It’s one of these days again! Κυριακή βράδυ, δεν έχεις κανονίσει τίποτα και οι μισοί φίλοι σου θα μείνουν μέσα γιατί είναι φλώρ… εε… γιατί έχουνε δουλειές/μετακομίσεις/να ξεκινήσουν δίαιτα από Δευτέρα κλπ. Τι κάνεις; Πας σε stoner live με τους υπόλοιπους μισούς φίλους σου!
Ανταπόκριση: Ειρήνη Παππά
Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη
Το event ξεκίνησε αρκετά αργοπορημένα [ω τι έκπληξη], οπότε κατά τις 21:30 που είχε μαζευτεί κάμποσος κόσμος, ανέβηκαν στην σκηνή οι Rollin’ Dice. Hard/blues rock ήχος, ωραία πλήκτρα και μια πολύ καλή φωνή, δουλεμένη στο είδος. Παρόλο που η μπάντα είναι στα πρώτα της βήματα, ο frontman [κιθάρα και φωνή] ήτανε ανετότατος και δεν έχασε νότα. Οι αρκετές διασκευές από κλασικούς καλλιτέχνες της σκηνής, μαζί με τα κομμάτια της μπάντας, που κινούνται στο ίδιο 70’s ύφος, ήταν ένα πολύ ωραίο ζέσταμα, και ο γνώριμος ήχος μάς ευχαρίστησε όλους και με το παραπάνω.
Σειρά είχαν οι επίσης φρέσκοι Desolate Valley και τα πρώτα kudos πάνε για το μπλουζάκι “The Dude” του μπασίστα. Πιο βαρύς stoner ήχος και μια ακόμα πιο βαριά, almost-brutals φωνή, σίγουρα το δυνατό σημείο της μπάντας. Έχουνε ωραίες ιδέες συνθετικά, αν και πολύ στηριγμένες ακόμα στη φωνή του τραγουδιστή, με μια ωραία groovy δόση. Τα solos της, μίας και μοναδικής, κιθάρας ίσως ακόμα χάνουν σε πάθος, και το μπάσο έχει περιθώρια και καλές προοπτικές για να γεμίσει κι άλλο τον ήχο, δεν τα θεωρώ όμως αυτά ιδιαίτερα μειονεκτήματα σε μια μπάντα που τώρα αρχίζει την πορεία της. Μας εκπλήξανε ευχάριστα με τη διασκευή στους The Sword που κάνανε, ενώ κλείσανε την εμφάνισή τους με μια διασκευή του πολύ αγαπημένου Woke Up Dead των Planet of Zeus, κάτι που, απ’ όσο θυμάμαι, δεν έχω ξαναδεί σε αντίστοιχη φάση και μου άρεσε ιδιαίτερα σαν κίνηση.
Τρίτοι στη σκηνή του An Club ανέβηκαν οι Broken Morning. Για περίπου 30 λεπτά το τρίο έπαιξε δικά του κομμάτια σε hard rock/stoner ύφος, με τις απαιτούμενες πινελιές ψυχεδέλειας. Ο μπασίστας και τραγουδιστής ήταν θερμός με το κοινό και ιδιαίτερα θεατρικός, στοιχείο που ίσως να μου έκανε καλύτερη εντύπωση αν συνδυαζόταν καλύτερα με τα φωνητικά, τα οποία σχεδόν στο σύνολό τους μου ακούγονταν λάθος. Πέραν της φωνής, η μουσική τους μου άρεσε πολύ, και θεωρώ οτι μας έβαλαν επιτυχώς στο κλίμα που θέλουν να δημιουργήσουν.
Το ότι η επόμενη μπάντα που θα παίξει είναι οι Desert Hound πλέον το καταλαβαίνεις από τους ήχους της Harley Davidson του Jax Teller [βλέπε Sons Of Anarchy -αυτό παρεπιπτόντως δεν είναι παραπομπή, είναι προσταγή] που ακούγονται, και τον χαρακτηριστικό μονόλογο του πρωταγωνιστή της σειράς. Η συνέχεια είναι γεμάτη stoner-sludge riffs και δυνατά, “γρεζιασμένα” φωνητικά με ένα σχεδόν-psycho ύφος από τον vocalist. Η μπάντα έπαιξε παλιά και καινούρια κομμάτια, αλλά και διασκευές από Sleep και Down που εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα από το κοινό, το οποίο στις δύο τελευταίες μπάντες της βραδιάς έκανε και πιο αισθητή την παρουσία [και τον αριθμό] του. Δυναμική και σίγουρα απολαυστική εμφάνιση.
Last but not least [απορώ που δεν είχα χρησιμοποιήσει αυτή την έκφραση νωρίτερα σε report] ανέβηκαν στη σκηνή οι Black Hat Bones. Είχα να τους δω live σχεδόν έναν χρόνο, και ομολογώ πως αυτή τη φορά μου έκαναν πολύ καλύτερη εντύπωση. Ο ήχος τους, στα stoner – heavy rock μονοπάτια, πλέον αναγνωρίσιμος από τον κόσμο, δημιουργεί από τις πρώτες νότες ένα κεφάτο κλίμα που σε συνεπαίρνει. Καλογραμμένα κομμάτια και επικοινωνιακός χαρακτήρας από τον πολύ καλό vocalist έδωσαν ένα ωραίο φινάλε στη βραδιά. Προσωπικά η εμφάνιση της μίας ώρας με κούρασε κάπως κατά το τέλος της, κάπου εκεί όμως βρέθηκε η διασκευή του “Highway To Hell” των AC/DC και η αντοχή μου επανήλθε.
Αν εξαιρέσω την ώρα έναρξης του live, τους θαμώνες “hit-and-run” και τα κλασικά θέματα στον ήχο του μαγαζιού, συνολικά είμαι πολύ ευχαριστημένη από την εμφάνιση των συγκροτημάτων και πάντα απολαμβάνω τέτοιες φάσεις, οπότε… τα ξαναλέμε την επόμενη φορά!