Πιστεύατε πως αυτό θα ήταν ένα ακόμη βράδυ κατά το οποίο τα «διαολεμένα» εμπόδια της τελευταίας στιγμής θα ορθώνονταν πανηγυρικά; Κι όμως, την περασμένη Παρασκευή φαίνεται πως η νυκτερινή απεργία στο μετρό δεν ήταν ικανή να μας κρατήσει μακριά από το live των Bazooka. Δείτε το ως μία μορφή ακαταμάχητης έλξης. Παρά τις σκληροτράχηλες συνθήκες, φτάνω στο Temple στο Γκάζι, με την προσέλευση του κόσμου να είναι ήδη ικανοποιητική κι ολοένα αυξανόμενη. Ριζώνω μπροστά στη σκηνή, με τη χαρακτηριστική μπύρα σε πλαστικό ποτήρι να μου κρατάει παρέα. Προς έκπληξή μου, συνειδητοποιώ πως είμαι από τους ηλικιακά μεγαλύτερους που βρίσκονται στον χώρο (αν και μόλις 23 ετών). Δεν πτοούμαι. Όταν άλλωστε βλέπεις το νέο αίμα να φοράει t-shirts των Dead Kennedys και δε, στο live μίας μπάντας που διψάει να διαιωνίσει το αγνό punk rock, πώς να πτοηθείς;
Ανταπόκριση: Λουίζα Σολομών – Πάντα / Φωτογραφίες: Αρέτα Κατσούλα (περισσότερες εδώ)
Λίγο μετά τις 22:00 λοιπόν, με τα μάτια μου γεμάτα αισιόδοξες εικόνες, είμαι έτοιμη να έρθω σε επαφή για πρώτη φορά με τους Μινέρβα, ένα garage punk/ lo-fi quartet καταγόμενο από την Κόρινθο στην πλειονότητά του, που έχει όμως αρχίσει να χτίζει το ενθουσιώδες κοινό του στην Αθήνα, παρά τον μόλις ενάμιση χρόνο ύπαρξής του.
Η προσεγμένη τους εμφάνιση και η παιχνιδιάρικη κι αυθόρμητη διάθεση με το κοινό, στρέφουν εξαρχής τα βλέμματα πάνω τους. Παρά το γεγονός ότι στο τσεπάκι τους έχουν ένα EP αποτελούμενο από δύο κομμάτια, το setlist είναι πλούσιο από ακυκλοφόρητα tracks, που προορίζονται για το πρώτο τους album. Η αρχή γίνεται με το “Drama” και τα παπούτσια του κόσμου μοιάζουν να σιγοκαίγονται, για να πάρουν τελικά φωτιά όταν τα κομμάτια του EP (2018) “Mama Shoe” και “Velvet” παίρνουν σειρά και τραγουδιούνται δυνατά. Από αυτό το σημείο κi έπειτα, το «ξέσπασμα» γίνεται δεδομένο. Τα ογκώδη drums καθοδηγούν, η παραμόρφωση της κιθάρας και της φωνής ηλεκτρίζουν, τα back vocals τραβούν το ενδιαφέρον και τα βρώμικα riffs μας προσκαλούν σ’ έναν αλλοπρόσαλλο χορό, ενώ οι επιρροές από Sonic Youth και την ατόφια garage-ίλα του Ty Segall, κάνουν συχνά-πυκνά την εμφάνισή τους στ’ αυτιά μου. To «Χαρμολύπη», αργόσυρτο και σκοτεινό όσο πρέπει, αγαπά τη ψυχεδέλεια, ενώ το «Με Νεύρα» δε μπορεί παρά να μας αφήσει στιχουργικά ταυτισμένους. Γιατί δεν ξέρω για εσάς, αλλά εγώ έχω νεύρα. Πολλά νεύρα.
Η λήξη της εμφάνισής τους, τους βρίσκει να κείτονται κυριολεκτικά στο πάτωμα, επισφραγίζοντας τη χημεία και το δέσιμο που υπάρχει μεταξύ τους, αφού πρώτα φίλοι τους ανέβηκαν μαζί τους στο stage. Με παραπάνω αφοσίωση στο songwriting, εστίαση στις παικτικές δεξιότητες και περισσότερη εμπειρία στις live εμφανίσεις, οι Μινέρβα θα είναι έτοιμοι να μας πείσουν πως έχουν εκείνη την ταυτότητα στον ήχο τους, που έχει πραγματικά κάτι να μας πει.
Μη με ρωτήσετε τι ώρα ήταν ακριβώς. Δεν θυμάμαι και καμία σημασία δεν έχει. Ας αρκεστούμε στον ενθουσιασμό και την περιέργεια του «επαναπατρισμού». Έπειτα από έναν περίπου μήνα στον δρόμο και 25 ευρωπαϊκά live σε Ιταλία, Ελβετία, Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία, Τσεχία, Ουγγαρία, Σερβία, Ρουμανία και Βουλγαρία, οι Bazooka είναι έτοιμοι (όπως κάθε φορά άλλωστε μέσα στα δέκα χρόνια ύπαρξής τους), να προσφέρουν μία γερή δόση ψυχεδέλειας, μύησης και χασίματος. Η είσοδός τους στο stage, γίνεται με μία τόσο cool διάθεση, που σε καμία περίπτωση δεν μαρτυρά το «δαιμονισμένο», χαοτικό κι εκστατικό κλίμα που θα σπείρουν εν συνεχεία. Οι πρώτες νότες του «Φύση» ηχούν, το κοινό συσπειρώνεται μονομιάς μπροστά στη σκηνή κι αρχίζει να πανζουρλίζεται. Με ένα απόλυτα αρμονικό setlist και με τις εναλλαγές παλιών και νέων κομματιών από το πρόσφατο album “Zero Hits”, να καταφέρνουν να μη δημιουργήσουν κοιλιά, κρατώντας μας όλο το βράδυ σε εγρήγορση, οι Bazooka αποδεικνύουν πως όσα χρόνια κι αν περάσουν, δεν παύουν να είναι κάθε φορά όλο και πιο καλοδουλεμένοι, αγγίζοντας την παικτική αρτιότητα και λαμβάνοντας δικαιωματικά μία μεγάλη και παθιασμένη αναγνώριση από τους fans, τόσο εντός, όσο κι εκτός συνόρων.
Τα κορμιά μας μοιάζουν να εκτοξεύονται και να αιωρούνται, όντας αποκομμένα από κάθε αίσθηση της πραγματικότητας. Αγαπημένα κομμάτια όπως τα «Σουλτάνα», «Η Δική Σου Η Σειρά», «Κενό», «Εξαϋλώσου», «Ζούγκλα» και «Έλα», τσακώνουν τον κόσμο να χορεύει ζαλισμένος, ακόμη και πάνω στη σκηνή. Τα πληθωρικά drums του Γιάννη εντυπωσιάζουν και παρασύρουν μυσταγωγικά, σε συνδυασμό με τα ζωώδη back vocals, η μπασογραμμή είναι καταλυτική, ενώ οι δαιμονισμένες κι εκτροχιασμένες κιθάρες μας μεταφέρουν νοητά σε εποχές που το punk rock δέσποζε και ταρακουνούσε λυσσαλέα τις ψυχές των ανθρώπων. Μία από τις πιο ξεχωριστές στιγμές του live, ήταν εκείνη της συμμετοχής του Sebastian Marteau στο σαξόφωνο και του Κώστα Κωστόπουλου στο τρομπόνι, οι οποίοι πλαισίωσαν τους Bazooka σε αρκετά απ’ τα κομμάτια της βραδιάς.
Το πρόσφατα οπτικοποιημένο «Φυλακή», κατευθύνει το setlist στο «κρεσέντο» του, στο σημείο εκείνο που τα hits «Άχρηστη Γενιά», «Οθόνη», «Ένα κορίτσι στην ακτή» και «Επανάληψη» αποθεώνονται για την ελευθερία των στίχων τους, τον καταγγελτικό μα συνάμα χιουμοριστικό κι ειρωνικό χαρακτήρα τους, που όσο απλοί είναι, άλλο τόσο καταφέρνουν να περάσουν αβίαστα κι ευχάριστα τα μηνύματά τους για όσα τους «τη σπάνε» μέσα στην κοινωνική πραγματικότητα.
Η εμφάνισή τους ολοκληρώνεται με το «Έχω Κουραστεί» από το “Zero Hits” και ο Ξάνθος επιβεβαιώνει για πολλοστή φορά το πόσο χαρισματικός frontman είναι, με την καλλιτεχνική, ευφυή τρέλα του να κουμπώνει ιδανικά με τα υπόλοιπα μέλη, καταφέροντας ανεπιτήδευτα να δημιουργεί ένα κλίμα μύησης και προσελκύοντας τους φανατικούς του κοινού να κολλήσουν μπροστά στη σκηνή, να τον κοιτάξουν μέσα στα μάτια, να κραυγάσουν μαζί του, ακόμη και να καταφύγουν σε μία… ελεύθερη πτώση απ’ το stage. Κάπως έτσι, μία ολοκληρωμένη εμπειρία εκτόνωσης φτάνει στο τέλος της, με τον απόηχό της να μας βρίσκει μεθυσμένους κατά την αποχώρησή μας από το Temple και τους Bazooka να κατοχυρώνουν μία θέση ανάμεσα στα καλύτερα και πιο φτασμένα συγκροτήματα της σύγχρονης ελληνικής rock σκηνής.