Στις 14/12, στο ΑΝ club μας περίμεναν οι Halocraft, οι οποίοι μόλις είχαν επιστρέψει από την πρώτη τους Ευρωπαϊκή περιοδεία. Μαζί τους, οι Chew Gravel και οι Deadbeat Escapement για να μας ζεστάνουν και να μας δώσουν μια γεύση από το δικό τους υλικό.
Ανταπόκριση: Βασίλης Ευριπιώτης / Φωτογραφίες: Μαρία Νικολάου
Η βραδιά άνοιξε όμορφα με το σκληρό post-rock των Chew Gravel. Δεν είχα ξαναέρθει σε επαφή με τον ήχο τους, αλλά μου έδωσαν την αίσθηση ότι ξέρουν τι κάνουν. Όπως και σε κάθε post-rock σχήμα που σέβεται τον εαυτό του, τα φωνητικά σπανίζουν, αν και ενίοτε είναι υπαρκτά. Κύριο ρόλο στη μουσική τους παίζουν τα πλήκτρα, που περισσότερο συχνά παρά όχι, προσφέρουν τη μελωδία, ενώ οι λούπες τους στήνουν την ατμόσφαιρα που οι κιθάρες εμποτίζουν με μεταλλικά χρώματα.
Οι Deadbeat Escapement ανέβηκαν από την Πάτρα, για να πάρουν τη σκηνή στο δεύτερο ημίχρονο. Μας έπαιξαν κομμάτια από το πρώτο και δεύτερο άλμπουμ τους. Η δική τους φάση είναι περισσότερο κοντά στο alternative rock και ίσως στο shoegaze και αυτό μας πρόσφερε μια ανάσα πριν καταποντιστούμε στο post-rock. Λαθάκια από μέρους τους μπορεί να γίνονται, αλλά είναι αμελητέα. Το live performance τους πραγματοποιήθηκε απουσία της τραγουδίστριας με την οποία τους έχουμε δει στο παρελθόν, πράγμα το οποίο με ξένισε, αρχικά. Η απουσία αυτή καλύφθηκε από τα αρσενικά μέλη της μπάντας, ενώ στα δύο τελευταία κομμάτια, χρησιμοποίησαν προηχογραφημένα tracks των φωνητικών γραμμών, σε συνδυασμό με video. Βρίσκω πολύ ενδιαφέρον τον τρόπο με τον οποίο έδεσαν το theremin στον ήχο τους, πράγμα το οποίο μου έφερε στο μυαλό The Gathering.
Οι Halocraft εμφανίστηκαν περίπου στις 11:30, κι ενώ εμείς διψούσαμε για τη μουσική τους. Η περιβολή τους ήταν αυτή που είχαν επιλέξει για να χρησιμοποιήσουν σε όλη τη διάρκεια του tour τους: μαύρα ρούχα, full-face και μάσκες που παραπέμπουν σε ζώα (αλεπού ή ίσως κουνέλι;). Ήταν ολιγομίλητοι, αλλά αυτό δεν μας ενόχλησε. Ό,τι είχαν να πουν, μας το πρόσφεραν σε μορφή μελωδίας και ρυθμού. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας, στο background παιζόταν βίντεο με visuals που είχε στήσει το συγκρότημα και τα οποία ανέβαζαν τον ήχο τους σε νέα υψόμετρα.
Μας έπαιξαν σχεδόν αυτούσιο όλο το “Chains for the Sea” (2018), το οποίο ένιωσα πως έρεε σαν μία ενιαία σύνθεση. Παρά τα τεχνικά θέματα που μπορεί να προέκυπταν, δεν συνέβησαν λάθη, ούτε καν στις πιο tricky μεταβάσεις των κομματιών τους. Φαίνεται ότι τους έψησε καλά η Ευρώπη και γι’ αυτό επέστρεψαν μουσικά ετοιμοπόλεμοι. Αυτό με κάνει να ανυπομονώ για τον επόμενο τους δίσκο, από τον οποίο και μας χάρισαν μία γεύση, προς το τέλος του set τους. Κάτι καλό ετοιμάζουν.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ ΕΔΩ