Βλέποντας παλιούς φίλους και γνωστούς έξω από το ΑΝ, κάνα δίωρο πριν παίξουν οι Death Before Dishonor, ήξερα πως η βραδιά μόνο καλά θα μπορούσε να πάει. Καλός οιωνός…
Ανταπόκριση: Ζακ Ανανιάδης / Φωτογραφίες: Ελισάβετ Παπαγιαννίδη (πλήρες photo report εδώ)
Το έδαφος προετοίμασαν οι Final Daze, ντόπιο hardcore σχήμα με μέλη από My Turn, Censored Sound, κ.ά. Το setlist τους αποτελείτο από τα κομμάτια του EP τους Λαβύρινθος, καθώς και τις διασκευές του “Hello Pricks” των Sick Of It All & “Lockdown” από Madball. Κομμάτι που μου έμεινε ήταν το “Λαβύρινθος” με το α λα Snapcase/Raised Fist groove του. Με στίχους στα ελληνικά, ως επί το πλείστον, κι επιρροές αμερικάνικου old-school χάρντκορ και πανκ-ροκ, τα παιδιά στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και ζέσταναν τον κόσμο για την επικείμενη “καταστροφή”.
Την σκυτάλη πήραν με τη σειρά τους οι Black Mamba. Πλέον και με δεύτερο κιθαρίστα στις τάξεις τους, η πενταμελής μπάντα από την Αθήνα κράτησε την ένταση της βραδιάς σε θεμιτά επίπεδα, παίζοντας κομμάτια από τον δίσκο τους Spit It Out, αλλά και κάποια καινούργια. Μεταλλικό σφιχτοδεμένο χάρντκορ με αρκετά beatdown σημεία και NYHC τύπου riffs, στοιχεία γνώριμα και αγαπητά στο αυτί. Ξεχώρισα τα “Mental Pollution” και “Short Life”, ενώ παρατήρησα ότι ο δίσκος τους τους αδικεί (παρά την ζεστή παραγωγή του) σε σχέση με τις live εκτελέσεις των κομματιών.
Από τον πρώτο μικροφωνισμό της κιθάρας του B-Roll μέχρι και το τελευταίο τους κομμάτι, οι Death Before Dishonor ήταν καταιγιστικοί. Με σκηνική παρουσία που σε γράπωνε από το λαιμό, η Βοστωνέζικη τετράδα “ξερνούσε” απανωτά το ένα κομμάτι πίσω από το άλλο, με τις απαραίτητες ανάσες ανά 3 ή 4. Ο τραγουδιστής Bryan Harris – αεικίνητος και ξεσηκωτικός – γκάζωνε το κοινό και παρότρυνε τους τολμηρούς για circle pits ενώ δεν έλειψαν τα stage dives. Αλύπητα beat-downs διαδέχονταν ανεβασμένων ταχυτήτων ντούπα-ντούπα, βάζοντας πορωτικά χειρόφρενα στη ροή των κομματιών (χαρακτηριστικό γνώρισμα της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ), δημιουργώντας μια ξαφνική ανάγκη για δραμαμίνη· και φτου κι απ’ την αρχή.
Πλούσια δισκογραφία, περιορισμένος ο χρόνος, παρόλα αυτά ακούστηκαν γνωστά κι αγαπημένα κομμάτια, όπως “Break Through It All”, “True Defeat”, “Never Again”, “6.6.6. (Friends Family Forever)”, με τον κόσμο μες το sing-along και το mic-grabbing. Η έγχορδη δυάδα των B-Roll και του στιβαρού μπασίστα Greg Chihoski μοιράζονταν τα backing vocals, και πλαισίωναν επάξια τον frontman Bryan Harris· ενώ ο ακλόνητος Ben Hilton στα τύμπανα συμπλήρωνε το καρέ των Death Before Dishonor, σπέρνοντας groove και προκαλώντας αναπόφευκτους πόνους στους σβέρκους μας. Κερασάκι στη τούρτα για το κλείσιμο του live, το κλασσικό DBD encore track “Boston Belongs To Me”, διασκευή του “England Belongs To Me” των Cock Sparrer.
Οι Death Before Dishonor και η Hard Times (όπως μας έχει καλομάθει 25 χρόνια τώρα), μας προσέφεραν ένα από τα καλύτερα live του είδους, και τους ευχαριστούμε θερμότατα.