Οι Dødheimsgard πάντα αποτελούσαν μια ιδιότυπη περίπτωση συγκροτήματος. Το βασικό μουσικό όχημα του Vicotnik χαρακτηρίζεται από σχετικά «ασυνεπή» δισκογραφική παρουσία, συνεχείς και πολλαπλές αλλαγές στο line up, καθώς όμως και από απαράμιλλες στιγμές μουσικής ιδιοφυίας μέσα στα 30 σχεδόν χρόνια ύπαρξής του. Μία πορεία που δοκίμασε πολλές μουσικές διακλαδώσεις ξεκινώντας από το μελαγχολικό Norwegian black metal λυρισμό του “Kronet til konge” και φτάνοντας σε πολυσχιδείς και πειραματικές ηλεκτροφόρες φόρμες με αισθητικές κορυφώσεις τα “666 International” και “Supervillain Outcast”.
Η προηγούμενη δουλειά τους ονόματι “A Umbra Omega” του 2015, δείχνοντας μια στροφή προς το πιο avand garde black metal πρόσωπό τους, αποζημίωσε σε μεγάλο βαθμό τους οπαδούς της μπάντας που αναμένουν πια κάθε τους πόνημα σαν το νέο ιερό δισκοπότηρο του πειραματικού black metal ιδιώματος.
Κάπου εδώ, λοιπόν, ερχόμαστε οκτώ χρόνια μετά να μιλήσουμε για τον νέο δίσκο των DHG με τίτλο “Black Medium Current”. Ο Aldrahn δε βρίσκεται –για άλλη μια φορά- πίσω από το μικρόφωνο με τον Vikotnik να αναλαμβάνει τα φωνητικά, τη σύνθεση και την παραγωγή του δίσκου, ενώ όλο το line-up είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό του “A Umbra Omega” με πιο χτυπητή διαφορά την τοποθέτηση του νεαρού πυροβόλου Oynvid Myrvoll στα τύμπανα, τον οποίον κάποιοι ίσως θυμάστε από το live line up των Ved Buens Ende που απολαύσαμε πριν κάποια χρόνια στο Fuzz. Το “Black Medium Current” κυκλοφορεί από την Peaceville σε CD και βινύλιο στις 14/4 του 2023.
Αρκετά όμως με τις μεγάλες εισαγωγές, οκτώ χρόνια ήταν αυτά άλλωστε. Η μπάντα φρόντισε να μας δώσει σαν πρώτη γεύση το single “Abyss Perihelion Transit”, ένα πολύ ψυχεδελικό, αργό και ατμοσφαιρικό κομμάτι που δίχασε τους οπαδούς από την πρώτη στιγμή. Ακούγοντας εν τέλει το άλμπουμ στην ολότητά του, συνειδητοποιεί κανείς πως η επιλογή του single ήταν μάλλον εσκεμμένα παραπλανητική όσον αφορά το υπόλοιπο περιεχόμενο, καθώς αποτελεί κατά τη γνώμη μου την πιο αδύναμη και λιγότερο χαρακτηριστική στιγμή του δίσκου.
Και τι δίσκου! Με διάρκεια μία ώρα και δέκα λεπτά, θα μπορούσα να τον χαρακτηρίσω στη χειρότερη περίπτωση χορταστικό και στην καλύτερη την ίσως πιο κατασταλαγμένη κυκλοφορία τους μέχρι σήμερα. Ακούμε τη μπάντα να πειραματίζεται για πρώτη φορά σε majore διαθέσεις, στοιχείο που προδίδει την πολύ μεγάλη επιρροή που άσκησε πάνω της η άνθιση του post black και του blackgaze την τελευταία δεκαετία, και κομμάτια όπως τα εισαγωγικά “Et Smelter” και “Tankenspinnerens smerte” μπορούν να το επιβεβαιώσουν.
Φυσικά, από το κοκτέιλ δεν λείπουν και τα συστατικά που έκαναν αυτή τη μπάντα αγαπητή, δηλαδή τα μανιασμένα και ταχύτατα δυσαρμονικά riffs, που πάντα έχουν σκοπό να σου δέσουν το μυαλό κόμπο, καθώς και τα ηλεκτρονικά στοιχεία, παρόντα σε σημεία-κλειδιά μέσα στις συνθέσεις προσφέροντας αναπάντεχη συνοχή στο συνολικό αποτέλεσμα. Δεν είναι τυχαίο πως οι προσωπικές μου κορυφές του άλμπουμ, τα “Interstellar Nexus”, “It does not follow” και “Det tomme kalde morke” περιέχουν ό,τι προαναφέρθηκε σε ισόποσες δόσεις, σωστή διάρκεια και ευφάνταστη εκτέλεση.
Οι εναλλαγές διάθεσης και ύφους συνεχείς, καθώς θα συναντήσουμε ακόμα και πανέμορφα πιανιστικά tracks (Voyager και Requiem Aeternum) που αντί –όπως συνηθίζεται- να λειτουργούν σαν απλά transitions, έχουν σημασία τόσο στη ροή όσο και στη συνολική αισθητική διάνθιση του υλικού. Ένα υλικό με αρχή, μέση και τέλος που πετυχαίνει με ευκολία να διατηρήσει το ενδιαφέρον του ακροατή μέχρι την τελευταία νότα, συνάμα όμως να προκαλέσει και την ανάγκη για αλλεπάλληλες ακροάσεις προκειμένου να ανακαλυφθούν οι πολλαπλές μουσικές του στρώσεις.
Ολοκληρώνοντας, θα τολμήσω να πω πως έχουμε στα χέρια μας την καλύτερη μορφή των DHG που θα μπορούσαμε να έχουμε εν έτει 2023. Η μπάντα επαναπροσδιορίζει τον εαυτό της, χωρίς να παραβλέπει τα στοιχεία που την έκαναν γνωστή και καταφέρνει να ακούγεται πιο φρέσκια από πολλούς επίδοξους μιμητές της. Η παραγωγή είναι άψογη, τα παιξίματα τεχνικά και ουσιώδη και η σατανική ιδιοφυία του Vicotnik στα ντουζένια της. Το “Black Medium Current” μας δίνει την πιο πιασάρικη εκδοχή των DHG που έχουμε ακούσει ποτέ και δε θα μπορούσα παρά να το συστήσω άφοβα όχι μόνο στους οπαδούς της μπάντας και του ιδιώματος, αλλά και σε άτομα που θα τους ακούσουν για πρώτη φορά. Δίσκος-διαμάντι.