Την δεκαετία των 00’s, όπου το λεγόμενο αμερικάνικο heavy metal (NWOAHM) βρισκόταν στο προσκήνιο και μονοπωλούσε το ενδιαφέρον, είχαν ξεφυτρώσει άπειρες μπάντες που ακολουθούσαν αυτόν τον ήχο. Πολλές από αυτές εξαφανίστηκαν με την “πτώση” του –core και άλλες κατάφεραν να προσαρμοστούν στην εποχή, να εξελιχθούν και να συνεχίσουν μέχρι και σήμερα να μας χαρίζουν όμορφες κυκλοφορίες. Στην δεύτερη κατηγορία συναντάμε και τους αγαπημένους Bleed From Within.
Το πενταμελές σχήμα από την Γλασκώβη της Σκωτίας υπάρχει στη γύρα σχεδόν μια εικοσαετία και κουβαλάει στη πλάτη του μία πολύ αξιόλογη δισκογραφία. Πέτυχαν από νωρίς να ξεχωρίσουν από το μπούγιο και να φιγουράρουν στα γνωστότερα festivals. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πώς όλον αυτόν τον καιρό έχουν βρεθεί στο πλευρό μεγάλων συγκροτημάτων όπως Carcass, Soilwork, Suicide Silence, Miss May I, All That Remains, Megadeth και η λίστα δεν έχει τελειωμό. Έχουμε να κάνουμε με ένα από τα πιο δυνατά και ειλικρινή ονόματα της metalcore σκηνής που κυρίως τα τελευταία χρόνια φαίνεται να περνάει την καλύτερη του φάση. Σε αυτό μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχει η προσθήκη του ρυθμικού κιθαρίστα Steven “Snev” Jones, ο οποίος έχει αναλάβει και τα καθαρά φωνητικά. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε ίσως να είναι η πιο φορμαρισμένη metalcore μπάντα, παρέα με τους Bury Tomorrow. Με κάθε καινούριο τους album κάνουν ένα βήμα μπροστά και ταυτόχρονα δίνουν μια νέα πνοή στο σύγχρονο metal.
Τρία από τα πέντε μέλη βρίσκονται εδώ από την αρχή των Bleed From Within, έχοντας δημιουργήσει μία τρομερή χημεία, η οποία βγαίνει προς τα έξω και στην μουσική τους αλλά και στις live εμφανίσεις τους. Μπροστάρης είναι ο Scott Kennedy, ένας από τους πιο χαρισματικούς frontmen της γενιάς του. Συνοδοιπόροι μαζί του είναι η μηχανή Ali Richardson και ο Craig Gowans, ο οποίος ήταν μπασίστας στα δύο πρώτα EPs και στη συνέχεια παραχώρησε τη θέση του στον Davie Provan και ανέλαβε χρέη lead κιθαρίστα. Η πιο σοφή επιλογή που θα μπορούσε να κάνει. Μία τράμπα που αν δεν είχε γίνει θα μιλούσαμε για μία εντελώς άλλη μπάντα.
Πριν γίνουν οι Bleed From Within αυτοί που ξέρουμε σήμερα, τους συναντούσαμε στα χωράφια του deathcore. Πιο συγκεκριμένα οι δύο πρώτοι δίσκοι δεν έχουν και πολύ σχέση με τις μετέπειτα δουλειές των Σκωτσέζων. Για αυτό άλλωστε και στα live τους παίζουν πολύ σπάνια κάποιο κομμάτι από εκεί μέσα.
Το 2009 κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους, με τίτλο “Humanity”. Ένα ποιοτικό deathcore album που μπορεί ποτέ να μην έπιασε την κορυφή του είδους, το συναντάμε όμως κάπου εκεί κοντά. Αν μη τι άλλο, αποτέλεσε ένα αρκετά υποσχόμενο ντεμπούτο για το μοντέρνο ακραίο ήχο. Οι κιθάρες είναι χαμηλά κουρδισμένες, τα breakdowns σκάνε κάθε τρεις και λίγο και τα φωνητικά ακροβατούν μεταξύ growls και screams. Γενικά εδώ η φάση φέρνει στο μυαλό αρκετά τους παλιούς καλούς Bring Me The Horizon και τους The Black Dahlia Murder.
Ένα χρόνο αργότερα έσκασε το “Empire”. Κράτησαν τις επιρροές από The Black Dahlia Murder και τα δολοφονικά breakdowns, έβαλαν περισσότερη μελωδία, περισσότερη Σουηδίλα στα riffs και τα φωνητικά έγιναν πιο ανοιχτόμυαλα. Μπορεί να μην έφτασε τα υψηλά standards του “Humanity”, ήταν όμως ένα ξεκάθαρο μήνυμα πως ήρθαν για να μείνουν, απλώς χρειάζεται λίγο χρόνο για να βρουν τα πατήματα τους.
Τα οποία πατήματα τα βρήκαν μια τριετία αργότερα με το εξαιρετικό “Uprising”. Εδώ φάνηκε η εξέλιξη τους, η οποία είχε ως αποτέλεσμα και το συμβόλαιο με την Century Media. Πολύ groove, ακόμα περισσότερα μελωδικά riffs που σου μένουν στο μυαλό, τα vocals θυμίζουν έντονα τον Winston McCall των Parkway Drive και γενικά η κατάσταση έγειρε εντελώς στο metalcore. Μαζί με While She Sleeps, Architects και όλα αυτά τα συναφή, έκαναν ένα restart στο είδος και το ξαναέφεραν στην επιφάνεια.
Στο ίδιο πνεύμα συνέχισαν και στην επόμενή τους δουλειά (“Era”), η οποία ήρθε πέντε χρόνια μετά. Φρέσκο metalcore υψηλού επιπέδου, με τρομερά riffs, όμορφα μελωδικά refrains, περισσότερα καθαρά φωνητικά, groove όπως το απαιτεί το είδος και καλογυαλισμένη παραγωγή. Ένα άκουσμα στα “Crown of Misery”, “Afterlife” και “Alone in the Sun” αρκούν για να πειστείς για το ταλέντο αυτής της μπάντας.
Αν υποθέσουμε πως τα “Uprising” και “Era” ανέβασαν τους Bleed From Within στην πρώτη κατηγορία, τα δύο επόμενα τους έστειλαν απευθείας τελικό Champions League. Πλέον είχαν βρει 100% τον ήχο τους, ανέβηκαν σε άλλο εντελώς συνθετικό επίπεδο και μας παρουσίασαν δύο εξαιρετικά δείγματα σύγχρονου metal. Από την μία έχουμε το “Fracture” (2020). Από πού να το πιάσεις; Από το επικό ατμοσφαιρικό refrain του ομότιτλου κομματιού; Από το “Pathfinder” που από την μέση και μετά σε διαλύει; Από τους στίχους και τις riff-άρες ala Sylosis του “Into Nothing”; Από την metalcore hit-άρα “The End of All We Know”; Μόνο κομματάρες από την αρχή μέχρι το τέλος.
Και εκεί που λες ότι λογικά έφτασαν στο peak της έμπνευσής τους, έρχεται το “Shrine” να σε διαψεύσει. Αυτός ο δίσκος γεννήθηκε εν μέσω lockdown. Μέσα σε αυτό το διάστημα η μπάντα αφιέρωσε χρόνο στο να αναδιοργανωθεί και αυτό όπως φάνηκε λειτούργησε υπέρ της. Το αποτέλεσμα αυτού του wake up call ήταν το “Shrine”. Ό,τι καλύτερο και πιο ατμοσφαιρικό έχουν βγάλει οι Bleed From Within και μία από τις καλύτερες metalcore κυκλοφορίες των τελευταίων χρόνων. Ο δίσκος ξεχειλίζει ωριμότητα από όλες τις απόψεις. Είναι αρκετά προσωπικός μιας και οι στίχοι του αντλούν έμπνευση από τις σκοτεινές στιγμές που πέρασε το συγκρότημα κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Μία κάθαρση για την μπάντα, όπως δήλωσε και η ίδια.
Όλα τα κομμάτια του “Shrine” είναι εξαιρετικά, αλλά ξεχωριστή αναφορά αξίζει το “Levitate”. Από τα τραγούδια που ξέρεις από την πρώτη ακρόαση πως πρόκειται για κάτι μεγάλο. Το επικό του refrain, τα riffs του και τα δραματικά βιολιά ala “Now We Die” από Machine Head συνθέτουν ένα κομμάτι που πρέπει να θεωρείται κλασικό για το metalcore.
Στις 28 Ιουνίου οι Bleed From Within θα βρίσκονται στο πλευρό των Amon Amarth, Kreator και Heaven Shall Burn στα πλαίσια του Release Festival. Επειδή λοιπόν δεν έχουμε και πολύ συχνά την ευκαιρία να βλέπουμε τέτοιες μπάντες στην Ελλάδα, ελάτε από νωρίς στη Πλατεία Νερού και απολαύστε αυτούς τους άξιους εκπροσώπους του σύγχρονου metal.