δεν αποτελεί ένα όραμα νεωτερικότητας, με sci-fi διαθέσεις, τότε τι;
Τα κομμάτια του album είναι πομπώδη, χαοτικά και αρκετά διασκεδαστικά, με τους Black Sabbath, Led Zeppelin, Motorhead, αλλά και τους μεταγενέστερους Slayer και Metallica να κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Το εναρκτήριο κομμάτι του δίσκου, “Planet B”, που αναφέρεται στην δολοφονία του πλανήτη (και δεύτερος δε θα υπάρξει, όπως προδίδει ο τίτλος του track), βάζει μονομιάς τον εγκέφαλό μας σε εγρήγορση, έχοντας το “Master of Puppets” ως κορώνα στο κεφάλι του. Το “Mars For The Rich” φαίνεται να μιμείται την επιτυχημένη συνταγή του “Hole in the Sky” των Black Sabbath, ενώ το αργόσυρτο “Superbug” και δικό μου αγαπημένο, μας επιβεβαιώνει πως οι Αυστραλοί δεν προδίδουν τις καταβολές και τον ηχητικό τους προσανατολισμό, καθώς σε αυτό αφήνουν την ψυχεδελική, stoner-rock σφραγίδα τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα βαριά φωνητικά του Mackenzie, που φαίνεται να έχει βαλθεί να μας εντυπωσιάσει με το εύρος και την προσαρμοστικότητα αυτών, εγκαταλείποντας το φυσικό του τραγούδισμα, για να γίνει κι εκείνος ένας άξιος heavy metal- frontman.
Το “Perihelion”, γίνεται η ωδή στους «ανθρώπους που λιώνουν», ενώ στο “Organ Farmer”, επισημαίνονται οι καταστροφικές επιπτώσεις της εντατικής καλλιέργειας και της παραγωγής κρέατος, με τις κιθάρες να εγκλιματίζονται στη δυστοπική αυτή πραγματικότητα και να απολαμβάνουν την κεκτημένη τους ταχύτητα. Σε αυτό το μόλις 34 λεπτών διάρκειας πόνημα, αποτελούμενο από 9 συνθέσεις, τα tracks “Venusian 1” και “Venusian 2”, δεν καταφέρνουν να κρατήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον μας, με το τρίο να φαίνεται στο σημείο αυτό, πως έχει στερέψει από ενδιαφέρουσες ιδέες.
Όσο «βαρύ» κι αν είναι, το “Infest the Rats’ Nest”, δε θυμίζει σε τίποτα τις ένδοξες psych rock εκρήξεις της μπάντας, αλλά και τις πιο pop-εστιασμένες, δαιμονισμένες μελωδίες του παρελθόντος, που μας έκαναν να τους αγαπήσουμε και να τους ξεχωρίσουμε. Παρ’ όλα αυτά, η πρωτόγνωρη για τον ήχο τους, μεταστροφή στη metal κουλτούρα, καταφέρνει και πάλι να παραμένει πιστή σε μία ταυτότητα, μοναδικά δική τους, έχοντας παράλληλα ως καθοδηγητή της ορισμένους απ’ τους πατέρες του νέου για εκείνους είδους. Εμείς, αναμένοντας την επιστροφή στις «ρίζες» τους, δε μπορούμε παρά να παραδεχτούμε πως οι King Gizzard & The Lizard Wizard, μας έμαθαν ότι η metal μουσική δεν είναι απαραίτητα μία στάση ζωής, αλλά μία μεταβαλλόμενη διάθεση, την οποία όλοι θα μπορούσαμε να εκδηλώσουμε κάποια περίοδο της ζωής μας.